Ιστορικό Υπόβαθρο
Περί το τέλος του 19αι., μολονότι οι σύντροφοί τους στην «Αδελφότητα» δεν έκριναν ότι ο χρόνος ήταν κατάλληλος, δηλαδή ότι η ανθρωπότητα στο σύνολό της δεν ήταν ώριμη πνευματικά, εκτός μερικών εξαιρέσεων, επετράπη σε δύο Διδασκάλους της Σοφίας να επιχειρήσουν να κάνουν προσιτό στον κόσμο μέρος της απόκρυφης γνώσης τους, εκείνο που αφορούσε στη φύση της ανθρώπινης ύπαρξης. Μέχρι τότε αυτό είχε μείνει κρυφό.
Η Θεοσοφική Εταιρεία, που ιδρύθηκε το 1875 στη Νέα Υόρκη, συγκροτήθηκε αρχικά σαν μια οργάνωση ανθρώπων που ενδιαφέρονταν για τον πνευματισμό και τα ψυχικά φαινόμενα, πράγμα που αντικατόπτριζαν οι αρχικοί της στόχοι. Σύντομα, όμως, μετά από μερικές αλλαγές, επρόκειτο οι στόχοι να πάρουν τη σημερινή τους μορφή δίνοντας έμφαση στην έννοια της αδελφότητας.
Η Έδρα της Εταιρείας μεταφέρθηκε στη Βομβάη το 1880 και κατόπιν, το 1883, στο Αντυάρ. Αν και οι Διδάσκαλοι τόνιζαν ότι η Εταιρεία δεν επρόκειτο να γίνει σχολή Αποκρυφισμού ή Μαγείας και ότι ο μοναδικός τους σκοπός ήταν να ωφελήσουν συνολικά την ανθρωπότητα, εντούτοις με διάφορους τρόπους άφησαν να γίνει γνωστό ότι όχι μόνο κατείχαν την απόκρυφη γνώση και δύναμη αλλά και ότι μπορούσαν και ήσαν πρόθυμοι να καταστήσουν μέρος της προσιτό σε κατάλληλους υποψήφιους σπουδαστές.
Τούτο επρόκειτο να γίνει κατά κύριο λόγο με τα γραπτά κείμενα της Ε.Π.Μπλαβάτσκυ, αλλά κάποιες πληροφορίες δόθηκαν απ' ευθείας από τους δύο συγκεκριμένους Διδασκάλους στις επιστολές τους προς τον Α.Π.Σίνετ.
Μέρος αυτής της γνώσης ήταν διαφοροποιημένο από όποια ήδη υφιστάμενη, εκείνη την εποχή, βιβλιογραφία, με την εξαίρεση μερικών παλαιότερων και δυσνόητων «απόκρυφων» κειμένων, που ήσαν, ως επί το πλείστον, ακατανόητα χωρίς τα απαραίτητα «κλειδιά».
Όμως, ισχυρίζονταν ότι η γνώση που περιελάμβανε η νέα διάδοση ήταν η πηγή και προέλευση κάθε φιλοσοφικής και θρησκευτικής γνώσης, στην αυθεντική της μορφή. Οι αρχαίες γραφές και τα φιλοσοφικά κείμενα είχαν «μολυνθεί» από την ανθρώπινη ερμηνεία, από προσθήκες και μετατροπές. Σε μεγάλο βαθμό είχαν απομακρυνθεί από τα ατόφια πρωτότυπα και είχαν διαστρεβλώσει τις έννοιές τους.
Η πρώτη σημαντικότερη απόπειρα αποσαφήνισης αυτής της αρχαίας γνώσης ήταν η συγγραφή του «Αποκαλυμμένη Ίσις» από την Ε.Π.Μπλαβάτσκυ που εκδόθηκε το 1877, ένα έργο τεράστιας ευρυμάθειας, στο οποίο υπήρχαν αποσπάσματα από 1330 άλλα κείμενα μερικά εκ των οποίων ήσαν σπανιότατα και αρχαιότατα. Είναι γνωστό ότι αρκετοί Διδάσκαλοι βοήθησαν τροφοδοτώντας την Ε.Π.Μ. με πολλές από τις πληροφορίες που περιέχει.
Αργότερα, αυτή η Αρχαία Σοφία περιγράφηκε πληρέστερα και πιο συγκεκριμένα στις Επιστολές των Μαχάτμα προς τον Α.Π.Σίνετ, που, βασιζόμενος σε αυτές, έγραψε δύο βιβλία : το «Απόκρυφος Κόσμος» και μετέπειτα το «Εσωτερικός Βουδισμός».
Ο Εσωτερικός Βουδισμός, αν και δεν είναι καθόλου πλήρης ή απολύτως ακριβής, είναι ένα σημαντικό βιβλίο διότι αποτελεί την πρώτη συστηματική διατύπωση, σε περίληψη, αυτού που θα γινόταν αργότερα γνωστό ως Θεοσοφία. Τα βιβλία εξεδόθησαν το 1884 και 1885. Από το 1875 και εξής η σχεδόν συνεχής συγγραφή άρθρων και επιστολών από την Ε.Π.Μ. περιελάμβανε πτυχές των διδασκαλιών. Αυτά τα κείμενα έχουν τώρα συγκεντρωθεί και εκδοθεί σε δεκατέσσερεις τόμους που απαρτίζουν τα «Άπαντα».
Η Ε.Π.Μπλαβάτσκυ ανήκε στη Θεοσοφική Εταιρεία της Ινδίας επί δύο χρόνια κατά τη διάρκεια των οποίων τα φαινόμενά της και οι επαφές της με τους Διδασκάλους είχαν ευρέως καταδειχθεί. Κάποιοι, όμως, ακόμα και στην Έδρα της Εταιρείας δεν δέχονταν αυτές τις εκδηλώσεις ως γνήσιες. Επιπλέον, στα φαινόμενα δεν πίστευαν καθόλου οι τοπικοί ιεραπόστολοι.
Κάποιες επιστολές που υποτίθεται ότι προέρχονταν από την Ε.Π.Μ. και απευθύνονταν σε μέλη του προσωπικού του Αντυάρ έδιναν καθαρά την εντύπωση ότι τα φαινόμενα της Ε.Π.Μ. βασίζονταν στο δόλο. Μετά από μακρά διερεύνηση ένας ερευνητής της Εταιρείας Ψυχικών Ερευνών, που βασίστηκε πολύ σε δυσμενείς μαρτυρίες και σε ένα γραφολόγο, ανακοίνωσε ότι η Ε.Π.Μ. τους είχε εξαπατήσει.
Αυτή η ανακοίνωση περιελήφθη σε κάποιο έγγραφο που υιοθέτησε η Εταιρεία Ψυχικών Ερευνών (S.P.R.) και που αργότερα έγινε γνωστό σαν Αναφορά Χόντγκσον. Έκτοτε, την έχουν αποκηρύξει πολλοί ερευνητές, τελευταία ακόμα και η ίδια η S.P.R. Μια τραγική συνέπεια της αναφοράς ήταν ότι υπέδειξαν στην Ε.Π.Μ., που πάντως εκείνη την εποχή αντιμετώπιζε μεγάλα προβλήματα υγείας, να φύγει από το Αντυάρ.
Όταν έφυγε από την Ινδία η Ε.Π.Μ. πήγε στην Αγγλία, μέσω Γερμανίας και Βελγίου. Αυτό το διάστημα, όταν η υγεία της και άλλες καταστάσεις της το επέτρεπαν, ασχολείτο με τη συγγραφή της Μυστικής Δοξασίας που εκδόθηκε στο Λονδίνο το 1888.
Αυτό είναι το σημαντικότερο θεοσοφικό της έργο. Είναι μια έκθεση του συνόλου της Αρχαίας Σοφίας που ήσαν έτοιμοι, τότε, οι Διδάσκαλοι να κοινοποιήσουν. Είναι ένα τεράστιο έργο όπου γίνεται αναφορά σε 1100 άλλες εργασίες και όπου εξηγούνται οι αρχαίες και σύγχρονες θρησκείες και φιλοσοφίες και σχηματίζουν το υπόβαθρο ενός σπουδαίου συστήματος γνώσης όλης της παγκόσμιας σκηνής και του ανθρώπου μέσα σε αυτήν.
