Για να κατανοήσει κανείς την ομοιοπαθητική ιατρική χρειάζεται συχνά να ανατρέξει σε πολλά συγγράμματα και πηγές. Στο άρθρο αυτό επιχειρείται μια σφαιρική αλλά συνοπτική επισκόπηση με την οποία μπορεί κανείς να πάρει μια εισαγωγική απάντηση στο ερώτημα τι είναι η ομοιοπαθητική ιατρική.
Οι αρχικές ιδέες και η γέννηση της ομοιοπαθητικής
Το 1790 στη Λειψία, ο τριανταπεντάχρονος τότε γερμανός γιατρός Κρίστιαν Φρίντριχ Σάμουελ Χάνεμαν (Christian Friedrich Samuel Hahnemann, (10 Απριλίου 1755 – 2 Ιουλίου 1843), ανέλαβε να μεταφράσει μια πραγματεία του William Cullen στη φαρμακολογία. Κατά τη μετάφραση παρατήρησε ότι υπήρχε μια αναφορά πως τα συμπτώματα της χρήσης κινίνης από έναν υγιή οργανισμό έχουν πολύ μεγάλες ομοιότητες με εκείνα των ασθενειών που θεράπευε η κινίνη. Ο Χάνεμαν εκείνη την εποχή έκανε επιστημονικές μεταφράσεις για βιοποριστικούς λόγους. Ήταν επίσης μεταφραστής, μελετητής και θαυμαστής του αρχαίου Έλληνα ιατρού Ιπποκράτη.
Η παρατήρηση του λοιπόν στη μελέτη της πραγματείας του Cullen, σε συνδυασμό με τις ιδέες του Ιπποκράτη, έτσι όπως αποτυπώνονται στο έργο του «Περί τόπων των κατ’ Ανθρωπον»i, αλλά και οι πειραματικές μελέτες που έκανε ο ίδιος, οδήγησαν τον Χάνεμαν να διατυπώσει τη θεμελιώδη αρχή της ομοιοπαθητικής, σύμφωνα με την οποία «τα όμοια θεραπεύουν τα όμοια» (λατ. similia similibus curantur), προτείνοντας πως οι ασθένειες θεραπεύονται με τη χορήγηση φαρμάκων που όταν χορηγούνται σε υγιείς οργανισμούς προκαλούν τα ίδια συμπτώματα με αυτά των ασθενών.
Αξίζει να αναφερθεί ότι οι επιρροές των έργων του Ιπποκράτη οδήγησαν τον Χάνεμαν να αναγνωρίσει το ρόλο της κακής υγιεινής για τη διασπορά των επιδημιών, που μάστιζαν την Ευρώπη (χολέρα, τύφος), να επαναφέρει συνθήκες καθαριότητας και απομόνωσης των ασθενών, αλλά και να δώσει έμφαση στη σωστή διατροφή, την ανάπαυση και τη φροντίδα τους.
Ο Χάνεμαν θεωρείται επίσης ο θεμελιωτής της πειραματικής φαρμακολογίας, γιατί ήταν ο πρώτος γιατρός που απέδειξε τη δράση φαρμάκων σε ανθρώπους, καθώς μέχρι τότε τα φάρμακα δίνονταν υποθετικά, χωρίς να έχει προηγηθεί πειραματική επαλήθευση.
Φυσιογνωμία βαθιά ουμανιστική, είχε ενστάσεις για τον απάνθρωπο τρόπο αντιμετώπισης, των ψυχικά πασχόντων και υπέδειξε ανθρώπινες συνθήκες θεραπείας και περίθαλψης τους.
