Tuesday, 22 April 2014

Οι πολιτικοί θεσμοί της Αθήνας τον 5ο και τον 4ο αιώνα


Γνωρίζουμε αρκετά καλά τους πολιτικούς θεσμούς της Αθήνας τον 5ο και τον 4ο αιώνα, όχι μονάχα από την περιγραφή τους στην Αθηναίων Πολιτεία, αλλά κυρίως επειδή έχουμε τη δυνατότητα να δούμε τη λειτουργία τους τόσο μέσα από λογοτεχνικά κείμενα, αφηγήσεις ιστορικών, αγορεύσεις ρητόρων, ακόμη και αναφορές κωμικών ποιητών, όσο και μέσα από την ανάγνωση επι­γραφών, των κειμένων δηλαδή που απορρέουν απευθείας από τους θεσμούς. Οπωσδήποτε παραμένουν πολλά προβλήματα, και μερικές φορές έχουν δοθεί και αντίθετες ερμηνείες για την ίδια ένδειξη των πηγών μας. Συνολι­κά όμως, και δεδομένης της εξέλιξης και των τροποποιήσεων που επιφέρο­νται σε λεπτομέρειες ανάλογα με τις περιστάσεις, είναι εφικτή η ανασύνθε­ση ενός πίνακα των θεσμών αυτών, όσο το δυνατόν πιο κοντά στην πραγμα­τικότητα.




1. Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Η ΒΟΥΛΗ

Το θεμέλιο της αθηναϊκής δημοκρατίας ήταν η κυριαρχία του δήμου, η οποία εκφραζόταν κυρίως με τις συνελεύσεις αφενός, αφετέρου με τα δικαστήρια.


 Η Εκκλησία

Η Εκκλησία δεν ήταν στην κυριολεξία θεσμός, ήταν η συνέλευση του λαού, και, τουλάχιστον θεωρητικά, όλοι οι αθηναίοι πολίτες είχαν όχι μόνο το δικαίωμα αλλά και την υποχρέωση να παρίστανται στις συνελεύσεις. Είναι περιττό να πούμε ότι κάτι τέτοιο δεν συνέβαινε ποτέ. Μονάχα ένα τμήμα του σώματος των πολιτών παραβρίσκονταν όντως στις συνελεύσεις, και το γεγο­νός ότι έπρεπε να συγκεντρωθούν έξι χιλιάδες ψηφοφόροι για συνελεύσεις που επρόκειτο να λάβουν κάποια σημαντική απόφαση, μας λέει από μόνο του ότι ένας τέτοιος αριθμός σπάνια επιτυγχανόταν. Στην πραγματικότητα, πέρα από μια μειονότητα ανθρώπων που ενδιαφέρονταν άμεσα για τις υποθέσεις της πόλης, οι περισσότεροι Αθηναίοι, και ιδίως όσοι ζούσαν στην ύπαιθρο, προτιμούσαν να καταπιαστούν με τις καθημερινές τους ασχολίες παρά να περάσουν μια μέρα στην Πνύκα.Μπορούμε επίσης να δεχτούμε ότι, αν οι παρόντες ήταν πολλοί το πρωί, ο αριθμός τους ελαττωνόταν όσο περνούσε η μέρα. Γνωρίζουμε ότι ορισμένες ψηφοφορίες μπορούσαν έτσι να κερδηθούν στο τέλος της μέρας, όταν απέμενε πια μικρός αριθμός παρευρισκο­μένων, στους οποίους ήταν πιο εύκολο να ασκηθούν πιέσεις.

Οι χωρικοί, όπως είπαμε, απέφευγαν να πηγαίνουν στην πόλη για τις συνελεύσεις της Εκκλησίας, εκτός αν πίστευαν ότι θα μπορούσε να ληφθεί κάποια απόφαση που τους αφορούσε. Χαρακτηριστικό από την άποψη αυτή είναι το θέατρο του Αριστοφάνη, που εκφράζει το φόβο του χωρικού να μην γελοιοποιηθεί παίρνοντας το λόγο μπροστά σε όλους, αλλά και τη δυσπιστία που τον κατείχε απέναντι στους ανθρώπους της πόλης. 0 Ξενοφώντας στα Απομνημονεύματα παρουσιάζεται να λέει στον Σωκράτη ότι τη συνέλευση αποτελούσαν κυρίως σιδηρουργοί, ξυλουργοί, γραφιάδες και έμποροι.