Με θαυματουργό τρόπο ο Δάσκαλός της κράτησε την Ε Π.Μ. ζωντανή σε δύο-τρεις περιστάσεις σοβαρότατης ασθένειας, για να ολοκληρώσει το έργο που δύο χρόνια αργότερα το διαδέχτηκε «Το Κλειδί της Θεοσοφίας».
Κάποιες φορές τονίστηκε ότι η Ε.Π.Μ. ήταν ο μοναδικός αντιπρόσωπος των Διδασκάλων. Με την αναχώρησή της από το Αντυάρ η εκεί επιρροή τους σταμάτησε. Μια συνέπεια αυτού του γεγονότος είναι ότι οι περισσότεροι από τους Τσέλα [1] τους «εξαφανίστηκαν» (περιλαμβανομένου και του Νταμοντάρ που δεν επέστρεψε ποτέ στην Εταιρεία από το Θιβέτ).
Επικοινωνία με Διδασκάλους
Έχουμε, επίσης, την κατηγορηματική δήλωσή της ότι, σε περίπτωση κατά την οποίαν θα έπαυε να δρα ως αντιπρόσωπος των Διδασκάλων, δεν θα υπήρχε περαιτέρω επαφή μαζί τους. [2]
Αργότερα όλα αυτά φάνηκε να ξεχάστηκαν ή να αγνοήθηκαν. Πολλοί άνθρωποι και εντός και εκτός της Εταιρείας π.χ. η Άλις Μπέϊλυ, ισχυρίστηκαν κατόπιν ότι βρίσκονταν σε επαφή με τους Διδασκάλους και ότι είχαν λάβει μηνύματά τους.
Αυτές οι επικοινωνίες, μερικές από τις οποίες ήταν πολύ πλούσιες σε περιεχόμενο και εντυπωσιακές, είχαν γίνει, εντούτοις, δεκτές ψυχικά ή είχαν «διοχετευθεί»: το σημαντικότερο είναι ότι ήσαν όλες ανεπιβεβαίωτες.
Οι επικοινωνίες μέσω ψυχικών μέντιουμ δεν ήταν η μέθοδος που χρησιμοποιούσαν οι Διδάσκαλοι. Αυτά τα στοιχεία, η φύση του μηνύματος και η ιδιαίτερη θέση της Ε.Π.Μπλαβάτσκυ είναι πρωταρχικής σημασίας, όταν αναλογισθούμε τί επακολούθησε στην αρχή του 20 αι., ποιά η παρούσα κατάσταση της Εταιρείας και η επιτυχημένη εκτίναξή της στον 21 αιώνα.
Άνι Μπέζαντ
Αποτελεί σημαντικό γεγονός ότι η Άνι Μπέζαντ έγινε δεκτή με ανοιχτές αγκάλες στη Θεοσοφική Εταιρεία από την Ε.Π.Μ., κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής της, βλέποντας στο πρόσωπό της έναν έξοχο και ικανό βοηθό. Αργότερα έγινε δεκτή στην Εσώτερη Ομάδα των δώδεκα της Ε.Π.Μ.
Μια αναφορά στην Άνι Μπέζαντ στις Επιστολές των Μαχάτμα δείχνει ότι ήταν γνωστή στους Διδασκάλους. Πουθενά, όμως, δεν αναφέρεται ότι έγινε ποτέ τσέλα, αν και πράγματι έλαβε το 1900 μια αυθεντική, καθώς φαίνεται, επιστολή από τους Διδασκάλους. Δεν υπάρχει άλλη μαρτυρία, εκτός από το δικό της υπαινιγμό πως ήρθε σε επικοινωνία μαζί τους.
Αν είχε γίνει η Άνι Μπέζαντ τσέλα, ο «μαγνητισμός» της από το Σακραβάτι, δήθεν για να «ευθυγραμμίσει τις αρχές της», καθώς περιγράφει βάσει ενός αυτόπτη μάρτυρα ο Δόκτωρ Άρτσιμπολτ Κέιτλι (1895), θα είχε διακόψει οποιαδήποτε σχέση μπορεί να είχε με το Δάσκαλό της.
Μετά το θάνατο της Ε.Π.Μ. η Άνι Μπέζαντ άφησε να εννοηθεί ότι, αναλαμβάνοντας την «Εξώτερη Ηγεσία» του Εσωτερικού Τμήματος -E.S.- ήταν σε επαφή με τους Διδασκάλους.
Επίσης, εισήγαγε τον Ελεύθερο Τεκτονισμό στην Αγγλία και τον συσχέτισε με τη Θεοσοφική Εταιρεία που είχε, όμως, ιδρυθεί τελείως ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη οργάνωση. Πάντως, όλοι οι διεθνείς Πρόεδροι έκτοτε κατέχουν υψηλά αξιώματα ως Ελεύθεροι Τέκτονες (Co-Masons).
Η Ε.Π.Μ. δήλωσε ρητά ότι «δεν αναμιγνυόμαστε με την πολιτική ..», αλλά το κύριο ενδιαφέρον της Άνι Μπέζαντ στην Ινδία ήταν πολιτικό.
Αυτό δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι δεν έκανε τεράστιο καλό ιδρύοντας σχολές και κολέγια και αλλάζοντας κοινωνικές πρακτικές, αλλά αυτές οι δραστηριότητες δεν είναι χαρακτηριστικά θεοσοφικές.
Η πολιτική στοχεύει στο να αλλάζει τα συστήματα για το καλό των ανθρώπων. Η Θεοσοφία στοχεύει στο να αλλάζει τους ίδιους τους ανθρώπους για το μακροπρόθεσμο καλό της ίδιας της ανθρωπότητας.
Δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς ότι στην αρχή της θητείας της ως μέλους της Εταιρείας η Άνι Μπέζαντ ήταν μια ισχυρή φωνή στην υπόθεση της Θεοσοφίας και στη διάδοσή της. Αυτό φαίνεται να το διείδε η Ε.Π.Μ.
Όμως, από την εποχή του «μαγνητισμού» της από το Σακραβάτι, φαίνεται πως, ίσως και υπό την επιρροή του, ασπάσθηκε, πράγματι, τον Ινδουισμό. Αυτό είναι προφανές στα μεταγενέστερα κείμενά της σε τέτοιο βαθμό ώστε μια μείζων αναφορά στη Θεοσοφία στην Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα έχει καταχωρηθεί στο λήμμα του Ινδουισμού.
Εκτός από το Σακραβάτι είναι σχεδόν βέβαιο ότι η Άνι Μπέζαντ επηρεάσθηκε αργότερα πολύ από το Σ. Γ. Λεντμπίτερ. Προφανώς, την έπεισε στο ζήτημα της Φιλελεύθερης Καθολικής Εκκλησίας και στο περιστατικό με τον Κρισναμούρτι.
Σ. Γ. Λεντμπίτερ
Ο Σ. Γ. Λεντμπίτερ έγινε μέλος της Εταιρείας το 1883. Αντίθετα με την Άνι Μπέζαντ δεν έτυχε θερμής υποδοχής εκ μέρους της Ε.Π.Μ. ούτε και έγινε δεκτός στην Εσώτερη Ομάδα.
Εκπαιδεύτηκε για κάποιο διάστημα από έναν κανονικό τσέλα στο Αντυάρ και ανέπτυξε τη διόρασή του αλλά δεν αναφέρεται πουθενά ότι δόθηκε συνέχεια σε αυτή τη σχέση.
Πήρε, πράγματι, απάντηση στην πρώτη του επικοινωνία με τους Διδασκάλους αλλά δεν υπάρχει μαρτυρία που να επιβεβαιώνει ότι είχε ποτέ περαιτέρω επαφή μαζί τους μετά απ' αυτές τις πρώτες επιστολές.
Αποκαλύφθηκε, επίσης, ότι η ειλικρίνειά του ήταν αμφισβητήσιμη : για παράδειγμα, οι δηλώσεις του για την ηλικία του, την οικογένειά του στη Νότιο Αμερική και ο υπαινιγμός του ότι είχε φοιτήσει στην Οξφόρδη αποδείχτηκαν αργότερα ψευδείς.