Το ομοιοπαθητικό φάρμακο
Για να μετασχηματίσει ο ακούραστος Χάνεμαν την ιδέα της αρχής των ομοίων σε ιατρική μέθοδο, την ομοιοπαθητική, χρειάστηκε επίπονη εργασία: πραγματοποίησε μια τεράστια σε όγκο πειραματική μελέτη καθώς δοκίμασε πλήθος φαρμακευτικών ουσιών σε υγιή άτομα. «Δηλητηρίαζε» με ολοένα αυξανόμενες δόσεις, χωρίς ποτέ να φθάνει σε τοξικά όρια, εθελοντές. Κατέγραφε κατόπιν τα συμπτώματα που προκαλούσε η χορήγηση των ουσιών αυτών λεπτομερώς. Παράλληλα αξιολόγησε και ταξινόμησε αντίστοιχες καταγεγραμμένες μελέτες που υπήρχαν στην ιατρική βιβλιογραφία. Έτσι συνέγραψε την «Materia Medica», το θεμελιώδες σύγγραμμα της ομοιοπαθητικής φαρμακολογίας με τη σύνθεση όλων αυτών των πληροφοριών ταξινομημένων.
Η αρχική του ιδέα ήταν να χορηγεί για φάρμακο την ουσία που προκαλεί παρόμοια συμπτώματα όταν «δηλητηριάζει» έναν υγιή οργανισμό με τα συμπτώματα που έχει ο ασθενής. Για παράδειγμα, αν ο ασθενής, εξαιτίας της αρρώστιας του, νιώθει τα συμπτώματα που προκαλεί το θείο όταν το πάρει κάποιος υγιής, τότε σε αυτόν θα χορηγηθεί το θείο ως φαρμακευτική ουσία.
Κατόπιν εξέλιξε τη θεωρία με την ιδέα πως ήταν δυνατό να ενισχυθεί η δραστικότητά των ουσιών με τη διαδικασία «δυναμοποίησής» τους. Κατά την ομοιοπαθητική φαρμακολογία, δυναμοποίηση σημαίνει αραίωση και κρούση-δόνηση.
Συγκεκριμένα οι ουσίες αραιώνονται σε νερό πολλές φορές, αλλά το βασικό είναι ότι μετά από κάθε αραίωση, το διάλυμα αναταράσσεται-δονείται με τέτοιο τρόπο ώστε να μη γίνεται απλή ανάδευση αλλά να χτυπά το υγρό απότομα στα τοιχώματα του δοχείου.
Μετά από έναν αριθμό δυναμοποιήσεων, δηλαδή αραιώσεων-αναταράξεων, προκύπτει ένα διάλυμα που έχει ελάχιστη πιθανότητα να περιέχει ίχνος από την αρχική ουσία. Αυτά τα διαλύματα είναι που χρησιμοποιούνται ως ομοιοπαθητικά φάρμακα. Μάλιστα σύμφωνα με την ομοιοπαθητική θεωρία και πρακτική όσο υψηλότερη είναι η δυναμοποίηση, δηλαδή όσο περισσότερες αραιώσεις και αναταράξεις έχουν γίνει, τόσο πιο ισχυρή και η δράση του φαρμάκου.
Επειδή η δυτική αιτιοκρατική επιστήμη απαιτεί εξήγηση της δράσης του ομοιοπαθητικού φαρμάκου, εκείνη την εποχή είχε στηριχθεί στο δόγμα του βιταλισμού (ή της «ζωτικής δύναμης»), της πεποίθησης δηλαδή πως οι λειτουργίες των ζωντανών οργανισμών καθορίζονται από μία μη φυσική εσωτερική δύναμη, τη ζωτική δύναμη.
Σήμερα ακόμη δεν έχει βρεθεί μία ικανοποιητική εξήγηση της δράσης του ομοιοπαθητικού φαρμάκου μέσα στα πλαίσια των μέχρι τώρα αποδεκτών γνώσεων και μεθόδων της ακαδημαϊκής – κλασσικής επιστήμης. Αυτό είναι και το κυριότερο επιχείρημα που έχουν οι πολέμιοι της ομοιοπαθητικής ιατρικής, χαρακτηρίζοντάς την ως ψευδοεπιστήμη. Παρόλα αυτά, οι μελέτες για την εξήγηση της δράσης του ομοιοπαθητικού φαρμάκου συνεχίζονται διαρκώς και διάφορες θεωρίες έχουν προταθεί κατά καιρούς χωρίς, όμως, ακόμα να διατυπωθεί μία στέρεη και αδιαμφισβήτητη πρόταση. Ιδέες όπως η «μνήμη του νερού», οι δεσμοί υδρογόνου ήσαν μεν γοητευτικές θεωρίες που όμως δεν κατάφεραν να αποδείξουν την δράση του ομοιοπαθητικού φαρμάκου και ακόμη περισσότερο να πείσουν την επιστημονική κοινότητα.
