Η τοξοβολία έχει πανάρχαιες καταβολές και πολλαπλά επίπεδα χρήσης από τον άνθρωπο, σε κάθε εποχή και τόπο. Χρησιμοποιήθηκε σχεδόν από όλους τους λαούς ως όπλο για το κυνήγι και τη διεξαγωγή πολέμων, ως άθλημα, αλλά και ως διαχρονικό σύμβολο εσωτερικής επίτευξης. Στην πλέον εκλεπτυσμένη της διάσταση η τοξοβολία αποτέλεσε και αποτελεί μια μορφή τέχνης και πνευματικής έκφρασης, ενώ ταυτόχρονα συνιστά έναν Δρόμο εσωτερικής ανάπτυξης και αυτογνωσίας.
Στόχος τοξοβολίας
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι με το τόξο άλλαξε πλήρως η σχέση του πολεμιστή με τη μάχη, αλλά και του θηρευτή με το θήραμα. Δεν ήταν πια αποκλειστικά θέμα ανδρείας και σωματικής ρώμης η έκβαση μιας αναμέτρησης. Η τεχνολογία σε μια αρχέγονη μορφή της, η τεχνική δεξιότητα, η αυτοσυγκέντρωση, η απόσπαση της δράσης από επιθυμίες και συναισθήματα ήταν πλέον στοιχεία καθοριστικά στοιχεία στις μάχες.
Αυτά ακριβώς τα στοιχεία παρατηρήθηκε ότι δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις για κάποιες μεταβολές στη συνείδηση του τοξοβόλου. Η ρώμη στην τοξοβολία συνδυαζόταν πλέον και με άλλες ικανότητες, νεώτερες στην ιστορία εξέλιξης του ανθρώπου (όπως η εστιασμένη χρήση του νου, η συνειδητή χρήση της διαίσθησης, ο έλεγχος των συναισθημάτων). Η εξάσκησή της βοηθούσε τον τοξευτή να ανακαλύπτει περιεχόμενα του εσωτερικού του κόσμου και να θέτει ξεκάθαρους στόχους που βοηθούσαν τη συνειδησιακή του διεύρυνση.
Το Τόξο και η Ιστορία του
Το τόξο είναι ένα αρχαίο όπλο, που αποτελείται από μια βέργα, στις άκρες της οποίας είναι δεμένη μια χορδή από σχοινί ή νεύρο. Η χορδή τεντώνεται και απελευθερώνεται απότομα την κατάλληλη στιγμή, δίνοντας ώθηση στο βέλος και εκτοξεύοντάς το προς το στόχο.
Ετυμολογικά η λέξη «τόξο» προέρχεται από τη σανσκριτική λέξη «taksaka», η οποία είναι ονομασία δένδρου από τα κλαδιά του οποίου κατασκευάζονταν τόξα.
Το τόξο κατασκευαζόταν,επίσης, από ξύλο καρυδιάς, φτελιάς ή μπαμπού, αλλά και από μέταλλο ή κέρατο. Το μήκος του κυμαινόταν από 1 έως 2,60 μέτρα, ανάλογα με το τόπο και την ιδιαίτερη χρήση του. Το κυνηγετικό τόξο ξεπερνούσε συνήθως τα 2 μέτρα, ενώ το πολεμικό είχε μήκος περίπου 1,70 μέτρα. Η βολή μπορούσε να ξεπεράσει την απόσταση των 200 μέτρων, με μέγιστο βεληνεκές τα 650 μέτρα.
Το βέλος ή τόξευμα κατασκευαζόταν από σκληρό ξύλο κατεργασμένο σε σχήμα λεπτού κυλίνδρου, μήκους 45 έως 60 εκατοστά, που στη μια άκρη του είχε σφηνωμένη σιδερένια ή ορειχάλκινη αιχμή και στην άλλη είχε χάραγμα, τη γλυφίδα, για να προσαρμόζεται στη νευρά (τη χορδή). Για σταθερότητα στη βολή διέθεταν και διπλή φτέρωση στο πίσω μέρος, ενώ προκειμένου να είναι πιο θανατηφόρα συχνά τα βουτούσαν σε δηλητήριο. Τα βέλη τοποθετούνταν σε ειδική θήκη με πώμα, τη φαρέτρα, που χωρούσε 20 περίπου και η οποία ήταν περασμένη στον ώμο ή στη μέση. Η θήκη φύλαξης του τόξου λεγόταν γωρυτός.
Αν εξαιρέσουμε το ακόντιο, το τόξο είναι από τα αρχαιότερα όπλα, τόσο για αμυντικούς σκοπούς, όσο και για κυνηγετική χρήση. Είναι το πρώτο όπλο που έδινε τη δυνατότητα στον άνθρωπο να επιτεθεί από απόσταση μεγαλύτερη από εκείνη που καλύπτει ένα εγχειρίδιο και επομένως ήταν, μαζί με το ακόντιο, τα πρώτα εκηβόλα. Από τις αρχαιότερες αναπαράστασεις τόξων και βελών είναι εκείνες απεικονίζονται στο σπήλαιο Valltorte στην Ισπανία.
Οι μακρινοί πρόγονοι μας φαίνεται πως εξέλιξαν σταδιακά την «τεχνολογία» του τόξου κατασκευάζοντας πληθώρα σχετικών αντικειμένων, όπως βέλη, ακίδες, τόξα, φαρέτρες, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από παλαιολιθικά ευρήματα.
Στην Κίνα οι πρώτες αναφορές για τη χρήση τόξων χρονολογούνται από την εποχή της δυναστείας των Σάνγκ (18-10 αι. π.Χ.), όπου περιγράφεται το σχήμα του πολεμικού άρματος με οδηγό, ακοντιστή και τοξότη. Αργότερα εμφανίζεται και η αγωνιστική τοξοβολία σε αγώνες μεταξύ ευγενών.
Κατά τον 6ο αι. π.Χ. το τόξο εμφανίζεται στην Ιαπωνία και εξελίσσεται σε μια από τις σημαντικότερες πολεμικές τέχνες που φτάνει ως τις μέρες μας με την ονομασία Kyudo που σημαίνει «ο δρόμος του τόξου». Πρόκειται για μια από τις εσωτερικότερες προσεγγίσεις τις τοξοβολίας όπως θα δούμε στη συνέχεια, η οποία μάλιστα συνιστά έναν Δρόμο εσωτερικής ανάπτυξης.
