Πιθανές ερμηνείες
Στο πλαίσιο αυτά, είναι εύλογο να αναρωτιόμαστε τόσο για τη γνησιότητα των εμπειριών αυτών, όσο και για τους λόγους για τους οποίους ορισμένα άτομα μοιάζουν να ανέρχονται σε μαγευτικές, ουράνιες νοερές γεωγραφίες, ενώ άλλα να κατέρχονται σε φρικτά μέρη πόνου, τρόμου και βασανιστηρίων.
(1) Κουλτούρα, Προσδοκίες και Κοινωνικές Κατασκευές
Σύμφωνα με την συνηθέστερη ερμηνεία των σχετικών υπερβατικών, θρησκευτικών -ακόμα και παραψυχολογικών- εμπειριών, το περιεχόμενό τους είναι «κατασκευασμένο» βάσει των κοινωνικών, πολιτισμικών και θρησκευτικών προτύπων και επιδράσεων, καθώς και βάσει των στερεοτύπων που προωθούνται από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (ταινίες, βιβλία, αστικοί μύθοι, κ.α.) (Bonenfant, 2001 – Bush, 2002).
Επιπλέον, η ατομική ψυχοσύνθεση, προσδοκίες ή ψυχολογική διάθεση πριν το συμβάν δύνανται να επηρεάσουν το περιεχόμενο των περιθανάτιων εμπειριών.
Με βάση, λοιπόν, αυτό το μοντέλο ερμηνείας, η Atwater (1992) αναμένει αρνητικές, τρομακτικές, ακόμα και διαβολικές, περιθανάτιες εμπειρίες από άτομα που έχουν αποθέματα καταπιεσμένης οργής και όσων, γενικώς, προσδοκούν ένα είδος «μεταθανάτιας τιμωρίας».
Από την άλλη πλευρά, πάμπολλοι ερευνητές, ακόμα και σκεπτικιστές όπως η Susan Blackmore, κατακρίνουν την ερμηνεία αυτή ως υπεραπλουστευτική. Πιο συγκεκριμένα, τόσο οι προσδοκίες όσο και οι κοινωνικο-πολιτισμικές εγγραφές, φαίνεται να επηρεάζουν σε κάποιο βαθμό την ερμηνεία και νοηματοδότηση των σχετικών εμπειριών, εντούτοις τα καθολικά, παγκόσμια και επαναλαμβανόμενα φαινομενολογικά μοτίβα που συνθέτουν μια τυπική περιθανάτια εμπειρία (π.χ. τούνελ, φως, εξωσωματική εμπειρία κ.α.) δεν μπορούν να εξηγηθούν σε αυτή τη βάση (Blackmore, 1996 – Bush, 2002).
Επιπρόσθετα, η συστηματική περιπτωσιολογική παρατήρηση καταδεικνύει πως οι ατομικές προσδοκίες ή καταβολές δεν φαίνεται να ασκούν τόσο έντονη επίδραση, επισημαίνει εύστοχα η Bush (2002), αν αναλογιστούμε πως ορισμένοι αυτόχειρες βίωσαν, εντούτοις, «αγγελικές εμπειρίες», ενώ άλλοι άνθρωποι ορκισμένοι σ’ ένα «μεγαλόψυχο θεό», βίωσαν παρ’ όλα αυτά εμπειρίες με γεύση από κόλαση, αφήνοντάς τους έκθετους με ένα αίσθημα βαθιάς «θρησκευτικής προδοσίας».
(2) Νευροφυσιολογικά Μοντέλα ερμηνείας
Προχωρώντας, το δεύτερο επικρατέστερο μοντέλο ερμηνείας τείνει να καταδεικνύει ως κύριους υπαιτίους μια σειρά φυσιολογικών μηχανισμών, την εκδήλωση ορισμένων αποσυνδετικών διαταραχών ή τη δράση ορισμένων φαρμακευτικών ή νευροχημικών ουσιών (Bush, 2002). Στα πλαίσια αυτά, για παράδειγμα, η εγκεφαλική ανοξία θεωρείται υπεύθυνη για ορισμένα στοιχεία των περιθανάτιων εμπειριών όπως οι εικόνες του «τούνελ» και του «φωτός», ενώ ο ερεθισμός του Κροταφικού Λοβού θεωρείται υπεύθυνος για τις παραισθήσεις, εξω-σωματικές εμπειρίες ή τα αναφερόμενα flashbacks (Blackmore, 1996).