Ο ίδιος ο Χάνεμαν, πριν από δύο αιώνες, είχε την πεποίθηση πως οι ασθένειες οφείλονταν σε διαταραχές της άυλης ζωτικής δύναμης που προσδίδει ζωή στο ανθρώπινο σώμα και πως η ομοιοπαθητική θεραπεία είναι αποτέλεσμα της αντίδρασης της ζωτικής δύναμης στο κατάλληλα επιλεγμένο φάρμακο. Θεωρούσε πως η «δυναμοποίηση» μπορούσε να απελευθερώσει ένας είδος ενέργειας, που ο ίδιος θεωρούσε άυλη και πνευματική.
Το φαινόμενο placebo
Υπάρχει μια έντονα κριτική στάση εναντίον της ομοιοπαθητικής που προέρχεται κυρίως από κύκλους ιατρικούς της λεγόμενης αλλοπαθητικής ή κλασσικής ιατρικής. Αυτή η κριτική στάση είναι πιο έντονη σε χώρες όπου η ομοιοπαθητική δεν έχει ακόμη μακρά παράδοση και προσπαθεί να εδραιωθεί. Είναι γεγονός ότι ενώ σε κάποια κράτη υπάρχει η ομοιοπαθητική ειδικότητα στα νοσοκομεία και τα ασφαλιστικά ταμεία καλύπτουν ομοιοπαθητικές θεραπείες, σε άλλα κράτη η ομοιοπαθητική είναι ακόμη υπό πιεστική αμφισβήτηση από την ιατρική και τη φαρμακευτική κοινότητα. Το βέβαιο είναι ότι υποβόσκει μια μάχη που φαίνεται να έχει ως αίτια κυρίως συντεχνιακά και οικονομικά συμφερόντα. Αυτό μπορεί να το διατυπώσει κανείς με βεβαιότητα αν σκεφτεί ότι στην πάλη για την υγεία δε θα έπρεπε να υπάρχουν αντίπαλα στρατόπεδα μεταξύ των συμμάχων που υπηρεσία τους είναι να θεραπεύουν. Ιατρική είναι μία και είναι κάθε θεραπευτική πράξη που απαλύνει τον πόνο του ανθρώπου και τον βοηθά να ισορροπήσει και να εξελιχθεί. Όμως, είναι γεγονός ότι οι φαρμακευτικές εταιρείες χάνουν κέρδη με τη διάδοση του ομοιοπαθητικού φαρμάκου, και πολλές ιατρικές ειδικότητες βλέπουν την πελατεία τους να ζητά ανακούφιση στην ομοιοπαθητική ιατρική.
Καλό είναι όμως να επισημάνουμε τα επιχειρήματα πού στηρίζονται οι εναντιώσεις κατά της ομοιοπαθητικής. Στην ιατρική έρευνα υπάρχει ένα φαινόμενο που ονομάζεται placebo. Κατά την χορήγηση φαρμάκου, κάποιοι ασθενείς παρουσιάζουν βελτίωση ακόμη κι αν το φάρμακο χωρίς να το ξέρουν, είναι απλή ζάχαρη. Οι λόγοι είναι κυρίως ψυχολογικοί, και το φαινόμενο placebo αλλοιώνει τα στατιστικά αποτελέσματα των ιατρικών ερευνών. Έτσι, πάντα οι ερευνητές καταφεύγουν σε μία τεχνική που λέγεται διπλό τυφλό πείραμα, όπου οι ασθενείς - εθελοντές που πρόκειται να δοκιμάσουν ένα φάρμακο, χωρίζονται σε δύο ομάδες. Στη μία ομάδα χορηγείται η πραγματική φαρμακευτική ουσία ενώ στην άλλη απλή ζάχαρη, εννοείται χωρίς να το γνωρίζουν οι εθελοντές. Τα τελικά αποτελέσματα είναι πάντα συγκριτικά, ώστε να εξαλειφθεί η επίδραση του φαινομένου placebo στην έρευνα.