Τα τρία βασικά είδη τόξου:
Απλό, αντίκυρτο, σύνθετο.
Πιθανολογείται ότι οι Ασσύριοι γύρω στο 1.200 π.Χ. προσέθεσαν στο απλό καμπύλο σχήμα του τόξου δύο προεκτάσεις στα άκρα, σε σχήμα κύρτωσης αντίθετης προς την καμπύλη του τόξου, δημιουργώντας έτσι το αντίκυρτο τόξο. Αυτή ήταν μια σημαντική εξέλιξη για την κατασκευή δυνατότερου και κοντύτερου τόξου, γεγονός που το έκανε ευέλικτο και βολικό για έφιππους πολεμιστές.
Αρκετοί ανατολικοί λαοί, όπως οι Σκύθες, χρησιμοποιούσαν έναν τύπο αντίκυρτου τόξου φτιαγμένο από ξύλο, τένοντα και κέρατο ζώου γνωστό ως ασιατικό σύνθετο.
Το σύνθετο τόξο, ήταν εξέλιξη του αντίκυρτου τόξου. Ήταν πιο τεχνική κατασκευή και εξυπηρετούσε ανάγκες που κυρίως προέρχονταν από την κυνηγετική τοξοβολία, όπως μικρό μέγεθος, μεγάλη δύναμη εκτόξευσης και μικρή δύναμη συγκράτησης της χορδής κατά τη σκόπευση, ώστε να μπορεί ο τοξευτής να παραμένει για μεγάλα χρονικά διαστήματα σε θέση σκόπευσης. Βασικό χαρακτηριστικό του ήταν η ύπαρξη δύο έκκεντρων τροχαλιών στις άκρες του που μείωναν την απαιτούμενη δύναμη συγκράτησης της χορδής από τον τοξότη, περίπου, στο μισό. Επίσης, υπήρχε η δυνατότητα χρήσης σκοπεύτρου και ειδικής σκανδάλης για την απελευθέρωση της χορδής.
Ιστορικά έχει επιβεβαιωθεί ότι οι Αιγύπτιοι ήδη από το 3.000 π.Χ περίπου, χρησιμοποιούσαν τόξα εναντίον των Περσών, οι οποίοι πολεμούσαν ακόμα με ακόντια και σφεντόνες.
Στον Ελλαδικό χώρο χρησιμοποιούνταναν περισσότερο τα δόρατα. Το τόξο φαίνεται ότι πρωτοεμφανίστηκε στην Κρήτη κι αργότερα το συναντάμε στην ηπειρωτική Ελλάδα στον Μυκηναϊκό Πολιτισμό. Γενικά, οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν και απλά και αντίκυρτα τόξα. Στην αρχαϊκή και την κλασσική εποχή οι τοξότες μαζί με τους ακοντιστές και τους σφενδονίτες αποτελούσαν το ελαφρύ πεζικό - τους ψιλούς.
Η χρήση του τόξου απαιτούσε πολύχρονη εξάσκηση και αφιέρωση, που δεν διέθεταν οι πολίτες οι οποίοι αποτελούσαν το ελαφρύ πεζικό. Έτσι, οι περισσότερες πόλεις-κράτη της αρχαίας Ελλάδας προτιμούσαν να χρησιμοποιούν σώματα μισθοφόρων τοξοτών, κυρίως από την Κρήτη, τη Ρόδο και την Κύπρο.
Η πρώτες αναπαραστάσεις τόξου μέχρι στιγμής
είναι σε παλαιολιθικής εποχής σπήλαιο
στη Valltorte στην Ισπανία.
Ιστορικές αναφορές σχολιάζουν ότι ο Γέλων στις Συρακούσες το 480 π.Χ. διέθετε δύναμη 2.000 τοξοτών. Αναφέρεται επίσης, ότι οι Αθηναίοι τοξότες το 479 π.Χ. αντιμετώπισαν ικανοποιητικά το περσικό ιππικό πριν από τη μάχη των Πλαταιών. Από τα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ. οι Αθηναίοι διατηρούσαν μόνιμο σώμα τοξοτών. Στις παραμονές του πελοποννησιακού πολέμου ο Περικλής ανέφερε ότι οι Αθηναίοι διέθεταν 1.600 πεζούς τοξότες, και επιπλέον έφιππους που ονομάζονταν ιπποτοξότες.
Οι Ρωμαίοι στηρίχθηκαν πιο πολύ στα ακόντια και τα ξίφη, αφήνοντας τους τοξότες συνήθως σε βοηθητικό ρόλο. Όμως αυτό τους στοίχισε ακριβά στα πεδία των μαχών Τελικά, στην αρχή της εποχής του Μεσαίωνα ηττήθηκαν σε κρίσιμες μάχες για το μέλλον της αυτοκρατορίας, από τους υπέρτερους τοξότες των Ούννων, των Βανδάλων και των Γότθων.
Αξίζει να αναφερθεί ότι οι Μογγόλοι με ηγέτη τον Τζένγκις Χαν (12ο -13ο αι. μ.Χ.) κατέκτησαν μεγάλο μέρος της Ευρώπης και της Ασίας με τη βοήθεια ορδών έφιππων τοξοτών, που με το κοντό αντίκυρτο τόξο τους σάρωναν τις γραμμές του εχθρού.
Η χρήση του τόξου ως πολεμικού όπλου συνεχίστηκε στη Δύση μέχρι το Μεσαίωνα και οι ομάδες τοξοτών θεωρούνταν ως το «πυροβολικό» της εποχής. Άρχισε να ατονεί τον 14ο αιώνα και τελικά εγκαταλείφθηκε με την εμφάνιση της πυρίτιδας. Ωστόσο η χρήση του ποτέ δεν εγκαταλείφτηκε πλήρως, καθώς έως και σήμερα χρησιμοποιούνται διάφοροι εξελιγμένοι τύποι βαλίστρας από τις ειδικές δυνάμεις ανά τον κόσμο.