Υπό το φως αυτών που είπε ο Διδάσκαλος Κ. Χ. για το Θεό, τη θρησκεία και την ιερατική κάστα στην Επιστολή Χ του Μαχάτμα, αν ο Λεντμπίτερ είχε διατελέσει τσέλα, δεν θα μπορούσε ποτέ να έχει συμμαχήσει με τη Φιλελεύθερη Καθολική Εκκλησία και σίγουρα δεν θα είχε επιτρέψει στον εαυτό του να γίνει Επίσκοπος και, κατόπιν τούτου, να φορά πάντα τα ανάλογα ενδύματα. Οι Διδάσκαλοι είχαν πει ότι «ο κύριος στόχος μας είναι να λυτρώσουμε την ανθρωπότητα απ' αυτόν τον εφιάλτη… κ.λ.π .». [3]
Τούτο είναι σημαντικό, αν λάβουμε υπόψη τους μεταγενέστερους ισχυρισμούς του Σ.Γ.Λεντμπίτερ ότι είχε στενή και διαρκή σχέση όχι μόνο με έναν αλλά με πολλούς Διδασκάλους, ακόμα και με τους υψηλά ιστάμενους στην Ιεραρχία, από τους οποίους ισχυριζόταν ότι είχε εκπαιδευτεί κατά περιόδους σε θέματα όπως η αγωγή του Κρισναμούρτι.
Υπό το φως ορισμένων απ' αυτές τις υποτιθέμενες επαφές π.χ. με τον Κόμη Σεν Ζερμέν, τον Ιησού κ.λ.π. εδικαιολογείτο η σχέση της Φιλελεύθερης Καθολικής Εκκλησίας με την Εταιρεία.
Όμως, τόσο η Εκκλησία όσο και οι Ελεύθεροι Τέκτονες αντιπροσώπευαν θρησκευτικά συστήματα του παρελθόντος. Και οι δύο είχαν ρίζες στην τελετουργική μαγεία, την πρακτική την οποία δεν ενέκρινε η Ε.Π.Μ. λόγω των πιθανών κινδύνων που ελλόχευαν. Σε μια επιστολή που έγραψε ο Νταμοντάρ στο Σίνετ, τόσο ο Τεκτονισμός όσο και ο Ροδοσταυρισμός απαγορεύονταν ρητά. [4] Κατά την ίδρυση της είχε προταθεί η Εταιρεία να γίνει Τεκτονική. Ελήφθη κατηγορηματικά αρνητική απόφαση. Επίσης, αμφισβητούνται και άλλες συμπεριφορές των τότε ηγετών.
Λαμβανομένων υπόψη των διαφόρων σχολίων της Ε.Π.Μ. για τον Τεκτονισμό που είχε χάσει τα μυστικά του (στον οποίον έγινε δεκτή λόγω της γνώσης της γι' αυτόν, χωρίς όμως ποτέ να «μυηθεί» επισήμως), πώς προέκυψε τα γεγονός ότι οι Ηγέτες της Εταιρείας όχι μόνο υιοθέτησαν τον Τεκτονισμό, αλλά και το Αιγυπτιακό Τελετουργικό που ο Σ.Γ.Λεντμπίτερ μαζί με ένα σύντροφο στην Αυστραλία είχαν επινοήσει και που ακόμα εφαρμόζεται ευρέως από κάποια μέλη του Eσωτερικού Τμήματος;
Κρισναμούρτι
Ο Σ.Γ.Λεντμπίτερ «ανακάλυψε» τον Κρισναμούρτι. το 1909. Μετά από πολλές δυσκολίες, περιλαμβανομένων και δικαστικών αγωγών, αυτός και ο αδελφός του ανατράφηκαν από την Εταιρεία.
Χαιρετίστηκε ως ο μελλοντικός εκπρόσωπος του Κυρίου Μαϊτρέγια. Τον είδαν ακόμα και σαν δεύτερη εμφάνιση του Κυρίου. Είχε ασυνήθη χαρίσματα αλλά κατά βάση οι «ενοράσεις» του Σ.Γ.Λεντμπίτερ είναι αυτές που τον εδραίωσαν αρχικά στο ρόλο του. Ο ίδιος ο Κύριος Μαϊτρέγια θεωρείται ότι καθοδήγησε το Σ.Γ.Λεντμπίτερ ως προς την αγωγή και εκπαίδευσή του. Ανατράφηκε και προετοιμάσθηκε σαν Άγγλος τζέντλεμαν απέχοντας πολύ από έναν Ινδουιστή «Αβατάρ».
Όσοι ασχολούνταν με την ανατροφή και την παιδεία του, δηλαδή ο Σ.Γ.Λεντμπίτερ και ο Ντικ Μπάλφουρ – Κλάρκ, ήσαν στην ουσία δεύτερης γενιάς Θεόσοφοι. Γι' αυτό και ο Κρισνατζί, πιθανώς, δεν έμαθε ποτέ για τις διδασκαλίες της Ε.Π.Μ. / Διδασκάλων.
Είναι επίσης αμφίβολο αν ο ίδιος ο Κρισνατζί είχε ποτέ άμεση εμπειρία «Διδασκάλων» ( Master experience ) αν και, πράγματι, κάποτε περιέγραψε ότι είχε δει σε όραμα τρεις Διδασκάλους. Όμως, αν είχε βιώσει πραγματική εμπειρία, δεν θα μπορούσε ούτε να την έχει ξεχάσει ούτε, κατόπιν τούτου, να έχει αμφισβητήσει την ύπαρξή τους και αργότερα να τους έχει απαρνηθεί.
Επιπλέον, καθώς οι διδασκαλίες του Κρισνατζί για ελευθερία, αυτοδυναμία, μη εξάρτηση από εξουσίες και θεσμούς κ.ο.κ. είναι όλες απολύτως σύμφωνες με την «Κύρια» Θεοσοφία, δεν θα υπήρχε λόγος να απαρνηθεί ούτε αυτήν αλλά ούτε και τη σχέση του με την Εταιρεία.
Το σημείο εκείνο στο οποίο ζημιώθηκε ήταν ότι ποτέ δεν εξοικειώθηκε με τον ωκεανό της Θεοσοφικής γνώσης, που όχι μόνο θα δικαίωνε σε μεγάλο βαθμό τις απόψεις του, αλλά θα του παρείχε και σχετικά δεδομένα για να τα χρησιμοποιήσει στη διδασκαλία του, π.χ. τη διαφορά ανάμεσα στην προσωπικότητα και την ατομικότητα, την ουσιαστική ιδέα της Ενότητας και, αν είχε ενδιαφερθεί, γι' αυτή καθαυτή τη φύση του Εαυτού, για τη συνολική κοσμική δομή και τις διαδικασίες.
Η «εκτίναξή» του ήταν και πάλι μια ανατροπή, όπως συνέβη και με την περίπτωση της Φιλελεύθερης Καθολικής Εκκλησίας και των Ελεύθερων Τεκτόνων, ως προς το παραδοσιακό παλαιό θρησκευτικό σύστημα αυταρχικού καθεστώτος.
Η δεύτερη έλευση του Χριστού θεωρείτο επικείμενη εκείνη την εποχή (στα 1920), ενώ, σύμφωνα με τους Διδασκάλους και τη Θεοσοφική διδασκαλία, μια τέτοια «δεύτερη έλευση», δηλαδή, η εμφάνιση ενός Αβατάρ, δεν αναμενόταν πριν από την πάροδο χιλιετιών. Σε κάθε περίπτωση η αποκοπή της Εταιρείας από τους Διδασκάλους έκανε μια τέτοια «έλευση» εξαιρετικά απίθανη.
Η αλαζονεία όσων διατείνονταν ότι ήσαν ικανοί να επιλέξουν τους δώδεκα αποστόλους του Κρισνατζί ήταν ένα παράδειγμα των διεστραμμένων απόψεων που είχαν αυτοί οι ίδιοι οι ηγέτες. Σίγουρα ένα «Αβατάρ» θα ήταν ικανό να επιλέξει μόνο του τους αποστόλους του.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με τη φύση του Κάρμα η αγωγή και το περιβάλλον του κατά την πρώτη περίοδο θα ήταν σε απόλυτη αρμονία χωρίς την παρέμβαση του Σ.Γ.Λεντμπίτερ. Πολλά είναι αυτά που προβληματίζουν ως προς την ανατροφή του Κρισνατζί: σε μια περίπτωση, σύμφωνα με φήμες, το προσωπικό του μαγειρείου στο Αντυάρ άλλαξε γιατί ανήκε σε λάθος κάστα. Είναι δύσκολο κάτι τέτοιο να γίνει κατανοητό προκειμένου περί μιας Εταιρείας που ρητά δεν επιτρέπει τέτοιες διακρίσεις.