Οι πολέμιοι λοιπόν της ομοιοπαθητικής διατείνονται ότι η δράση του ομοιοπαθητικού φαρμάκου, που δεν έχει ακόμη αποδειχθεί επιστημονικά, οφείλεται στο φαινόμενο placebo, επιχείρημα ολότελα εσφαλμένο μια και οι έρευνες στην ομοιοπαθητική ιατρική γίνονται, επίσης, με διπλά τυφλά πειράματα που σαφέστατα αποδεικνύουν τη δράση του ομοιοπαθητικού φαρμάκου και την αποτελεσματικότητα της ομοιοπαθητικής ιατρικής.
Η διάγνωση, η ιατρική επίσκεψη
Αλλά ας δούμε πώς εξασκείται η ομοιοπαθητική στην πράξη, πως κάνει δηλαδή διάγνωση και θεραπεία ο γιατρός.
Το πρώτο βήμα είναι ο ενδιαφερόμενος ασθενής να κλείσει ένα ραντεβού σε ομοιοπαθητικό γιατρό. Εκεί την πρώτη φορά γίνεται μια εξονυχιστική συνέντευξη που μπορεί να διαρκέσει αρκετή ώρα. Ο γιατρός κάνει ερωτήσεις και καταγράφει τις απαντήσεις. Οι ερωτήσεις ταξινομούνται σε τρεις βασικούς τομείς: το διανοητικό, το συναισθηματικό και το σωματικό. Κάθε στοιχείο καταγράφεται και κανένα δεν θεωρείται άνευ σημασίας. Στην ομοιοπαθητική ιατρική συμπτώματα ή συνήθειες που στην κλασσική ιατρική θεωρούνται επουσιώδη, είναι σημαντικά. Ο τρόπος που κοιμάται κανείς, οι προτιμήσεις σε γεύσεις, η αίσθηση κρύου-ζέστης, ο τρόπος της αναπνοής, ο τρόπος της σκέψης, η συμπεριφορά κ.ο.κ καταγράφονται σχηματίζοντας το προφίλ, ή αλλιώς, την ιδιοσυγκρασία του ασθενούς.
Αφού ολοκληρωθεί η συνέντευξη, ο γιατρός μελετάει τα στοιχεία του ασθενούς με σκοπό να μπορέσει να κατατάξει την ιδιοσυγκρασία του και να την ταυτίσει με την κλινική εικόνα συμπτωματολογίας που προκαλεί κάποια ουσία όταν χορηγηθεί σε υγιές άτομο. Ψάχνει δηλαδή να ταυτίσει την εικόνα του ασθενή με την «εικόνα» κάποιου φαρμάκου, κατά την ομοιοπαθητική ορολογία.
Μόλις εντοπίσει το κατάλληλο «όμοιο» φάρμακο, λαμβάνει υπόψη του την ένταση των συμπτωμάτων που καθορίζουν την εικόνα, το χρονισμό τους, το ρυθμό τους, τη διάρκειά τους, το ποσοστό της ταύτισης της ιδιοσυγκρασίας του ασθενούς με την «εικόνα» του φαρμάκου και τελικά αποφασίζει ποιο είναι το φάρμακο που θα χορηγήσει στον ασθενή και σε τι δυναμοποίηση. Συνήθως η συνταγή δίνεται σε ένα φαρμακείο που παρέχει ομοιοπαθητικά φάρμακα και ο ασθενής παίρνει το φάρμακο από εκεί. Το φάρμακο αυτό λαμβάνεται μια φορά και η δράση του διαρκεί για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, η τιμή του μάλιστα είναι εξαιρετικά χαμηλή.