Το Τόξο στην Ελληνική Μυθολογία
Η Σκύθης τοξότης
από αναχρωματισμένη αναπαράσταση
ζωφόρου αρχαίου ελληνικού ναού.
Η εντυπωσιακή ιδιότητα του τόξου να πλήττει το στόχο από απόσταση το συνέδεσε στις συνειδήσεις των αρχαίων λαών με τους θεούς και του προσέδωσε μια συμβολική διάσταση. Η τοξευτική για τους αρχαίους Έλληνες προστατευόταν από το θεό Απόλλωνα και την αδελφή του τη θεά Άρτεμη.
Ένα θρυλικό τόξο της αρχαιότητας ήταν εκείνο που είχε χαρίσει ο θεός Απόλλωνας στον εγγονό του και δεινό τοξοβόλο Εύρυτο, ο οποίος ήταν δάσκαλος του Ηρακλή στην τόξευση. Αυτό το τόξο το άφησε ο Εύρυτος στο γιο του Ίφιτο και με τη σειρά του ο Ίφιτος το δώρισε στον Ηρακλή. Το τόξο αυτό πέρασε στη συνέχεια στα χέρια του θεσσαλού ήρωα Φιλοκτήτη ο οποίος τόλμησε να ανάψει την ταφική πυρά του Ηρακλή στην Οίτη κι τελευταίος σε ένδειξη ευγνωμοσύνης του δώρισε το τόξο του πριν πεθάνει. Ο Φιλοκτήτης απήχθηκε αργότερα από τον Οδυσσέα και το Νεοπτόλεμο, διότι σύμφωνα με χρησμό του Κάλχα χωρίς το τόξο αυτό η Τροία δε θα έπεφτε, οπότε βρέθηκε να τοξεύει με το τόξο του Ηρακλή ως σύμμαχος των Αχαιών στη Τροία.
Αλλά και στην Οδύσσεια αναφέρεται το τόξο του πολυμήχανου Οδυσσέα που επίσης αρχικά ήταν του γίγαντα Εύρυτου και που ο γιος του ο Ίφιτος, κατά μια άλλη εκδοχή του μύθου, το είχε χαρίσει στον Οδυσσέα κι όχι στον Ηρακλή. Έτσι, σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, βρισκόταν φυλαγμένο στο παλάτι της Ιθάκης μέχρι τη στιγμή που ξανάφτασε στα χέρια του Οδυσσέα για να φονεύσει τους μνηστήρες.[iv]
Άλλοι φημισμένοι τοξευτές της αρχαίας Ελλάδας ήταν ο Πάνδαρος ένας Τρώας τοξοβόλος που είχε διδαχθεί την τέχνη της τόξευσης από τον ίδιο τον Απόλλωνα, ο Μηριόνης από την Κρήτη που νίκησε στους ταφικούς αγώνες προς τιμήν του Πάτροκλου έξω από τα τείχη της Τροίας, η Λοκρή κυνηγός Αταλάντη, ο Τρώας Έλενας και άλλοι.
Αξίζει να επισημανθεί ότι στην Ιλιάδα συναντούμε για πρώτη φορά τη λέξη «αμαρτία» ως έναν καθαρά σκοπευτικό όρο. Συγκεκριμένα στην Ψ ραψωδία της Ιλιάδας, περιγράφονται οι αγώνες που διοργανώνει ο Αχιλλέας προς τιμή του νεκρού αγαπημένου φίλου Πάτροκλου. Τότε, πέρα από άλλα αθλήματα, ο Αχιλλέας όρισε έπαθλο δέκα διπλούς σιδερένιους πέλεκυς για όποιον κατάφερνε να πετύχει τοξεύοντας ένα περιστέρι που πετούσε δεμένο από ένα κατάρτι. Ο κλήρος έτυχε πρώτος στο δεινό τοξευτή Τεύκρο που έχασε το στόχο (αμαρτάνει) καθώς το βέλος του έκοψε το σπάγκο και έχασε το περιστέρι. Τότε ο Μηριόνης επίσης δεινός τοξευτής άρπαξε το τόξο από τα χέρια του Τεύκρου και πρόφτασε να πετύχει στον αέρα το πουλί την ώρα που φτερούγιζε προς την ελευθερία. Σε αυτούς τους στίχους (Ψ 855-880) αλλά και στη ραψωδία Λ (Λ 233) χρησιμοποιείται η λέξη «αμαρτία» που σημαίνει «την αποτυχία να πετύχει κανείς το στόχο του»:
Ἀτρεΐδης μὲν ἅμαρτε͵ παραὶ δέ οἱ ἐτράπετ΄ ἔγχος.
Ο Ατρείδης το κοντάρι πέταξε λοξά και δε τον βρήκε.
Ιλιάδα Λ 233 μετ. Καζαντζάκη-Κακριδή
Σταδιακά, η λέξη «αμαρτία» κυριάρχησε να χρησιμοποιείται με τη μεταφορική σημασία της αδυναμίας να πετύχει κανείς το στόχο. Μεθερμηνευόμενη η λέξη «αμαρτία» στη Χριστιανική ορολογία, σημαίνει την αποτυχία των πράξεων κάποιου να εκδηλώσει στον κόσμο το Χριστό που ενοικεί μέσα του, επομένως σημαίνει πράξη, από την οποία έχει χαθεί ο αρχικός στόχος που είναι η εν Χριστώ ζωή.
Σύγχρονοι αγώνες τοξοβολίας.
Σύγχρονα Είδη Τοξοβολίας
Αρχικά, η τοξοβολία δεν θεωρήθηκε αγώνισμα άξιο να συμπεριληφθεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες διότι ως εκηβόλο όπλο δεν αναδείκνυε την ανδρεία του πολεμιστή. Το 1900 περιλήφθηκε στους Ολυμπιακούς αγώνες, με συμμετοχή των γυναικών για πρώτη φορά στην Ολυμπιάδα του 1904 και έως το 2008. Καταργήθηκε το 1920 και επανεμφανίστηκε στους Ολυμπιακούς το 1972 για άνδρες και γυναίκες.