Η αναγνώριση της πνευματικής εξέλιξης του Κρισνατζί από μια διορατική εξέταση της αύρας του, όταν ήταν πολύ νέος αναμφισβήτητα έδειξε την ικανότητα που είχε ο Σ.Γ.Λεντμπίτερ., αλλά αυτό δεν επιβεβαιώνει τον ισχυρισμό του ότι είχε λάβει μηνύματα από το «Βασιλέα του Κόσμου».
Το γεγονός της «ανακάλυψης» του Κρισνατζί, η ανατροφή του και, εν συνεχεία, η υιοθέτησή του ως οχήματος για τον Κύριο – Μαϊτρέγια ήταν ουσιαστικά η αποκορύφωση της «διάστασης» από την Κύρια Θεοσοφία.
Η απόρριψη του Κρισνατζί αυτής της θέσης αποτέλεσε σοβαρό πλήγμα για την Άνι Μπέζαντ, η οποία προφανώς πίστευε βαθιά στη διακήρυξή της για τη Νέα Έλευση. Η αντίδραση του Σ.Γ.Λεντμπίτερ σε αυτή την απόρριψη φαίνεται ότι ήταν μικρότερης έκτασης και πολύ λιγότερο οδυνηρή από την αντίδραση της Άνι Μπέζαντ, αν και υπέστη πλήγμα το κύρος του ως εκείνου που είχε ανακαλύψει, προστατεύσει και εκπαιδεύσει αυτό το νέο θείο όχημα.
Μετά την αποχώρηση του Κρισνατζί από την Εταιρεία, μειώθηκε σταδιακά και το κύρος της Άνι Μπέζαντ, κατόπιν δε τούτου, η υγεία της άρχισε να φθίνει σιγά-σιγά.
Δεύτερη Γενιά Θεοσοφίας
Το γεγονός ότι ούτε η Άνι Μπέζαντ ούτε ο Σ.Γ.Λεντμπίτερ, μετά από ίσως ένα ή δύο αρχικά περιστατικά, δεν επικοινωνούσαν πράγματι με κάποιον Διδάσκαλο, όσο κι αν οι ίδιοι μπορεί να πίστευαν ότι στα αλήθεια επικοινωνούσαν, έχει σοβαρές επιπτώσεις, αν λάβουμε υπόψη μας τί είπαν και τί έπραξαν όταν ανέλαβαν θέσεις εξουσίας.
Η όλη πορεία της Εταιρείας μετά ταύτα ήταν ένα κατασκεύασμα! Κατάντησε παντομίμα που, κυρίως, επινόησε και ενορχήστρωσε ο Σ.Γ.Λεντμπίτερ :ένα παραμύθι μεν, που, όμως, το διαπερνούσε ένα νήμα αλήθειας.
Εκτός από σποραδικές αναφορές στην Ε.Π.Μ. ως «τη σεβαστή δασκάλα μας», σπάνια γινόταν μνεία ή μελέτη των ίδιων των κειμένων της. Προέκυψε, όμως, μια πληθώρα κειμένων που υποτίθεται ότι ήσαν «θεοσοφικά» και από την Άνι Μπέζαντ και από το Σ.Γ.Λεντμπίτερ αργότερα δε και από άλλους.
Τα κείμενα του Σ.Γ.Λεντμπίτερ ήσαν σε μεγάλο βαθμό χρωματισμένα από τις δικές του πραγματικές ή φανταστικές διορατικές αντιλήψεις και από τις ερμηνείες του γι' αυτές.
Εδώ, αξίζει να σημειωθεί ότι στη γραμματεία της Ε.Π.Μ. / Διδασκάλων γίνεται ελάχιστη αναφορά και δεν υπάρχουν διαγράμματα των Τσάκρα που τόσο πολύ προβλήθηκαν από μεταγενέστερους συγγραφείς. Οι ελάχιστες αναφορές βρίσκονται στα έγγραφα της Εσώτερης Ομάδας. [5]
Μολονότι τα κείμενα της Άνι Μπέζαντ και του Σ.Γ.Λεντμπίτερ μπορούν να κατακριθούν από καθαρά θεοσοφική άποψη, πολλά από όσα έγραψε η Άνι Μπέζαντ αποτέλεσαν σημαντική πνευματική διδασκαλία. Όμως, είχαν συμβατικό, κλασικά θρησκευτικό χαρακτήρα, προερχόμενα σε μεγάλο βαθμό από τα Ινδικά ιερά κείμενα αλλά με Χριστιανικό και «θεοσοφικό» ύφος.
Είχε γράψει κριτική για τη Μυστική Δοξασία όταν εκδόθηκε. Πρέπει να της έκανε βαθιά εντύπωση, αλλά εκτός από το ότι αναγνώριζε το χρέος της προς την Ε.Π.Μ., πολύ σπάνια, αναφερόταν ειδικά στη διδασκαλία της Μυστικής Δοξασίας ή στη διδασκαλία από «Το Κλειδί της Θεοσοφίας».
Ο Σ.Γ.Λεντμπίτερ φαίνεται πως δεν διάβασε ποτέ κανένα απ' αυτά τα δύο βιβλία. Εκθέτει τον εαυτό του ως «απόκρυφος» συγγραφέας στην Εισαγωγή του βιβλίου του «Το Αστρικό Πεδίο» λέγοντας ότι το χειρόγραφό του θεωρείτο τόσο σπουδαίο ως έκθεση-ερμηνεία των φαινομένων ώστε οι Διδάσκαλοι το ήθελαν για τα αρχεία τους.
Είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί θα μπορούσε να συμβαίνει κάτι τέτοιο. Μεγάλο μέρος των πληροφοριών που μας παρέχονται στο βιβλίο διαφέρει από τη διδασκαλία τους και, επιπλέον, δεν είναι σαφές π.χ. ποιό «αστρικό» πεδίο περιγράφει, εκείνο της Ε.Π.Μ. ή το της ΑΜπέζαντ/ Σ.Γ.Λεντμπίτερ, όπου κατά την Ε.Π.Μ. είναι το 2ο πεδίο της Φύσης και των Α.Μπ./ Σ.Γ.Λ. το 4ο .
Επίσης, δεν υπάρχει αναφορά στο «αιθερικό διπλό» στην κατάταξη των ανθρώπινων αρχών κατά την Ε.Π Μ. / Διδασκάλους. Σε αυτό το διπλό ο Σ.Γ.Λεντμπίτερ αποδίδει πολλές από τις ιδιότητες που η Ε.Π.Μ. αποδίδει στο «αστρικό σώμα».
Είναι σημαντικές οι αλλαγές στην αρίθμηση των αρχών, όπου το Κάμα (συγκινήσεις, επιθυμίες) τοποθετείται 2ο αντί 4ο . Η αναλογία και οι αντιστοιχίες βοηθούν στην κατανόηση της Μυστικής Δοξασίας.
Στη γραμματεία των Διδασκάλων το Κάμα ως η 4 η αρχή τονίζεται κατά τα εξελικτικά στάδια της ανάπτυξης στον 4ο Γύρο, την 4η Φυλή, την 4η Ουσία. Όχι, στη 2η.
Ένα παράδειγμα του βαθμού που τα μέλη της Θεοσοφικής Εταιρείας, από τα παλαιότερα μέχρι τα νεώτερα, είχαν «μολυνθεί» από το Σ.Γ.Λεντμπίτερ αποδεικνύεται από την αποδοχή εκ μέρους του Τζιναραζαντάσα του γεγονότος ότι το χειρόγραφο για το Αστρικό Πεδίο του Σ.Γ.Λ. είχε πράγματι μεταδοθεί με μαγικό τρόπο στους Διδασκάλους.
Προφανώς, και η δήλωση του Τζιναραζαντάσα ότι εκείνος μαζί με άλλους είχε δεχθεί διάφορες μυήσεις για τις οποίες δεν ήξερε τίποτα εκτός από όσα του είπε ο Σ.ΓΛ. επαναφέρει το ερώτημα σχετικά με την ειλικρίνεια του τελευταίου.