Η πιο πάνω περιγραφή, πρέπει να επισημάνουμε ότι αφορά την ιδανική περίπτωση που η ιδιοσυγκρασία του ασθενούς ταυτίζεται με την «εικόνα» του αντίστοιχου φαρμάκου. Όμως στην πράξη τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Συνήθως, η ιδιοσυγκρασία του ασθενούς είναι ένα κράμα από στοιχεία που τα βρίσκει κανείς σε διαφορετικά φάρμακα. Τότε η δουλειά του γιατρού είναι να διαγνώσει ποια είναι η προεξέχουσα «εικόνα» που ταιριάζει και να δώσει αυτό το φάρμακο στον ασθενή. Να εντοπίσει δηλαδή το πιο κατάλληλο όμοιο φάρμακο που αντιστοιχεί στην ιδιοσυγκρασία του ασθενή.
Η ασθένεια κατά την ομοιοπαθητική ιατρική
Για να κατανοήσουμε καλύτερα τη διαγνωστική πράξη χρειάζεται να αναφέρουμε κάποια στοιχεία για το πως η ομοιοπαθητική θεωρεί την ασθένεια.
Κατά την ομοιοπαθητική η ασθένεια εκδηλώνεται μεν, με συμπτώματα που είναι τόσο σε νοητικό, συναισθηματικό και σωματικό επίπεδο, αλλά ριζώνει σε όλο τον οργανισμό και αρχίζει τη δράση της σε πνευματικό επίπεδο επηρεάζοντας τη λειτουργία της ζωτικής δύναμης. Στη συνέχεια εκδηλώνεται με συμπτώματα που επηρεάζουν καταρχάς τα λιγότερο εσωτερικά και περιφερειακά όργανα, όπως είναι το δέρμα, το μυικό σύστημα κ.α. και σιγά - σιγά προχωράει επηρεάζοντας όλο και πιο ζωτικά, εσωτερικά όργανα, όπως είναι τα σπλάχνα, η καρδιά οι πνεύμονες, το νευρικό σύστημα. Κατά την θεραπεία η ασθένεια ακολουθεί την αντίθετη διαδρομή, καθώς η ζωτική δύναμη του οργανισμού την “σπρώχνει” από τις πιο εσωτερικές στιβάδες προς τα έξω.
Όταν η διαδικασία ασθένειας -σημαντικής ή ασήμαντης- είναι σε εξέλιξη, μπορεί να υπάρξει κι άλλη δεύτερη και τρίτη κοκ. Τότε, κάθε μια από τις ασθένειες επικάθεται σαν «ίζημα» στον ασθενή. Μπορεί κάποιες ασθένειες έτσι να ιαθούν από τον ίδιο τον οργανισμό, άλλες να είναι σε κατάσταση ακόμη ανεκδήλωτη για το σωματικό επίπεδο, άλλες να εκδηλώνουν ενοχλητικά συμπτώματα ενώ άλλες λιγότερο εμφανή. Υπάρχει δηλαδή μια δυναμική διαδικασία που συντελείται διαρκώς σε κάθε οργανισμό. Ο κάθε ένας μας τελικά μοιάζει με ένα «κρεμμύδι» που κάθε του στρώμα είναι και μια ασθένεια η οποία είτε αυτοθεραπεύεται είτε εγκαθίσταται όλο και πιο βαθιά στον οργανισμό.
Όταν ο γιατρός καταγράφει τη συνέντευξη, η εικόνα που διερευνά είναι ακριβώς αυτή η διαστρωμάτωση και φροντίζει να δώσει ένα - ένα διαδοχικά τα φάρμακα που βοηθούν τον ασθενή να αποβάλλει αυτά τα στρώματα, τις στοιβάδες του «κρεμμυδιού». Έτσι, στις επόμενες επισκέψεις ο γιατρός σημειώνει κυρίως τις αλλαγές που υφίστανται στην ιδιοσυγκρασία του ασθενή και δίνει το φάρμακο που αντιστοιχεί στην εκάστοτε εικόνα, προχωρώντας τη διαδικασία αποβολής των διαδοχικών στρωμάτων του «κρεμμυδιού».