Το μόνο τόξο που χρησιμοποιείται για το αγώνισμα της Ολυμπιακής τοξοβολίας είναι το αντίκυρτο, του οποίου η κατασκευή του παραμένει σε μεγάλο βαθμό παρόμοια εκείνη του αρχαίου τόξου. Το σύνθετο τόξο χρησιμοποιείται αθλητικά σε ξεχωριστή κατηγορία, όχι όμως ως Ολυμπιακό άθλημα.
Υπάρχουν, γενικά, τα παρακάτω είδη αθλητικής τοξοβολίας:
Η τοξοβολία πεδίου προσομοιάζει το κυνήγι με τόξο, μόνο που αντί για ζώα, οι τοξότες στοχεύουν σε τεχνητά ομοιώματα ζώων ή πουλιών. Χρησιμοποιούνται κάθε λογής τόξα και βάλλουν κινούμενοι συνεχώς προς τους στόχους που βρίσκονται σταθερά τοποθετημένοι συνήθως σε σημεία με πυκνή βλάστηση.
Η τοξοβολία σκι είναι συνδυασμός διέλευσης πεδίου με σκι και τοξοβολία. Οι αθλητές διανύουν με τα πέδιλα του σκι απόσταση 12 χιλιομέτρων για τους άνδρες και 8 χιλιομέτρων για τις γυναίκες και πρέπει να ρίξουν 12 βέλη. Κάθε αστοχία επιβαρύνει τον αθλητή με ποινή 300 μέτρα επιπλέον πορείας.
Το πέταγμα βέλους είναι διαγωνισμός μέγιστου βεληνεκούς με τόξο. Δεν έχει στόχο και έτσι η ακρίβεια στη σκόπευση είναι αδιάφορη με την επίδραση του τοξότη στη βολή πολύ μικρής σημασίας. Αντίθετα έχει πολλές τεχνικές λεπτομέρειες σχετικές με τον εξοπλισμό που είναι ειδικά ρυθμισμένος για τη μέγιστη δυνατή απόδοση. Ενδεικτικά, το ρεκόρ ανδρών, είναι 1.222 μέτρα και επιτεύχθηκε το 1987 από τον Don Brown.
Το clout archery είναι η σκόπευση στόχου με επιφάνεια οριζόντια τοποθετημένη επί του εδάφους και σε αποστάσεις μεταξύ 125 και 185 μέτρων. Το βέλος δεν εκτοξεύεται κατά μέτωπο προς το στόχο αλλά σχεδόν κατακόρυφα προς τα επάνω διαγράφοντας καμπύλη και πλήττοντας το στόχο από ψηλά.
Ωστόσο, εκτός από την αμιγώς αθλητική τοξοβολία υπάρχουν:
Το κυνήγι με τόξο που έρχεται από τα βάθη του χρόνου έχει πλέον εξελιχθεί με πολύ ισχυρά τόξα και ακριβή σκοπευτικά μέσα. Είναι εξαιρετικά διαδεδομένο σπορ στην Αμερική και με λιγότερους θιασώτες στην Ευρώπη.
Η στρατιωτική χρήση του τόξου χρησιμοποιείται ακόμα σε ορισμένες περιπτώσεις από τις ειδικές δυνάμεις, συχνά στην παραλλαγή της βαλλίστρας.
Έφιππη τοξοβόλος
Η έφιππη τοξοβολία είναι πολεμική τέχνη που προέρχεται από το απώτερο παρελθόν καθώς ασκήθηκε εκτεταμένα από αρχαίους λαούς, όπως οι Πέρσες, οι Σκύθες, οι Μογγόλοι, οι Κορεάτες, οι Ιάπωνες, οι ιθαγενείς Αμερικάνοι και άλλοι. Πρόκειται για μια αναβίωση της τεχνικής της σκόπευσης με τόξο από άλογο που καλπάζει. Απαιτούνται ιδιαίτερες ικανότητες του ιππέα και απευθύνεται σε πολύ λίγους. Μεγάλη επίδραση στη σύγχρονη αυτή αναβίωση της πολεμικής τέχνης έχει προέλθει από τεχνικές ουγγρικών φύλων με εκπρόσωπο τον Ούγγρο Kassai Lajos. Το τόξο είναι όσο πιο κοντό γίνεται και ασύμμετρο για να μην εμποδίζεται η βολή από την κίνηση του αλόγου.
Η Τοξοβολία ως Άθλημα και Τέχνη
«Είμαι στη γραμμή βολής. Δεν είμαι μόνη, συναγωνίζομαι με πολλές άλλες αθλήτριες. Έχω άγχος, συγκρατιέμαι να μη φανεί η «αδυναμία» διατηρώντας ένα ύφος που δείχνει άνεση. Ακούω το σφύριγμα του αθλοθέτη. Η αντίστροφη μέτρηση έχει αρχίσει: Τρία βέλη σε δύο λεπτά. Βλέπω το «πρόσωπο» -έτσι ονομάζεται ο στόχος- σηκώνω το τόξο οπλισμένο, κοιτώ το κέντρο του «προσώπου» μέσα από το σκόπευτρο, κλείνω τα μάτια για να ελέγξω μια τελευταία φορά τη στάση του σώματος: Όλα εντάξει. Ανοίγω τα μάτια κι επανελέγχω τη σκόπευση. Εντοπίζω τότε την επιθυμία να αναδύεται: Θέλω να πετύχω κέντρο οπωσδήποτε! Νιώθω να γεννιέται μέσα μου η φιλοδοξία, θέλω να ελευθερώσω το βέλος να φύγει αμέσως! Αλλά μια δύναμη μέσα μου αντιδρά και λέει «ΜΗ!» Αναγνωρίζω “target panic”[i] (χαρακτηριστικό αίσθημα κάποιων σκοπευτών την ώρα της σκόπευσης). Ισορροπώ, εκπνέω και εισπνέω πάλι, συνειδητά αυτή τη φορά. Η αναπνοή ξεκαθαρίζει ακόμη καλύτερα τις αντίρροπες δυνάμεις που αντιπαλεύουν μέσα μου. Είναι μια πολύ ισχυρή εσωτερική πάλη, όμως κάποια στιγμή έρχεται και εκδηλώνεται εντός μου ένα είδος ισορροπίας. Η αναπνοή τονίζει το «πρόσωπο» που στέκει απέναντι, νιώθω εντελώς μόνη, σε ανοιχτό χώρο. Δεν ακούω τίποτε, μόνο κοιτάζω το κίτρινο κέντρο που μάλλον συμβολίζει τον εαυτό μου. Δεν υπάρχει τίποτε άλλο, μόνο στο βάθος η παρουσία της αναπνοής, και το «πρόσωπο», ο «εαυτός» τίποτε άλλο! Ο χρόνος παγώνει, όλα μοιάζουν να είναι σε αργή κίνηση. Θέλω να πετύχω τον εαυτό μου, να βρω τον εαυτό μου, να ολοκληρωθώ... αισθάνομαι ότι είναι η στιγμή να ελευθερωθεί η χορδή. Το βέλος στο στόχο καθώς καρφώνεται ηχεί γλυκά, αφήνοντας το χρόνο να τρέξει και πάλι ελεύθερος. Είναι ένα τέλος, μια επισφράγιση και συνοδεύεται πάντα από ένα αίσθημα ανακούφισης που νιώθω εκπνέοντας αργά και χαμηλώνοντας το τόξο».