Καθώς προχωρούσαν τα χρόνια η απόκλιση ανάμεσα στις διδασκαλίες της Ε.Π.Μ./Διδασκάλων και τη δεύτερη γενιά Θεοσοφίας διευρύνθηκε. Ακόμα και βασικά δεδομένα άλλαξαν π.χ. εισήχθη το «αιθερικό διπλό» (με τέσσερεις «αιθερικές» καταστάσεις φυσικής ύλης), μετατροπές στην ταξινόμηση των αρχών και επιπέδων και περιγραφή του Σ.Γ.Λεντμπίτερ των μεταθανάτιων καταστάσεων που διαφέρει πολύ από αυτή των Διδασκάλων, κ.λ.π.
Η απόκλιση των δύο συστημάτων έγινε εμφανέστατη με την έκδοση των Επιστολών των Μαχάτμα το 1924/5. Ήταν ατυχές που, για διάφορους λόγους, η δημοσίευσή τους είχε καθυστερήσει μέχρι τότε.
Εκτός από το «απόκρυφο» υλικό που περιέχουν αυτές οι επιστολές, θέτουν το υπόβαθρο ενός συγκεκριμένου στόχου για την ίδρυση της Εταιρείας. Αυτό ήταν στενά συνδεδεμένο με το ότι οι Διδάσκαλοι θεωρούντο σαν μια βαθμίδα στο σύνολο των μελών της Εταιρείας, με τους αποδεχτούς Τσέλα ως δεύτερο και τα τακτικά μέλη ως τρίτο.
Κατ' αρχήν, έτσι είχε η κατάσταση, αλλά, προφανώς, έπαυσε να ισχύει με το θάνατο της Ε.Π.Μ.(αν όχι και πριν απ' αυτόν). Μια απόπειρα να ισχύσει εκ νέου αργότερα με διάταγμα ήταν προφανώς πλασματική.
Οι Επιστολές (των Μαχάτμα) περιγράφουν, επίσης, με κάποια λεπτομέρεια τις συνθήκες που ήσαν απαραίτητες για μια σχέση ανάμεσα στους Διδασκάλους και τους Τσέλα τους. Οι συνθήκες αυτές ήσαν πολύ αυστηρές, ιδιαίτερα αναφορικά με την εντιμότητα και την ευθύτητα.
Κατά την περίοδο που ακολούθησε το θάνατο της Ε.Π.Μ. και με την εθελούσια απόσυρση των Διδασκάλων και πάλι στο σκοτάδι, αντί για άμεση καθοδήγηση ή κάποια σχέση με το Διδάσκαλο, ακόμα κι αν κάποιος τον επισκεπτόταν στο Αστρικό, η πρακτική εξελίχθηκε στο να γίνεται έμμεσα.
Για παράδειγμα, οι άνθρωποι μεταφέρονταν για μύηση στους Διδασκάλους μέσα στο αστρικό τους σώμα κ.λ.π. πράγμα, όμως, για το οποίο την επόμενη μέρα δεν γνώριζαν τίποτα εκτός από όσα τους είχαν λεχθεί. Σε ένα ή δύο σημεία οι Διδάσκαλοι, πράγματι, λένε ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί κατά την εκπαίδευση αλλά όχι δι' εκπροσώπου. Επιπλέον, οι μυήσεις είναι ζήτημα αναβάθμισης της αφυπνιζόμενης συνειδητότητας και τούτο μπορεί να συμβεί μόνο όταν έχουν επιτευχθεί ορισμένες συνθήκες που δημιουργεί απαραίτητα ο σπουδαστής. Όχι, κάποιος άλλος για λογαριασμό του.
Το Παρόν
Ασχέτως προς την κατάσταση της Εταιρείας, χάρη στην επιμονή και αρωγή των Διδασκάλων και τις θυσίες της Ε.Π.Μ., ο κόσμος και ιδιαίτερα η Εταιρεία διαθέτουν μια πλούσια και αυθεντική βιβλιογραφία εμπνευσμένη από τους Μύστες – Διδασκάλους.
Η ίδια η Εταιρεία είναι σήμερα μια παγκόσμια οργάνωση ιδεαλιστικού και αγαθοεργού χαρακτήρα, που εμπνέεται από την ιδέα της παγκόσμιας αδελφότητας αλλά ο δεύτερος και ο τρίτος στόχος ερμηνεύονται πολύ ελεύθερα και τόσο πλατιά ώστε να περιλαμβάνουν οτιδήποτε, από τα Α.Τ.Ι.Α. μέχρι ό,τι γενικώς θεωρείται ασυνήθιστο και προκαλεί αίσθηση.
Και όλα αυτά συμβαίνουν, όμως, απέναντι σε ένα σκηνικό αυτού που θα μπορούσε να ορισθεί ως «θρησκεία» ή πνευματικότητα, κυρίως, μέσω, π.χ. των Ανατολικών εξωτερικών ιερών γραφών και διαφόρων ιδεών πάνω στη Θεοσοφία, μεθόδων γιόγκα και διαλογισμού. Κατά τόπους παρατηρείται, επίσης, ισχυρή προσκόλληση στη Φιλελεύθερη Καθολική Εκκλησία και τον Ελεύθερο Τεκτονισμό σαν να αποτελούσαν, πράγματι, μέρος τους Θεοσοφικού κινήματος.
Σε μερικά μέρη, συγκεκριμένα στην Αφρική, η Θεοσοφική Εταιρεία ταυτίζεται με τη Θεοσοφική Τάξη Λειτουργίας. Μέσω της ιδέας της αδελφότητας η φιλανθρωπία, ως ιδέα, υποβάλλεται σε κάθε μέλος. Όμως, υπάρχουν εκατοντάδες φιλανθρωπικών οργανώσεων στις οποίες μπορεί να προσφέρει κανείς έργο και δεν μπορεί να υπάρχει τίποτα ιδιαίτερο με τη «θεοσοφική» που να δικαιολογεί τη σχέση της με την Εταιρεία.
Παρομοίως, η Στρογγυλή Τράπεζα είναι μια θαυμάσια οργάνωση αλλά και πάλι δεν διαθέτει κάτι ειδικά θεοσοφικό.
Οι ομάδες Θεοσοφικής Επιστήμης, ενώ φροντίζουν να ενημερώνουν τα ενδιαφερόμενα μέλη πάνω σε τρέχοντα επιστημονικά θέματα, πολύ σπάνια συνδέουν την επιστήμη με οτιδήποτε έχει συγκεκριμένα άμεση σχέση με την κλασική Θεοσοφική γραμματεία. Επειδή μερικοί επιστήμονες – μέλη έχουν εντοπίσει ανακρίβειες και ανακολουθίες σε «επιστημονικές» καταγραφές στα κείμενα, έχουν εγκαταλείψει συνολικά το μεγαλειώδες Θεοσοφικό σύστημα, δείχνοντας τουλάχιστον ότι τους λείπει η αίσθηση αναλογίας.
Εκεί όπου οι παλαιότερες Στοές έχουν επιβιώσει και σε κεντρικές βιβλιοθήκες που διαθέτουν εξειδικευμένα Τμήματα, βιβλία για τη Θεοσοφία που εκτίθενται ή είναι καταχωρημένα σε καταλόγους, ανήκουν κυρίως σε συγγραφείς της δεύτερης γενιάς. Το περιεχόμενό τους συνολικά θεωρείται ότι χωρίς αμφιβολία υπάγεται στη Θεοσοφία.
Κάποιοι, μεμονωμένα, προσπαθούν να διορθώσουν αυτή την κατάσταση αλλά η επιρροή τους σε γενικές γραμμές είναι πολύ μικρή. Μόνο σποραδικό και όχι συστηματοποιημένο ενδιαφέρον εκδηλώνεται προς την κλασική Θεοσοφική γραμματεία της εποχής της Ε.Π.Μ. / Διδασκάλων. Διαδίδεται ευρέως η ιδέα ότι η ζηλότυπα φυλασσόμενη ελευθερία σκέψης των μελών σημαίνει ότι οποιοσδήποτε μπορεί να διατυπώσει άποψη ή γνώμη για τη «Θεοσοφία».
Βέβαια, αυτό γινόταν στην αρχή του 20 ου αι. Σχεδόν με πάθος τονιζόταν τότε ότι δεν υπήρχε κανένα συγκεκριμένο «θεοσοφικό» σύστημα σκέψης, γνώσης ή διδασκαλίας. Ο «δογματισμός» ήταν ο μεγάλος φόβος.