Από την άλλη πλευρά, γνωστό είναι και το μοντέλο των «ενδορφινών». Η ερμηνεία αυτή που προτάθηκε για πρώτη φορά το 1982 από τον Carr, στηρίζεται στην παρατήρηση πως εφόσον οι ενδορφίνες εκλύονται σε συνθήκες οξέος τραύματος και έχουν κατευναστική, παυσίπονη και ευφορική επίδραση στον οργανισμό, πιθανώς να ευθύνονται και για τα «θετικά» συναισθήματα που συνοδεύουν τις παραδείσιες περιθανάτιες εμπειρίες. Αντοστρόφως, μια προσέγγιση τείνει να αποδίδει τις «διαβολικές» περιθανάτιες εμπειρίες στην ναλοξόνη- έναν ανταγωνιστή των ενδορφινών- το ζήτημα αυτό, εντούτοις, είναι ακόμα υπό διερεύνηση (Blackmore, 1996).
Τέλος, πολλοί ερευνητές τείνουν να ερμηνεύουν τις σχετικές εμπειρίες ως «φαρμακευτική παρενέργεια»∙ εικασία, η οποία συχνά κατακρίνεται ως άστοχη, καθώς, πρώτον, περιθανάτιες εμπειρίες έχουν βιώσει και άτομα που δεν λάμβαναν φαρμακευτική αγωγή, και δεύτερον, μελέτες έχουν καταδείξει πως τα αναισθητικά ή παυσίπονα φάρμακα τείνουν συχνά να μειώνουν την πιθανότητα μιας περιθανάτιας εμπειρίας (Blackmore, 1996)!
Προχωρώντας, το δεύτερο επικρατέστερο μοντέλο ερμηνείας τείνει να καταδεικνύει ως κύριους υπαιτίους μια σειρά φυσιολογικών μηχανισμών, την εκδήλωση ορισμένων αποσυνδετικών διαταραχών ή τη δράση ορισμένων φαρμακευτικών ή νευροχημικών ουσιών (Bush, 2002). Στα πλαίσια αυτά, για παράδειγμα, η εγκεφαλική ανοξία θεωρείται υπεύθυνη για ορισμένα στοιχεία των περιθανάτιων εμπειριών όπως οι εικόνες του «τούνελ» και του «φωτός», ενώ ο ερεθισμός του Κροταφικού Λοβού θεωρείται υπεύθυνος για τις παραισθήσεις, εξω-σωματικές εμπειρίες ή τα αναφερόμενα flashbacks (Blackmore, 1996).
Από την άλλη πλευρά, γνωστό είναι και το μοντέλο των «ενδορφινών». Η ερμηνεία αυτή που προτάθηκε για πρώτη φορά το 1982 από τον Carr, στηρίζεται στην παρατήρηση πως εφόσον οι ενδορφίνες εκλύονται σε συνθήκες οξέος τραύματος και έχουν κατευναστική, παυσίπονη και ευφορική επίδραση στον οργανισμό, πιθανώς να ευθύνονται και για τα «θετικά» συναισθήματα που συνοδεύουν τις παραδείσιες περιθανάτιες εμπειρίες. Αντοστρόφως, μια προσέγγιση τείνει να αποδίδει τις «διαβολικές» περιθανάτιες εμπειρίες στην ναλοξόνη- έναν ανταγωνιστή των ενδορφινών- το ζήτημα αυτό, εντούτοις, είναι ακόμα υπό διερεύνηση (Blackmore, 1996).
Τέλος, πολλοί ερευνητές τείνουν να ερμηνεύουν τις σχετικές εμπειρίες ως «φαρμακευτική παρενέργεια»∙ εικασία, η οποία συχνά κατακρίνεται ως άστοχη, καθώς, πρώτον, περιθανάτιες εμπειρίες έχουν βιώσει και άτομα που δεν λάμβαναν φαρμακευτική αγωγή, και δεύτερον, μελέτες έχουν καταδείξει πως τα αναισθητικά ή παυσίπονα φάρμακα τείνουν συχνά να μειώνουν την πιθανότητα μιας περιθανάτιας εμπειρίας (Blackmore, 1996)!
(3) Hereafter: O Θάνατος δεν είναι το τέλος…
Στην πράξη, η πιθανότητα της ψυχικής επιβίωσης μετά το θάνατο μοιάζει τόσο μαγευτική όσο και αναπόδεικτη (Bonenfant, 2001). Επιπλέον, για ορισμένους ανθρώπους με τρομερές περιθανάτιες εμπειρίες, η πιθανότητα αυτή ίσως να μοιάζει φρικαλέα.