Από αυτή την εμπειρία μιας σύγχρονης αθλήτριας κατά τη στιγμή της στόχευσης, βλέπουμε να αναδύονται, μέσα από τη χρήση του τόξου, ορισμένες βαθύτερες όψεις του τοξευτή. Σαν ο νους ξαφνικά να αλλάζει τροχιά και να οδηγείται σε κάποιες εμπειρίες που δύσκολα περιγράφονται, αλλά που βιώνονται με πλήρη ένταση. Μέσα από αυτές δημιουργείται μια διαφορετική αλλά πιο πλήρης αντίληψη του κόσμου και του εαυτού. Και αυτές ακριβώς τις εμπειρίες τις χρησιμοποιούν, όπως θα δούμε στη συνέχεια, οι σχολές τοξοβολίας του Ζεν ως μια μέθοδο εσωτερικής ανάπτυξης.
Η σχέση κάποιων βαθύτερων ιδιοτήτων και καλλιεργημένων δεξιοτήτων του χαρακτήρα που εκφράζουμε στην καθημερινή ζωή ταιριάζουν πάρα πολύ με στοιχεία που πρέπει να αναδείξει ένας αθλητής της τοξοβολίας για να προοδεύσει στο άθλημα. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, μεταξύ άλλων, ο Αλέξανδρος Νασούλας[ii] προπονητής της Εθνικής Ομάδας Τοξοβολίας:
«Αν όλοι οι εξωγενείς παράγοντες λειτουργούν σωστά -δηλαδή το τόξο είναι σωστά ρυθμισμένο, η τεχνική του αθλητή είναι καλή και, παρά ταύτα, ο αθλητής αστοχεί, τότε φταίει ότι η προσοχή του έχει αποσπαστεί από άλλες σκέψεις. Η σκέψη θα πρέπει ν’ ακολουθεί το βέλος, καθώς αυτό φεύγει από τα δάκτυλα. Από το βαθμό εστίασης της προσοχής του αθλητή εξαρτάται αν το βέλος θα εκτοξευθεί προς το στόχο με ένταση ή μαλακά...
»Ο τοξοβόλος πρέπει να έχει αυτοέλεγχο. η προσοχή του θα πρέπει να είναι εστιασμένη σ’ ένα σημείο, ο ίδιος να είναι χαλαρός. Αν τον ενδιαφέρει το αποτέλεσμα, το μόνο που θα καταφέρει είναι να δημιουργηθούν περιττές μυϊκές εντάσεις σ’ ολόκληρο το σώμα, που φέρνουν δυσάρεστα αποτελέσματα, όπως σφίξιμο και αποσυντονισμό.
»Η τοξοβολία είναι άθλημα που μπορείς να το δεις, καθαρά, και σαν τέχνη, όπου έχεις να κάνεις με λεπτεπίλεπτες κινήσεις. Κάθε βολή είναι σαν ένας πίνακας που εκφράζει εσένα τον ίδιο.
»Το ίδιο ακριβώς ισχύει και στη ζωή. Θέτεις ένα στόχο κι ακολουθείς κάποιους κανόνες, που θα σε οδηγήσουν να τον πετύχεις.
»Για να επιτύχεις τους στόχους σου στη ζωή, χρειάζεται να εκτιμάς και να υπολογίζεις τις συνθήκες που επικρατούν, να δρας με το σωστό τρόπο και να έχεις αυτοέλεγχο. Αυτά χρειάζονται και στη τοξοβολία. Μαθαίνεις να βάζεις σωστά το βέλος σου και να τηρείς ένα τελετουργικό, που θα σε οδηγήσει στο σωστό αποτέλεσμα.
»Όταν ένας άνθρωπος βάλει ένα στόχο και δε τον πετυχαίνει ενδεχομένως η αποτυχία του να οφείλεται στο γεγονός ότι δεν είναι συγκεντρωμένος σ’ αυτό που κάνει και δεν έχει βάλει όλη του τη δύναμη σ’ αυτό.
» Όμως στην τοξοβολία όπως και στη ζωή, η αποτυχία δε θα πρέπει ν’ αναστέλλει τη συνέχιση της προσπάθειας, αλλά να την ανατροφοδοτεί, με την έννοια του ν’ αναρωτιέται και ν’ αναζητά κανείς την αιτία της αστοχίας του. Τόσο η αποτυχία όσο και η επιτυχία έχουν να σου πουν κάτι, αρκεί αντίστοιχα ούτε ν’ απογοητεύεσαι ούτε να νιώθεις έπαρση.»