Όμως, αυτή η λέξη χρησιμοποιείτο και χρησιμοποιείται ακόμα κατά τόπους με λανθασμένο τρόπο. Δόγμα, σημαίνει μια αναγκαστική πίστη, πράγμα που δεν ισχύει για τα μέλη της Θεοσοφικής Εταιρείας. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν δεδομένες επιταγές σαν αυτές που μας έχουν παραδοθεί από τους Διδασκάλους, που ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν αυτά για τα οποία μιλούν ή γράφουν, δηλαδή, δεν εικάζουν, δεν διατυπώνουν γνώμες, δεν προβάλλουν θεωρίες.
Όλα τα «πιστεύω» που αφορούν στη Θεοσοφία και στη Θεοσοφική Εταιρεία θα έπρεπε να διερευνώνται με σοβαρότητα αντιπαραβαλλόμενα προς εκείνα που μπορεί εύκολα να ανακαλύψει κανείς από τις αρχικές διδασκαλίες και προθέσεις ως προς την Εταιρεία. Αυτό είναι δυνατό να επιτευχθεί, με σοβαρή μελέτη του βιβλίου «Το Κλειδί της Θεοσοφίας».
Ό,τι προαναφέρθηκε περί «κατασκευάσματος» στην Εταιρεία ισχύει και για το Εσωτερικό Τμήμα, όπως για παράδειγμα η υπονοούμενη σχέση της με τους Διδασκάλους μέσω του επικεφαλής της ομάδας (Outer Head). Δεν υπάρχει τέτοια σχέση στην πραγματικότητα.
Επιπλέον, ο υπαινιγμός για μυστικότητα ή ακόμα και εθελούσια απομόνωση, ότι κατέχει μέρος της εσωτερικής γνώσης που μπορεί να το μεταδώσει στα μέλη είναι και αυτός «κατασκεύασμα». Κάνει έκκληση προς επίδοξους οπαδούς να γίνουν τσέλα και επιβάλλει εκ των προτέρων κάποιους κανόνες αλλά παραλείπει την αναγκαιότητα σκληρής εργασίας για τη μελέτη και αφομοίωση των αιώνιων αληθειών της Θεοσοφίας όπως παραδίδονται από τους Διδασκάλους.
Το Μέλλον
Κατά πρώτον, η Εταιρεία του Αντυάρ πρέπει έντιμα και άφοβα να κοιτάξει την παρούσα κατάσταση σε σχέση με το σκηνικό που περιγράφηκε ανωτέρω.
Η αφοσίωση σε παλαιούς ηγέτες, στην προσωπική τους επιρροή και τις διδασκαλίες τους πρέπει να γίνουν ζήτημα δευτερεύουσας σημασίας. Αυτό σημαίνει αναγνώριση του γεγονότος πως ό,τι συνέβη στην Εταιρεία σαν αποτέλεσμα της επίδρασης του Σ.Γ.Λεντμπίτερ, αμέσως ή εμμέσως, της επιρροής του επί της Άνι Μπέζαντ και της διαρκούς επίδρασής του μέσω των γραπτών κειμένων του, είναι ύποπτο. Πρέπει να αναγνωρισθεί ότι αυτά τα κείμενα είναι «από θεοσοφική άποψη» ελλιπή και παραπλανητικά.
Πρέπει, επίσης, να αποτιμηθεί πολύ αντικειμενικά η επίδραση της Άνι Μπέζαντ, λόγω της μακρόχρονης θητείας της ως Προέδρου. Όποια κι αν ήταν η προσωπική της ακεραιότητα, προφανώς παραπλανήθηκε και έκανε λάθη, όπως βλέπουμε στο φιάσκο του Κρισναμούρτι, στην προσχώρησή της στον Ελεύθερο Τεκτονισμό ως μέρους της Θεοσοφικής Εταιρείας και στον τρόπο που χειρίστηκε την «περίπτωση» Τζατζ με τα καταστροφικά αποτελέσματα.
Για τα περισσότερα μέλη μια αλλαγή νοοτροπίας ή των βασικών πιστεύω θα είναι, στην καλύτερη περίπτωση, επίπονη και, στη χειρότερη, δύσκολη αν όχι αδύνατη. Τούτο σημαίνει ότι μόνο ένα μέρος των υπαρχόντων μελών μπορεί, οπωσδήποτε κατ' αρχήν, να αναμένεται να κάνει κάποια ριζική αλλαγή και αυτό το μέρος θα περιλαμβάνει κατ' ανάγκη και μέλη του Εσωτερικού Τμήματος που, προφανώς, θα είναι αφοσιωμένα σε κάποιους αλλά, ενδεχομένως, θα έχουν αποκτήσει και κάποια αυτοδυναμία και θα έχουν μάθει να σκέπτονται ανεξάρτητα.
Μερικά μέλη ήδη αντιμετωπίζουν ή θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες ως προς το ότι ανήκουν στη Φιλελεύθερη Καθολική Εκκλησία και στον Ελεύθερο Τεκτονισμό λόγω της μακρόχρονης σχέσης τους με την Εταιρεία. Πολλοί απ' αυτούς τους θεσμούς, πράγματι, θεωρούνται «θεοσοφικοί», ακόμα δε ταυτίζονται και με την ίδια τη Θεοσοφία.
Είναι, όμως, απαραίτητο να δηλώσει επίσημα η Εταιρεία ότι, από τούδε και εις το εξής, κανένας απ' αυτούς δεν αποτελεί τμήμα της ή έχει κάποια σχέση με τη Θεοσοφική Εταιρεία.
Αυτό δεν σημαίνει ότι τα μέλη δεν είναι ελεύθερα να προσχωρήσουν στη Φιλελεύθερη Καθολική Εκκλησία ή οποιαδήποτε άλλη Εκκλησία ή να γίνουν Τέκτονες ή μέλη οιουδήποτε άλλου θεσμού επιθυμούν, υπό τον όρο να μην είναι εχθρικοί ή να μην εναντιώνονται προς τη Θεοσοφία και να παραμείνουν μέλη της Εταιρείας.
Η Εταιρεία έχει να διακηρύξει το δικό της ξεχωριστό μήνυμα. Αυτό το μήνυμα υπάρχει μόνο στα κείμενα της Ε.Π.Μπλαβάτσκυ και τις Επιστολές των Μαχάτμα. Αυτό το μήνυμα, (όσο έχει γίνει γνωστό), είναι μοναδικό.
Επομένως, η μελλοντική κατεύθυνση της Εταιρείας πρέπει να περιλαμβάνει:
την εξάλειψη της «κατασκευασμένης» επίδρασης του Λεντμπίτερ – σε όλους τους τομείς, συμπεριλαμβανομένης της βιβλιογραφίας και το διαχωρισμό από την Εταιρεία όλων των άλλων οργανώσεων, δηλαδή της Φιλελεύθερης Καθολικής Εκκλησίας και του Ελεύθερου Τεκτονισμού.
Πλήρη εξέταση όλης της βιβλιογραφίας που υποτίθεται ότι είναι «θεοσοφική», μια γενναία διακήρυξη και όχι περαιτέρω προώθηση βιβλιογραφίας που δεν συνάδει απολύτως με την αρχική διδασκαλία. Αυτό δεν συνιστά προγραφή, όμως, όλα τα βιβλία που ισχυρίζονται ότι είναι θεοσοφικά, χωρίς να είναι αυστηρά θεοσοφικά, πρέπει να τιτλοφορηθούν με ακρίβεια ή να χαρακτηρισθούν ως απόψεις του εκάστοτε συγγραφέα επί του θέματος και όχι, κατ' ανάγκη, αυθεντικές. Φυσικά, τα μέλη είναι ελεύθερα να διαβάζουν ό,τι θέλουν, αλλά μπορούν να προειδοποιούνται, αν όχι να καθοδηγούνται. Το τμήμα οιασδήποτε βιβλιοθήκης Θεοσοφικής Εταιρείας που ισχυρίζεται ότι περιέχει θεοσοφική βιβλιογραφία πρέπει να υφίσταται χωριστά απ' όποιο άλλο διαθέσιμο υλικό, να χαρακτηρίζεται με σαφήνεια και να δίδεται προτεραιότητα στα βιβλία, στους πίνακες βιβλίων, καταλόγους κ.λ.π.
Τη διατήρηση και προώθηση των τριών στόχων της Εταιρείας μαζί με την ενεργητική προώθηση της Θεοσοφίας όπως παραδόθηκε από τους Διδασκάλους.