Ακριβώς επειδή η ομοιοπαθητική ιατρική αντιμετωπίζει τον ασθενή σαν ολότητα και δεν τον ξεχωρίζει σε αποκομμένα ανεξάρτητα όργανα όπως -μάτι, έντερο, αυτί κλπ-, είναι μια ολιστική ιατρική μέθοδος. Επιπλέον, επειδή δεν εξετάζεται άμεσα η ασθένεια αλλά δίδεται φροντίδα στο να «ξεκλειδωθεί» και να ενεργοποιηθεί η ζωτική δύναμη του ασθενούς με βάση την ιδιοσυγκρασία του, χαρακτηρίζεται το φάρμακό της ως ιδιοσυγκρασιακό φάρμακο.
Η θεραπεία
Όταν ο ασθενής πάρει το φάρμακο, αρχίζει συνήθως μια διαδικασία αυτοπαρατήρησης για να εντοπίσει τις αλλαγές που ελπίζει να του συμβούν κατά τη διαδικασία της ίασης. Τα πρώτα σημάδια ότι το φάρμακο λειτουργεί είναι, συνήθως, δύο. Αφενός, μια αίσθηση χαράς κι αισιοδοξίας, σαν ώθηση δύναμης για ζωή που οφείλεται ακριβώς στην ενεργοποίηση της ζωτικής δύναμης η οποία αρχίζει να αναλαμβάνει δράση σε όλα τα επίπεδα του οργανισμού και εκδηλώνεται με αυτό τον τρόπο στις εσωτερικές, πνευματικές και συναισθηματικές πτυχές της ανθρώπινης οντότητας. Αφετέρου, συχνά εμφανίζεται μια επιδείνωση των συμπτωμάτων, το λεγόμενο agravation, που οφείλεται στη διαδρομή που ακολουθεί η ασθένεια προκειμένου να απορριφθεί, αντίθετη από εκείνη την διαδρομή που ακολουθεί κατά την εγκατάσταση της στον οργανισμό. Στη θεραπεία επομένως, η ασθένεια κινείται από τις εσωτερικές πτυχές του οργανισμού προς τις εξωτερικές και κατά την διαδρομή της, καθώς αποβάλλεται, περνά από το σώμα εντείνοντας πρόσκαιρα τα συμπτώματά που προκαλεί.
Μπορεί κανείς να καταλάβει με όλα τα προαναφερθέντα ότι η ομοιοπαθητική έχει απάντηση για ασθένειες που ταλανίζουν μεγάλα μέρη του πληθυσμού και για τις όποιες η κλασσική ιατρική δεν μπορεί να δώσει κάποια λύση, όπως ψυχοσωματικές εκδηλώσεις, συναισθηματικές διαταραχές κλπ. Τελικά, η επιβεβαίωση της θεραπείας γίνεται με την εξάλειψη των συμπτωμάτων. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό είναι ότι συνήθως ο θεραπευμένος νιώθει πως η ασθένεια θεραπεύτηκε από μόνη της. Αυτό είναι όντως πραγματικό καθότι καμία χημική ουσία δεν επεμβαίνει στον οργανισμό για να προκαλέσει απότομες και έντονες αλλαγές που συνήθως συνοδεύονται από ανεπιθύμητες ενέργειες. Αντίθετα το ομοιοπαθητικό φάρμακο ενεργοποιεί τις ίδιες τις δυνάμεις του οργανισμού «ξεκλειδώνοντας» τη ζωτική ενέργειά του. Οπότε ο οργανισμός ωθείται να αναλάβει ο ίδιος δράση για να αυτοϊαθεί.