Ο Πάολο Κοέλιο αναφέρει: «Από τη στιγμή που γίνεται η ρίψη, ο τοξοβόλος δεν μπορεί να κάνει τίποτε άλλο εκτός από το να παρακολουθεί τη διαδρομή του βέλους προς το στόχο. Όποιος περάσει από κοντά και δει το τοξοβόλο με ανοικτά τα χέρια και το βλέμμα να ακολουθεί το βέλος θα πιστέψει ότι είναι σταματημένος. Οι φίλοι του όμως, γνωρίζουν ότι ο νους όποιου πραγματοποίησε μια ρίψη συνεχίζει να εργάζεται, να μαθαίνει όλα τα θετικά που έφερε αυτή η ρίψη, διορθώνοντας τα πιθανά λάθη, αποδεχόμενος τις ιδιότητές του, περιμένοντας να δει πώς αντιδράει ο στόχος μόλις τον βρει το βέλος.»[x]
Αυτό το βλέμμα μπορεί μάλλον να παραλληλιστεί με το βλέμμα του Ηνιόχου που κοιτά μακριά τον προορισμό του σε πλήρη ηρεμία κρατώντας τα ηνία και ελέγχοντας την ισχύ των αλόγων που τραβούν το άρμα.
Ο Συμβολικός Χαρακτήρας του Τόξου και της Τοξοβολίας
Συμβολική αναπαράσταση
του ζωδίου του Τοξότη
από τον Johfra Bosschart.
Αρκετά στοιχεία για τον ψυχολογικό και πνευματικό συμβολισμό που σχετίζεται με τη χρήση του τόξου μπορούμε να αντλήσουμε από τη μελέτη του ζωδίου του Τοξότη.
Μεταξύ άλλων, αναφέρονται για το ζώδιο αυτό χαρακτηριστικά που μπορεί κανείς να συσχετίσει με τις εσωτερικές δεξιότητες που αφυπνίζονται όταν ασκείται η τοξοβολία:
«Είναι το ζώδιο του τέλειου ανθρώπου που είναι ζωώδης και πνευματικός ενώ, ταυτόχρονα, προσβλέπει στη θεϊκή του καταγωγή.»[v] Μοιάζουν τα δυο αυτά να είναι αντίστοιχα με τις δύο δυνάμεις που ζητούν να ισορροπήσουν όπως τις περιγράφει από την εμπειρία της η τοξοβόλος στην προαναφερθείσα περιγραφή.
Όπως αναφέρεται στο βιβλίο «Εσωτερική Αστρολογία της Αλίκης Μπέιλι: «Μελετώντας τον Τοξότη γίνεται αντιληπτό ότι ένα από τα εξεταζόμενα θέματα είναι εκείνο της Κατεύθυνσης. Ο Τοξότης καθοδηγεί το άλογό του σε κάποιο συγκεκριμένο αντικειμενικό σκοπό. εξαποστέλλει ή κατευθύνει το βέλος του σε κάποιο επιθυμητό σημείο. σκοπεύει σε κάποιο συγκεκριμένο στόχο. Αυτή η αίσθηση της κατεύθυνσης ή καθοδήγησης χαρακτηρίζει το φωτισμένο άνθρωπο, το ζηλωτή και μαθητή…».
«Στον Τοξότη αντιστοιχεί “Μια ακτίνα εστιασμένου Φωτός” και η φράση “Βλέπω το σκοπό. Φτάνω στο σκοπό και βλέπω έναν άλλο”. Στην εποχή της Άριας φυλής απεικονίζεται σαν Τοξότης πάνω σε λευκό άλογο, γεγονός που συμβολίζει την τελειωμένη προσωπικότητα, την οποία χρησιμοποιεί ο Τοξότης ιππεύοντας και τοξεύοντας ακάθεκτος, εκεί όπου τον οδηγεί η έμπνευση. Στο ζώδιο του Τοξότη βλέπουμε την αλήθεια σαν όλο, χρησιμοποιώντας τα βέλη της σκέψης μας σωστά, αντικρίζουμε το τελικό μας στόχο. Βλέπουμε την αλήθεια μέσα μας, σαν ένας ζηλωτής της εξέλιξης, σαν ένα πνεύμα που πετά ελεύθερα.»[vii]
Αντίστοιχα στην κάρτα που έχει με σοφία σχεδιάσει για το ζώδιο του Τοξότη ο Johfra Bosschart[viii] μπορούμε να παρατηρήσουμε:
«Πρόκειται για ένα ζώδιο που τελικά καταφέρνει να βρει το δρόμο του, στοχεύοντας καλά. Το κύριο χαρακτηριστικό του είναι η ενατένιση προς τα πάνω και η φιλοδοξία για μια γρήγορη και αποτελεσματική εξέλιξη. Ο στόχος δε φαίνεται, άλλωστε η κάρτα υποδείχνει ότι είναι αρκετά υψηλός, ώστε να μπορεί να καθοριστεί με ακρίβεια, σύμφωνα με τα υλικά δεδομένα. Γρηγοράδα, οξυδέρκεια, ευστροφία, αλλά ταυτόχρονα και ένας εαυτός που οδηγεί σε κάποιο είδους απομόνωσης, απόστασης. Ο Ερημίτης είναι αυτός που αναζητά γνώση για να τη μεταδώσει. Το ίδιο κάνει και ο Κένταυρος. Παίρνει τον Κεραυνό για να τον μεταδώσει. Είναι απλά, ένας φορέας της δύναμης που προέρχεται από το Φως, από το εσωτερικό Φως. Και με αυτή την έννοια ο Ερημίτης είναι μια άλλη όψη του Κενταύρου.»[ix]
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο βιβλίο «Η Σοφία των Πολεμικών Τεχνών»: «Με τη μια άκρη του τόξου του ο τοξότης διαπερνά τον Ουρανό, με την άλλη τη Γη, και η χορδή που τα ενώνει εκτοξεύει το βέλος στην καρδιά του στόχου ορατού και αόρατου. Ο τοξότης είναι ο αληθινός άνθρωπος ο οποίος, σύμφωνα με το Βιβλίο των Νόμων στην Κίνα, παίζει ένα ρόλο στη Δημιουργία, το ίδιο όπως ο Ουρανός και η Γη. Ο Ουρανός παράγει, η Γη τρέφει και ο Άνθρωπος ολοκληρώνει.»[vi]
Ο Εσωτερικός Δρόμος του Κιούντο
O Δάσκαλος του Kyudo Awa Kenzô
Το Κιούντο (Kyudo) είναι η γιαπωνέζικη παραδοσιακή πολεμική τέχνη της τοξοβολίας των σαμουράι. Αξίζει ιδιαίτερης προσοχής διότι αξιοποιεί τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τοξοβολίας και τα χρησιμοποιεί ως μέσο για την πρακτική εκπαίδευση στο Ζεν, με απώτερο σκοπό την αυτοβελτίωση μέσω της αυτογνωσίας. Υψώνει τη τέχνη της τοξοβολίας στην πιο εκλεπτυσμένη της μορφή όπου η πρακτική φιλοσοφία, η εσωτερική καλλιέργεια, η ψυχολογία και η αυτογνωσία συνδυάζονται σε ένα εξαιρετικό «προπονητικό σχήμα». Ωστόσο, δεν πρόκειται για μια απλή εξωτερική προπόνηση, αλλά για μια βαθιά ενασχόληση που ουσιαστικά καθίσταται τρόπος ζωής και όχι μια παρένθεση που γεμίζει ευχάριστα την καθημερινότητα.