Σε όλα τα Κέντρα της Θεοσοφικής Εταιρείας, στα Κεντρικά Γραφεία κ.λ.π. πρέπει να υπάρχει κάποιος ειδικευμένος στο να συζητεί θέματα της Θεοσοφίας, να εξηγεί περί τίνος πρόκειται και να συστήνει βιβλία σε όσους ερωτούν. Αυτή η υπηρεσία πρέπει να είναι διαθέσιμη κατά το δυνατό συνεχώς ή να είναι ανηρτημένη μια ανακοίνωση για το πού μπορεί να απευθυνθεί κανείς.
Η εμπορευματοποίηση κάθε μορφής, δηλαδή πώληση βιβλίων ή δημοσιεύσεις χωρίς συγκεκριμένη αναφορά στην προώθηση της γνώσης της Θεοσοφίας δεν είναι μέρος των θεμιτών δραστηριοτήτων της Εταιρείας. «Βασική» βιβλιογραφία μπορεί να αναζητείται σε κανονικά βιβλιοπωλεία ή άλλες οργανώσεις π.χ. στην Αποκρυφιστική Σχολή, στην Ανθρωποσοφική Εταιρεία κ.λ.π. Κάνουμε αυτή τη σύσταση έχοντας κυρίως κατά νου το δεύτερο στόχο μας. Η Εταιρεία ενθαρρύνει τη συγκριτική μελέτη των θρησκειών αλλά δεν οφείλει να εκδίδει ή να παρέχει σχετικά βιβλία.
Πρέπει να εξετασθεί ο επαγγελματισμός στην εταιρεία. Μολονότι πρέπει να πληρώνει κανείς «για αγαθά και υπηρεσίες», η Θεοσοφία δεν είναι προς πώληση. Θα έπρεπε οι ομιλητές διαλέξεων να αμείβονται; Αν ναι, σε ποιό βαθμό;
Πρέπει να ενθαρρύνεται η σοβαρή μελέτη της «κύριας» βιβλιογραφίας, των δραστηριοτήτων στις Στοές, στα Κέντρα κ.λ.π. και να παρέχονται όλες οι πρακτικές διευκολύνσεις. Πρακτικές διευκολύνσεις πρέπει να παρέχονται για διαλογισμό – αν είναι δυνατό ησυχία και απομόνωση. Ο διαλογισμός, όμως, πρέπει να είναι «θεοσοφικός» δηλ. κλασικός (Πατάντζαλι), το Διάγραμμα της Ε.Π.Μ. ή μόνο σιγή, όχι σύμφωνα με τους κατά τόπους γκουρού και τους ερασιτέχνες με «ειδικές» μεθόδους και ποτέ επί πληρωμή.
Η Εταιρεία, προφανώς, θα χρειάζεται μια ομάδα σπουδαστών αφοσιωμένων στη μελέτη της γραμματείας και τη διάδοση όσων ανακαλύπτουν τόσο μέσα στα κείμενα όσο και εντός τους, καθώς προοδεύουν. Αυτό μπορούν να το παρέχουν μερικά από τα υπάρχοντα μέλη του Εσωτερικού Τμήματος. Προς το παρόν, δεν υφίστανται «εσωτερικοί» ηγέτες ή δάσκαλοι στην Εταιρεία. Έτσι, θα πρέπει ως προς αυτό το ζήτημα να στηριχτεί στις δικές της δυνάμεις. Δεν υπάρχει δικαιολογία για μυστικότητα μέσα στο Εσωτερικό Τμήμα ή στην Εταιρεία αλλά, κατά περίπτωση, κατ' ιδίαν συνεδρίες μελών θα μπορούσαν να είναι αποτελεσματικές για συζήτηση, ανταλλαγή πληροφοριών, αμοιβαία ενθάρρυνση κ.λ.π. Τώρα δεν υπάρχει, προφανώς, ενσώματη επαφή με τους Διδασκάλους, έτσι δεν χρειάζεται να χρησιμοποιείται αυτό το «κατασκεύασμα». Η μελέτη του Ε.Τ. πρέπει να περιορισθεί στα κείμενα του Δασκάλου ή της Ε.Π.Μ. Η Εταιρεία δεν διαθέτει άλλη βιβλιογραφία εμπνευσμένη από Μύστες. Όταν τα μέλη του Ε.Τ. αισθάνονται ότι χρειάζονται κείμενα που να τα εμπνέουν, εκτός από βιβλία όπως «Η Φωνή της Σιγής», «Φως στην Ατραπό» και μερικά από τα κλασικά μυστικιστικά έργα όπως το «Μπαγκαβάτ – Γκιτά», καθώς αυτό είναι προσωπικό ζήτημα, πρέπει να είναι ελεύθερα να τα ανακαλύπτουν. Η διαφοροποίηση ως προς το τί συνάδει με τη Θεοσοφική διδασκαλία θα επιταθεί. Ας προσέχουν οι σπουδαστές τους αυτοχρισμένους δασκάλους και ας προσέχουν να μη δημιουργούν και οι ίδιοι αυτή την εντύπωση. Όταν καταστούν πράγματι ικανοί, θα το μάθουν – θα έχουν «εξουσιοδοτηθεί». Ας μην υποκρίνεται κανείς.
Η σχέση της Εταιρείας με τη «χρήση υπολογιστών», το Διαδίκτυο κ.λ.π. χρειάζεται σοβαρή εξέταση και πρέπει να δοθούν οδηγίες στα Τμήματα.
Για τη Θεοσοφία
Η Ε.Π.Μ. χρησιμοποιούσε τις λέξεις Αποκρυφισμός, Εσωτερισμός, Εσωτερική Επιστήμη κ.λ.π. ως συνώνυμα της Θεοσοφίας. Στη Μυστική Δοξασία αναφέρει αρκετές φορές ότι μέρος της εκεί παρατιθέμενης διδασκαλίας δεν είχε δημοσιοποιηθεί ποτέ πριν. Οι αναφορές αυτές δείχνουν ότι οι διδασκαλίες περιελάμβαναν περισσότερο υλικό απ' όσο είχε περιληφθεί σε οποιοδήποτε δημοσιευμένο θρησκευτικό ή φιλοσοφικό κείμενο.
Αυτή η διάκριση έχει σχεδόν ολοκληρωτικά παραβλεφθεί. Τα μεγάλα Ινδουιστικά ιερά κείμενα έχουν εκληφθεί ουσιαστικά ως Θεοσοφία. Οι μυημένοι Βραχμάνοι γνωρίζουν ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο, αλλά κρατούν την εσωτερική γνώση για τον εαυτό τους.
Έτσι είχαν τα πράγματα όταν η Ε.Π.Μ. κατέστησε μέρος αυτής της γνώσης γνωστό δημοσίως: αντέδρασε ακόμα και ο Σούμπα Ράο Δάσκαλος του οποίου, παρεμπιπτόντως, ήταν ο ίδιος με εκείνον της Ε.Π.Μ. Όλα τα σωζόμενα ιερά κείμενα είναι εξωτερικά, αν και στο μυστικιστικό τους περιεχόμενο απηχούν μεγάλο μέρος του περιεχομένου της Θεοσοφίας.
Τέτοια κείμενα όπως το Μπαγκαβάτ – Γκιτά, τα Πουράνα, πολλά κείμενα των Σούφι και άλλα παγκοσμίως αναγνωρισμένα ιερά κείμενα είναι υπέροχα, δίνουν έμπνευση, είναι εν δυνάμει ικανά να οδηγήσουν τους οπαδούς σε ύψιστες εμπειρίες.
Ούτε αυτά ούτε ο Ινδουισμός ή ο Βουδισμός, υπό τη δημοσιευμένη μορφή τους είναι «εσωτερικά», ούτε βέβαια και η εκδοθείσα πλέον Μυστική Δοξασία εκτός του ότι η διαρκής μελέτη της μεταβάλλει τον τρόπο σκέψης μας και κατανόησης δίνοντάς μας αντιλήψεις που διαφορετικά δεν θα είχαμε αποκτήσει.
Τί περιέχουν τα Θεοσοφικά κείμενα που δεν το περιέχουν τα άλλα; Αν και οι διαφορές μπορεί να φαίνονται επιφανειακές, αυτές καθαυτές, στο σύνολό τους δεν είναι.