Πρόληψη
Στην ιατρική, συχνά, λέγεται ότι η πρόληψη είναι καλύτερη από τη θεραπεία. Έτσι πολλοί είναι όσοι προστρέχουν με αυτή τη πρόθεση. Όλη η διαδικασία που αναλύθηκε πιο πάνω σχετικά με τη δημιουργία και την πορεία της ασθένειας μπορεί να χρησιμοποιηθεί προληπτικά. Ο ενδιαφερόμενος επισκέπτεται τακτικά, περίπου μια φορά τον μήνα, τον ομοιοπαθητικό γιατρό και εντοπίζουν με συζήτηση τις αλλαγές που συμβαίνουν στην ζωή, στο περιβάλλον αλλά και στην ιδιοσυγκρασία του. Ο γιατρός δίνει ανάλογα με την κρίση του το ιδιοσυγκρασιακό φάρμακο που αποβάλλει τις ιδιοσυγκρασιακές επικαθίσεις εξυγιαίνοντας τον οργανισμό. Παράλληλα, όλη η διαδικασία αυτοανάλυσης και αυτοπαρατήρησης, μαζί με την ώθηση που προέρχεται από το φάρμακο, προλαβαίνει την εδραίωση παθολογικών σκέψεων, νοοτροπίας, στάσεων ζωής κλπ, συμπτωμάτων, συνηθειών που μπορεί να λειτουργήσουν ως αιτίες ασθένειας. Βέβαια η ομοιοπαθητική ιατρική δεν είναι πανάκεια και για αυτό είναι σημαντικό να εξασκείται από γιατρούς που έχουν τη δυνατότητα να διακρίνουν πότε χρειάζεται η συμβολή μιας άλλης ιατρικής μεθόδου ή μιας άλλης ιατρικής εξέτασης.
Εν τέλει, αυτή η διαδικασία αυτοπαρατήρησης και ανάλυσης λειτουργεί αυτογνωσιακά και επομένως αποτελεσματικά, με τη προϋπόθεση κάποιος να είναι πρόθυμος και συνειδητός κι αυτό από μόνο του αποτελεί ένα βασικό βήμα προς την υγεία.
Ένα ακόμη στοιχείο που κάνει ελκυστική την ομοιοπαθητική στο στίβο της πρόληψης, είναι ο τρόπος που λειτουργεί το ομοιοπαθητικό φάρμακο. Κατά την δράση του αναστέλλει την ασθένεια ωθώντας την έξω από τον οργανισμό δεν καταστέλλει τα συμπτώματα αλλά αντιμετωπίζει την αιτία της. Σε πολλές περιπτώσεις τα κλασσικά φάρμακα δε φτάνουν στο αίτιο της ασθένειας, αλλά καταστέλλουν τα συμπτώματα εξαναγκάζοντας την ασθένεια σε ακόμη βαθύτερη και ανεκδήλωτη διείσδυση στον οργανισμό, μεταμορφωμένη σε άλλα συμπτώματα που μπορεί να εκδηλωθούν μελλοντικά. Έτσι, αυτή η εξάλειψη των αιτιών της ασθένειας γίνεται ένα πολύ ισχυρό εργαλείο για προληπτική ιατρική.
Η εξέλιξη της ομοιοπαθητικής στην Ελλάδα.
Με την πάροδο των χρόνων, όπως όλες οι επιστήμες έτσι και η ομοιοπαθητική εξελίσσεται. Κατά καιρούς έχουν επιχειρηθεί έρευνες και χρήση της με τρόπους που διαφέρουν από την ορθόδοξη κλασσική εξάσκηση της. Κοκτέιλ ομοιοπαθητικών σκευασμάτων, συνταγογραφήσεις χαμηλών δυναμοποιήσεων με πολύ γοργούς ρυθμούς εναλλαγής φαρμάκων, και άλλες πρακτικές έχουν ερευνηθεί. Κάποιες δίνουν ενθαρρυντικά αποτελέσματα, άλλες αποτυγχάνουν. Ακόμη, άλλες ιατρικές προσεγγίσεις όπως είναι η ανθρωποσοφική ιατρική αλλά και οι ανθρωποσοφικές καλλιέργειες, συνδέονται στενά με απόψεις και μορφές ομοιοπαθητικής θεραπείας.
Το πεδίο είναι ανοιχτό για έρευνα και σίγουρα πολλά ωφέλιμα συμπεράσματα θα προκύψουν στο μέλλον για το καλό της ανθρωπότητας και του πλανήτη μέσα από τις ερευνητικές τάξεις της ομοιοπαθητικής ιατρικής που ως υγιής επιστήμη κι αυτή διαρκώς εξελίσσει το περιεχόμενο και την πρακτική της.