Διαβάζουμε, για παράδειγμα, στο βιβλίο «Ένα Βέλος μια Ζωή» του Keneth Kusner :«Όπως κάθε στιγμή είναι μοναδική έτσι και κάθε βέλος που εκτοξεύεται είναι καθοριστικό και αμετάκλητο. Κάθε στιγμή είναι ανεπανάληπτη. Στο Ζεν αναγνωρίζεται πως η ζωή δε δίνει δεύτερες ευκαιρίες. επομένως πρέπει κανείς να αποδίδει απόλυτη προσοχή σε κάθε στιγμή, σε κάθε δραστηριότητα, όσο κοινότοπη και αν φαίνεται. Θα πρέπει κανείς να δίνεται ολοκληρωτικά σε κάθε τι που κάνει. Κάθε δραστηριότητα θα πρέπει να γίνεται σα να ήταν η μοναδική πάνω στη Γη. Στο κιούντο, αυτό σημαίνει πως ο κιουντόκα οφείλει να είναι συγκεντρωμένος σε κάθε βολή σαν να ήταν η τελευταία προσπάθεια…
»Μία περιγραφή της νοητικής κατάστασης στην οποία επιδιώκει να φτάσει ο τοξοβόλος έχει σαφώς χαρακτηριστικά ψυχονοητικής κατάστασης που επιτυγχάνεται με την εκπαίδευση Ζεν: «Η κατάσταση του νου που επιχειρεί κανείς να πετύχει στο Ζεν και τις τέχνες Ζεν αναφέρεται συχνά ως Μου Σιν: Μου σημαίνει άδειος, μηδενικός ή κενός και Σιν σημαίνει καρδιά ή νους. Συνήθως μεταφράζεται μη-νους. Ωστόσο το αδιαχώριστο νου και σώματος σημαίνει ότι είναι παραπλανητικό να δούμε το μουσίν σαν ένα καθαρά νοητικό φαινόμενο. Χωρίς σωστή αναπνοή και στάση δεν υπάρχει άδειος νους…
»Ένας τρόπος για να κατανοήσει κανείς το μουσίν είναι να αναλογιστεί το ανθρώπινο ρεύμα συνείδησης. Οι περισσότεροι από εμάς κάνουμε με το νου μας ένα διαρκή εσωτερικό διάλογο, που συνεχίζεται εξαιτίας μιας αδιάκοπης αλυσίδας συνειρμών. Αυτός ο διάλογος μας αποσπά από το να συγκεντρωθούμε στο εκάστοτε έργο μας. Για παράδειγμα, φανταστείτε ότι περπατάτε σε ένα δρόμο και ακούτε ένα θόρυβο. Αμέσως αναρωτιέστε τι ήταν αυτός ο θόρυβος. έπειτα φαντάζεστε ότι ήταν κάτι ιδιαίτερο. ίσως ένα ατύχημα. Αυτές οι σκέψεις οδηγούν σε άλλες, όπως η ανάμνηση του ατυχήματος που είδατε χτες στις ειδήσεις, πράγμα που οδηγεί σε άλλα θέματα ειδήσεων κ.ο.κ… Στο Ζεν τέτοιου είδους σκέψεις αποκαλούνται ψευδαισθήσεις… Στο μουσίν ο νους δεν αποσπάται και δενλοκάρεται από απατηλές σκέψεις. Ο ήχος του ασθενοφόρου δε συνοδεύεται από τις ειδήσεις της προηγούμενης βραδιάς. Αυτή είναι η φυσιολογική κατάσταση της συνείδησης και ένας από τους σκοπούς της εκπαίδευσης Ζεν.»[xi]
Τεχνικές και προσέγγιση της τοξοβολίας όπως γίνεται από το Κιούντο έχουν επηρεάσει και την καθαρή αθλητική τοξοβολία, όπως φαίνεται από τις συστάσεις που εισηγείται στον κύκλο της τεχνικής του ο Kisik Lee[xii] που εισήγαγε την επιστημονική μεθοδολογία στην προπονητική της τοξοβολίας. Αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής που δείχνουν τη στενή σχέση της πρακτικής της βολής με τις εσωτερικές διεργασίες που συμβαίνουν σε έναν τοξότη:
«Το στάδιο της αυτοσυγκέντρωσης είναι ένα κρίσιμο στάδιο της βολής, όπου καθορίζεται η επιτυχία ή η αποτυχία. Πρέπει να στοχεύετε αποβάλλοντας οποιεσδήποτε άσχετες σκέψεις και αποσπάσεις της προσοχής που προκαλούνται από τα γεγονότα γύρω σας.
»Κατά τη διάρκεια αυτού του βήματος με μία ή δύο βαθιές διαφραγματικές αναπνοές δημιουργείται ένα φυσικό συναίσθημα δύναμης. Παράλληλα το σώμα πρέπει να χαλαρώσει, ειδικά το πρόσωπο, η περιοχή του λαιμού και των ώμων.