Για παράδειγμα, το Ινδουιστικό σύστημα είναι πενταπλό σε ό,τι αφορά τις ανθρώπινες αρχές και τα σκάντας, ενώ το Θεοσοφικό σύστημα είναι επταπλό. Τα επίπεδα της Φύσης είναι επταπλά και καθένα έχει το αντίστοιχο επίπεδο συνειδητότητας.
Στη Θεοσοφία το Κάρμα είναι ένας ευρύς Νόμος που ισχύει σε όλο το σύμπαν, όχι μόνο σε σχέση με τους ανθρώπους μέσω ανταμοιβής ή ανταπόδοσης. Η Θεοσοφία περιλαμβάνει το γενικό εξελικτικό σχέδιο με Αλύσους, Σφαίρες, Γύρους και Φυλές, διαδικασία η οποία κατ' αναλογία ισχύει σε ό,τι είναι σε εκδήλωση π.χ. σε όλα εκείνα τα «πράγματα» που αποτελούν τα βασίλεια της Φύσης. Συνεπώς, κανονικά δεν υπάρχουν «πράγματα», κάθε «πράγμα» είναι μια ζωή.
Μερικά «εσωτερικά» συστήματα του παρελθόντος, όπως η πρωτότυπη Καμπάλα, αντανακλούσαν, σε μερικές περιπτώσεις με ακρίβεια σχεδόν, το θεοσοφικό σχήμα, αλλά δεν ήσαν ούτε τόσο περιεκτικά ούτε τόσο σαφή. Για παράδειγμα, στη Μυστική Δοξασία , η Ε.Π.Μ. συσχετίζει μεγάλο μέρος της Θεοσοφικής διδασκαλίας με τις κύριες παγκόσμιες θρησκείες και εξηγεί σε μεγάλο ποσοστό το συμβολισμό και τις πρακτικές τους.
Το Αποκαλυμμένη Ίσις , επίσης, πραγματεύεται μέρος αυτών. Στο «Αποκαλυμμένη Ίσις» ο σπουδαστής μπορεί να βρει συναρπαστικές συλλήψεις και πολλές εξηγήσεις ακόμα και των δυσνόητων αρχαίων κειμένων. Είναι μια αστείρευτη πηγή πληροφοριών που οδηγούν στην πλήρη και σχετικά συστηματοποιημένη έκθεση στη Μυστική Δοξασία του τμήματος εκείνου της Αρχαίας Σοφίας που ήταν δυνατό να δημοσιευθεί τότε.
Όλη αυτή η γνώση ήταν επιπρόσθετη των «μυστικιστικών» πληροφοριών και διδασκαλιών που υπάρχουν στην εξωτερική γραμματεία. Η διάχυση πληροφοριών και διδασκαλίας που παρέχεται στη Μυστική Δοξασία διεύρυνε τα όρια της γνώσης αρκετά πέραν του σημείου που, μέσω άλλων κειμένων, ήταν τότε προσιτή στους μη ειδήμονες.
Τούτο έχει σε μεγάλο βαθμό αγνοηθεί από τον κόσμο και είναι ακόμα πιο θλιβερό ότι έχει αγνοηθεί από τα περισσότερα μέλη της Θεοσοφικής Εταιρείας που, σύμφωνα με το «Κλειδί», έχουν την ξεχωριστή ευθύνη «του να καταστήσουν γνωστό ότι υπάρχει κάτι που λέγεται Θεοσοφία». Δεν είναι δυνατό να το κάνουν αυτό, αν οι ίδιοι δεν ξέρουν περί τίνος πρόκειται.
Ο Μάχα Τσοχάν χρησιμοποιεί την έκφραση «να εκλαϊκευτεί κάποια γνώση της Θεοσοφίας». Όσοι έχουν προσέξει αυτή τη φράση, έχουν θεωρήσει ότι εννοεί την παράδοση της ευρείας και λόγιας διδασκαλίας της Θεοσοφίας σε μορφή κατάλληλη για αφομοίωση από τον κόσμο γενικώς.
Προφανέστατα αυτό δεν μπορεί να γίνει και κάθε απόπειρα προς τούτο πρέπει τουλάχιστον να υπεραπλουστεύσει τις μεγαλειώδεις συλλήψεις και στη χειρότερη περίπτωση να τις αμβλύνει, μέχρις ότου το βάθος τους και η εσώτερη έννοιά τους χαθεί τελείως. Μια τέτοια απόπειρα, να «εκλαϊκευτεί» η Θεοσοφία κατ' αυτό τον τρόπο και να γίνει ελκυστική στον κόσμο που διαφορετικά δεν θα μπορούσε να την κατανοήσει, είναι πραγματική βεβήλωση.
Όμως, αυτή είναι μια τακτική που χρησιμοποιείται για να αυξήσει τα μέλη της Εταιρείας. Οι τρεις στόχοι της Εταιρείας είναι εκλαϊκευμένοι για να τους προσυπογράψει ο καθένας, αλλά εκτός από του να γίνει όσο το δυνατόν ευρύτερα γνωστό ότι υπάρχει, η ίδια η Θεοσοφία δεν μπορεί να εκλαϊκευτεί.
Τούτο είναι κάτι που πρέπει να αποδεχτούμε όταν εξετάζουμε το μέλλον της Εταιρείας. Δεν πρέπει ποτέ να λησμονούμε τη φύση των πρωτότυπων κειμένων. Ακόμα και στο «Κλειδί της Θεοσοφίας» δεν έγινε καμία απόπειρα για «απλούστευση» ή «άμβλυνση» του κεντρικού θέματος. Τα κείμενα αυτά γράφτηκαν για να έχουν απήχηση στους «διανοούμενους», οι οποίοι με τη σειρά τους, θα διέσπειραν, κατά το δυνατό, το περιεχόμενό τους σε άλλους δηλαδή, οι μεγαλειώδεις ιδέες θα επηρέαζαν όλη την κοινωνία.
Αποτέλεσμα της ουσιαστικής αντικατάστασης της πρωτότυπης γραμματείας με αυτήν των συγγραφέων της δεύτερης γενιάς είναι ότι υπάρχει πολύ λίγο μεταγενέστερο υλικό που να διέπεται από το πνεύμα της Ε.Π.Μ. και των Διδασκάλων. Υπάρχει, πάντως, αρκετό υλικό για να εισαγάγει επίδοξους σπουδαστές στο θέμα.
Για να κατανοήσει κανείς τη Θεοσοφία πρέπει να κάνει σοβαρή και μακρόχρονη προσπάθεια. Στις Σημειώσεις του Μπάουεν «Κυρία Μπλαβάτσκυ, περί του Πώς να μελετήσει κανείς τη Θεοσοφία», η Ε.Π.Μ. του εξήγησε : «Αυτός ο τρόπος σκέψης είναι αυτό που οι Ινδοί ονομάζουν Τζνάνα Γιόγκα» και στη συνέχεια ανέφερε τις πιθανές εμπειρίες που μπορεί να προκύψουν.
Όμως, τίποτα δε μπορεί να γίνει χωρίς προσπάθεια. Η Θεοσοφική Εταιρεία ιδρύθηκε με την παρότρυνση των Διδασκάλων θέτοντας ένα μεγαλειώδη στόχο: τη σωτηρία όλης της ανθρώπινης φυλής μέσω μιας «εκλαΐκευσης» των διδασκαλιών τους. Ασφαλώς μπορούμε, επιστρατεύοντας όλες τις ικανότητές μας, να επιχειρήσουμε να το πετύχουμε.
Ας προσπαθήσουμε!
[1] Ο αποδεκτός μαθητής ενός Πνευματικού Διδασκάλου.
[2] Βλέπε: Επιστολές των Μαχάτμα 136 {Μπάρκερ} 2 και 3 έκδοση.
[3] Ένας προσωπικός Θεός της Θεολογίας. (Επιστολές των Μαχάτμας, Χ, 2 και 3 έκδοση) Βλέπε Ε. Μ., σσ. 57-8, Έκδοση Μπάρκερ.
[4] Ε.Μ. Παλαιά Έκδοση Αρ. 142, Χρονολογικός Αρ.14 Α.
[5] Αυτές τις αναφορές τις έχει ενσωματώσει η Άνι Μπέζαντ στον ΙΙΙ Τόμο της Μ.Δ.
Συγγραφέας: Τζέφρεϋ Φάρδινγκ
Από το «High Country Theosophist”, Μάϊος 1997
Πηγή: blavatsky.gr