Στο ίδιο πλαίσιο, καμία θεωρία μέχρι τώρα δεν φαίνεται να παρέχει ικανοποιητικές εξηγήσεις αναφορικά με τους λόγους για τους οποίους ορισμένοι άνθρωποι επισκέπτονται νοερά την κόλαση και άλλοι τον παράδεισο. Θρησκευτικά δόγματα μιλούν για τη μάχη του καλού με το κακό, την εξύψωση των δικαίων και την τιμωρία των αδίκων. Στην πράξη, οι περιθανάτιες εμπειρίες μοιάζουν να υπονοούν μια πολύ συνθετότερη κατάσταση, καθώς αυτές δεν φαίνεται να είναι συμμετρικές ή να ακολουθούν μια λογική «ανταπόκρισης» στον πρωθύστερο έντιμο ή μη βίο!
Πρόκειται λοιπόν για φαντασιώσεις, ή για «οπωσδήποτε αληθινές εικόνες», όπως επιμένει το 93% των συμμετεχόντων μιας σύγχρονης έρευνας; (Long & Perry). Κανείς απολύτως δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα.
Ισως πράγματι, μελλοντικά, η μελέτη του εγκεφάλου και της συνείδησης να καταφέρει να τα απορρίψει όλα αυτά ως «παρωχημένες προλήψεις». Από την άλλη πλευρά, η ανθρώπινη ιστορία μοιάζει εξ’ αρχής άρρηκτα δεμένη με αυτές τις «προλήψεις», σε σημείο τέτοιο ώστε να μας αναγκάζει πολλές φορές να υποπτευθούμε πως τα ιερά θρησκευτικά βιβλία, οι μύθοι και οι λαϊκές δοξασίες απέκτησαν περιεχόμενο στηριζόμενα σε υπαρκτές και συχνά ανεξήγητες ανθρώπινες εμπειρίες (Broughton, 2000).
Τέλος, η ίδια η πραγματικότητα ίσως να είναι πολύπλευρη, παντελώς ανεξερεύνητη και διαρκώς μεταβαλλόμενη. Σε συμφωνία με την τελευταία αυτή υπόθεση, η Bush (2002) υποπτεύεται πως τόσο το Θιβετιανό και Αιγυπτιακό βιβλίο των Νεκρών, όσο και το Ευρωπαϊκό Ars Moriendi, πιθανώς να αποτελούν «οδηγούς προετοιμασίας των πιστών» ώστε να είναι εξοικειωμένοι με τις διαφορετικές, παράδοξες και πολυποίκιλες νεκρικές περιοχές.
Αναφορές
Agrillo, C. (2005). Near-death experience: Out-of-body and out-of-brain? Review of General Psychology , 15 (1), 1-10.
Blackmore, S. (1996). Near-death experiences. Journal of the Royal Society of Medicine , 89, 73-76.
Bonenfant, R. J. (2001). A child’s encounter with the devil: An unusual near death experience with both blissful and frightening elements. Journal of Near Death Studies , 20 (2), 87-100.
Broughton, R. S. (2000). From caveman to the second foundation: Making sense of exceptional experiences. Fundação Bial, (σσ. 69–82).
Bush, N. E. (2002). Afterward: Making meaning after a frightening near-death experience. Journal of Near-Death Studies , 21 (2), 99-132.
Greyson, B., & Bush, N. (1992). Distressing near-death experiences. Psychiatry , 55, 95-110.
Inwin, H. J., & Bramwell, B. A. (1998). The devil in heaven: A near-death experience with both positive and negative facets. Journal of Near – Death Studies , 7 (1), 38-43.
Knoblauch, H., Schmied, I., & Schnettler, B. (2001). A report on a survey of near-death experiences in Germany. Journal of Near-Death Studies , 20 (1), 15-29.
Long, J., & Perry, P. Evidence of the afterlife: The science of near-death experiences. Harper Collins e-books.
Who is Who: Η Μαριλένα Αβραάμ-Ρέπα είναι ψυχολόγος (Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών) με μεταπτυχιακό στην «Υπερπροσωπική Ψυχολογία και Σπουδές Συνειδητότητας» από το πανεπιστήμιο του Northampton στο Ηνωμένο Βασίλειο. Ο κλάδος της ειδικεύεται σε επιστημονικά, και συχνά περιθωριοποιημένα, ζητήματα όπως η παραψυχολογία και η πνευματικότητα, αλλά και σε πιο συμβατικά, όπως οι σύγχρονες νευροψυχολογικές προσεγγίσεις και η φιλοσοφία του νου.
Συγγραφέας: Μαριλένα Αβραάμ-Ρέπα
Πηγή: metafysiko.gr