»Στην πραγματικότητα το τράβηγμα της χορδής μπορούμε να πούμε ότι μετατρέπεται από εξωτερική κίνηση σε εσωτερική. Αυτό ίσως είναι, μια δύσκολη έννοια σχετίζεται με τον όρο «συνεχής ροή», που χρησιμοποιείται συχνά στη τοξοβολία και σημαίνει ότι η κίνηση δε σταματάει ποτέ.
»Φθάνοντας στο πλήρες άνοιγμα, η εστίαση του νου σε αυτή τη φάση δεν πρέπει να εκτραπεί σε οτιδήποτε άλλο γιατί ο χαλαρός έλεγχος των ραχιαίων μυών θα χαθεί οδηγώντας σε αδυναμία εκτέλεσης της βολής.
»Ο νους βαθμιαία έχει στραφεί εσωτερικά, αλλά τώρα πρέπει να μεταπηδήσουμε σε αυτό που καλείται στενή εξωτερική εστίαση. Η προσοχή πρέπει τώρα να κατευθυνθεί στη σκόπευση και το υποσυνείδητο να εστιαστεί ήρεμα στο σκόπευτρο.»
«Η συνέχιση – ακολουθία της βολής μετά την απελευθέρωση του βέλους είναι στην πραγματικότητα μέρος της απελευθέρωσης και όχι άλλη ξεχωριστή διαδικασία. Η ένταση των μυών της ράχης θα πρέπει να παραμείνει για ένα –δύο δευτερόλεπτα μετά από την απελευθέρωση. Αυτή η φάση πρέπει να είναι μια φυσική συνέχεια της βολής και όχι αναγκαστική τελετουργική στάση δίχως νόημα ή ψεύτικη.
Αμέσως μετά νους και σώμα πρέπει να χαλαρώσουν και να ανατροφοδοτηθούν για την επόμενη βολή. Οποιαδήποτε φυσική ή διανοητική ένταση πρέπει να διαλυθεί. Για το σκοπό αυτό συστήνονται αναπνοές . Είναι πολύ σημαντικό, «ο τοξότης να μάθει να αισθάνεται την βολή», έτσι ώστε οποιαδήποτε τεχνικά σφάλματα της τεχνικής, να μπορούν να αναγνωριστούν και να διορθωθούν στις επόμενες βολές.»[xiii]
Παρόμοιες συστάσεις κάνει και ο Δάσκαλος του Κιούντο Awa Kenzo:
«Αν δεν πρέπει να στενοχωριέστε για τις αποτυχημένες βολές, δεν πρέπει να χαίρεστε και για τις επιτυχημένες. Πρέπει να λυτρωθείτε από το συνεχές πηγαινέλα ανάμεσα στη χαρά και τη δυσαρέσκεια...
»...Ο ειδήμων έχει ξαναβρεί την σιγουριά τού αρχαρίου. Την αμεριμνησία που έχασε στην αρχή των μαθημάτων την ξανακέρδισε στο τέλος σαν ακατάλυτο στοιχείο τού χαρακτήρα του. Σε αντίθεση όμως με τον αρχάριο είναι επιφυλακτικός ατάραχος και σεμνός και δεν διανοείται να παραστήσει τον σπουδαίο...»[xiv]
Ο Όυγκεν Χέριγκελ που ήταν πανεπιστημιακός καθηγητής της φιλοσοφίας και μαθήτευσε για ένα διάστημα κοντά στο Δάσκαλο του Κιούντο Awa Kenzô στην Ιαπωνία περιγράφει την εμπειρία της μαθητείας του στο βιβλίο Ζεν και η Τέχνη της Τοξοβολίας. Όταν ο Χέριγκελ νιώθοντας στάσιμος κι ότι δεν εξελίσσεται καθόλου, ρώτησε το δάσκαλό του πως κρίνει την πρόοδο του ο Kenzô του έδωσε την εύλογη απάντηση: «... αλλάξατε αυτά τα χρόνια. Αυτή άλλωστε είναι η συνεισφορά τής τέχνης τής Τοξοβολίας: μια πάλη που αγγίζει τα έσχατα βάθη, η πάλη τού τοξότη με τον ίδιο του τον εαυτό. Θα το νιώσετε όταν ξανασυναντήσετε τούς φίλους και γνωστούς στην πατρίδα σας και δε θα βρίσκεστε πια σε αρμονία μαζί τους όπως άλλοτε...»[xiv]
Κάπως έτσι δεν αξίζει να αντιμετωπίζουμε κάθε στιγμή στη μεγάλη τέχνη της ζωής ώστε μέσα από διαρκείς αλλαγές να οδηγούμαστε, μέσα από την αυτογνωσία, στα ανοδικά σκαλοπάτια της εξέλιξης;
Άλλωστε είμαστε όλοι τοξοβόλοι της ζωής και σε κάθε στιγμή επιλέγουμε να τοξεύουμε κάπου. Κάθε ανθρώπινη πράξη είναι σαν ένα βέλος που πετάει προς το στόχο. Όμως, όπως είδαμε, ο ρόλος του τοξότη δεν τελειώνει με την εκτόξευση του βέλους. Για την ακρίβεια κάθε βολή - πράξη είναι μια ολόκληρη διδασκαλία που αν μελετηθεί σωστά θέτει τις βάσεις για μια καλύτερη επόμενη βολή.
Καθένας μπορεί να καλλιεργήσει τις ικανότητες του τοξότη: να βλέπει τη ζωή με πιο ουσιαστική ματιά, να έχει μια βαθιά διάκριση και ενόραση. Να νιώθει ως ζωντανό κύτταρο του κόσμου, που όλη του η ζωή φλέγεται από την αίσθηση ενός παγκόσμιου εσωτερικού σκοπού. Από μια χειμαρρώδη και ακατάλυτη ανάγκη για προσφορά προς κάθε μορφή ύπαρξης. Και να τιθασεύει πλήρως κάθε προσωπική επιθυμία για να υπηρετήσει αυτόν το στόχο που τον υπερβαίνει ως άτομο. Τα βέλη του δεν θα τα εκτοξεύουν τότε οι επιθυμίες αλλά η ίδια του η Ψυχή και οι στόχοι του θα είναι πάντα φωτεινοί.
Συγγραφέας: Λ.Κ.
Πηγή: www.e-zine.gr