Όμως, ο φανατισμός είναι πάντα επικίνδυνος. Παρατηρεί κανείς όταν κουβεντιάσει με ομοιοπαθητικούς γιατρούς ότι υπάρχουν κάποιοι που εναντιώνονται εναντίον της κλασσικής ιατρικής όπως επίσης είδαμε ότι συμβαίνει και το αντίθετο. Αυτό κυοφορεί τον κίνδυνο να εξοβελιστεί ένας τεράστιος τομέας γνώσης που υπάρχει για τον άνθρωπο, εξαιτίας παρατάξεων αντιμαχόμενων. Ο ασθενής οφείλει λοιπόν να διατηρεί την απόστασή του από τέτοια φαινόμενα και να διακρίνει ποια είναι η οφειλή που μπορεί να αποκομίσει από την ιατρική, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους.
Δεν μπορεί για παράδειγμα η ομοιοπαθητική να αντικαταστήσει την ορθοπεδική ανάταξη των σπασμένων μελών, όπως δεν μπορεί να εκτελέσει μπαϊ πας ή άλλες επεμβάσεις που σώζουν ζωές. Ούτε μπορεί ποτέ να αρνηθεί κανείς σε έναν ασθενή τις βασικές εξετάσεις που θα οδηγήσουν σε αποφάσεις σχετικά με την μέθοδο ιατρικής αντιμετώπισης. Άλλωστε, όπως προαναφέρθηκε, η θεραπευτική είναι για να υπηρετεί τον άνθρωπο κι όχι τις εκάστοτε απόψεις.
Σε ότι αφορά την Ελλάδα, προς το παρόν ισχυρές δυνάμεις εμποδίζουν την ομοιοπαθητική να καλυφθεί από τα ασφαλιστικά ταμεία. Η φημολογία ότι η ομοιοπαθητική είναι αλμπάνικη μέθοδος κυκλοφορεί ακόμη και σήμερα. Η Ελλάδα μπορεί να μην έχει μακρόχρονη παράδοση στην ομοιοπαθητική ιατρική παρόλα αυτά, η ομοιοπαθητική στη χώρα μας αναπτύσσεται ταχύτατα και πρόσφατα διδάσκεται σε πανεπιστημιακό επίπεδο, στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου. Υπάρχουν μάλιστα εξαιρετικοί Έλληνες γιατροί και δάσκαλοι της ομοιοπαθητικής, παγκοσμίως, καταξιωμένοι που έχουν συμβάλλει σημαντικά στην εξέλιξη της ομοιοπαθητικής. Αυτό είναι ένα σημαντικό βήμα για την εδραίωσή της και την οργάνωσή της, έτσι ούτως ώστε να υπηρετήσει στο μέγιστο την υγεία με την τόσο ουσιαστική, βαθιά κι ενδιαφέρουσα προσέγγισή της.
Σημειώσεις
i «διά τα όμοια νούσος γίγνεται και διά τα όμοια προσφερόμενα εκ νοσευόντων υγιαίνονται (...) διά του εμέειν έμετος παύεται....» [Με τα όμοια δημιουργείται ασθένεια και με τα όμοια (από τα οποία νόσησαν) θεραπεύονται (...) με τον εμετό σταματά ο εμετός].
Πηγές
*http://www.homeopathy.gr/
*http://el.wikipedia.org/wiki/Ομοιοπαθητική
*http://el.wikipedia.org/wiki/Σάμουελ_Χάνεμαν
*http://www.ego.gr/articleals4.html
*http://www.12830.gr/Forum/oikologia/enallaktikh-iatrikh/Page-4.html
*Άρθρο της Ιωάννας Σουφλέρη: "Μια θέση στα ελληνικά πανεπιστήμια κέρδισε η Ομοιοπαθητική, αφού μεταπτυχιακοί τίτλοι σπουδών της θεραπευτικής αυτής μεθόδου θα παρέχονται εφεξής από το Πανεπιστήμιο Αιγαίου σε πτυχιούχους των ιατρικών και οδοντιατρικών σπουδών"
Πηγή: e-zine.gr