Και δεν θα ήταν παρακινδυνευμένο να υποθέσουμε ότι οι περισσότεροι παρευ­ρισκόμενοι προέρχονταν από τα προάστια της Αθήνας και του Πειραιά. Τον 1ο αιώνα, οπότε η πόλη θεσμοθετεί τον εκκλησιαστικό μισθόγια να αντιμε­τωπίσει το όλο και μεγαλύτερο πρόβλημα των απουσιών, είναι πολύ πιθανό οι φτωχοί και οι άποροι να σχημάτιζαν την πλειονότητα, ακόμη κι αν δεχτού­με με κάποια επιφύλαξη τις κριτικές των εχθρών της δημοκρατίας, και να συνέβαλλαν στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής της πόλης, τουλάχι­στον κατά το πρώτο μισό του αιώνα, προς την κατεύθυνση της επιστροφής στον ιμπεριαλισμό και της φιλοπόλεμης πολιτικής.

Ο εκκλησιαστικός μισθός οπωσδήποτε δεν αρκούσε για να ζήσουν όσοι τον εισέπρατταν. Οι συνελεύσεις ήταν συχνότερες απ’ ό,τι τον πρώτο καιρό της δημοκρατίας, όμως έπρεπε να συμβεί κάτι έκτακτο για να συγκληθεί έκτακτη συνέλευση. Κανονικά γίνονταν τέσσερις συνελεύσεις ανά πρυτα­νεία, δηλαδή σαράντα συνελεύσεις το χρόνο. Οι ημερομηνίες τους δεν ήταν σταθερές, αφού έπρεπε να αποφευχθούν οι αργίες, που, κατά τα λεγόμενα ορισμένων εχθρών της δημοκρατίας, ήταν πολλές στην Αθήνα. Υπήρχαν μόνο δύο προκαθορισμένες ημερομηνίες συνελεύσεων: η 11η του μηνός Εκατομβαιώνος, που άνοιγε το διοικητικό έτος, και η 21η του Ελαφηβολιώνος, μετά τα Μεγάλα Διονύσια. Οι συνελεύσεις αυτές είχαν συνήθως συγκε­κριμένη ημερήσια διάταξη.

Η κύρια συνέλευση κάθε πρυτανείας είχε πολύ φορτωμένο πρόγραμμα: ο δήμος αποφάσιζε με ανάταση του χεριού αν θα παραμείνουν στις θέσεις τους οι άρχοντες που εμπιστευόταν συσκεπτόταν για ζητήματα σχετικά με τον ανεφοδιασμό της πόλης, ιδίως σε σιτηρά, που ήταν το σοβαρότερο πρόβλημα που αντιμετώπιζε η Αθήνα τον 4ο αιώνα. Με το θέμα αυτό συνδεόταν στενά η εξωτερική πολιτική της πόλης, που επίσης απασχολούσε την κύρια συνέλευση. Στην ίδια συνέλευση έπρεπε να παρου­σιαστούν οι κατηγορίες εσχάτης προδοσίας. Τέλος, πάντοτε κατά τη μαρτυ­ρία του Αριστοτέλη, γινόταν ανάγνωση των απογραφών των δημευμένων πε­ριουσιών και των διεκδικήσεων για κληρονομικές υποθέσεις, «ώστε κανείς να μην αγνοεί τίποτα και να μην μένει τίποτα απροστάτευτο». Η κύρια συνέ­λευση της έκτης πρυτανείας έπρεπε επιπλέον να αποφασίσει για την προ­σφυγή στη διαδικασία του οστρακισμού και για διάφορες κατηγορίες.

Η Βουλή και η Εκκλησία 
"Για τη Βουλή κληρώνονται πεντακόσιοι βουλευτές, πενήντα από κάθε φυλή. Την πρυτανεία αναλαμβάνει με κλήρο κάθε φυλή διαδοχικά, οι πρώτες τέσσερις για τριάντα έξι μέρες η καθεμιά, και οι άλλες για τριά­ντα πέντε μέρες, επειδή το έτος είναι σεληνιακό. Εκείνοι που ασκούν την πρυτανεία γευματίζουν μαζί στη θόλο, παίρνοντας χρήματα γι’ αυτό από την πόλη, και συγκαλούν τη Βουλή και το δήμο. Τη Βουλή κάθε μέρα, εκτός αν είναι αργία, το δήμο τέσσερις φορές στη διάρκεια της κάθε πρυτανείας. Αυτοί αποφασίζουν με ποια θέματα θα ασχοληθεί η Βουλή, ορίζουν την ημερήσια διάταξη και τον τόπο της συνέλευσης. Οι ίδιοι ορίζουν και τις συνελεύσεις της εκκλησίας- μία κύρια συνέλευση, όπου γίνεται ψηφοφορία με ανάταση χειρός για το αν οι άρχοντες είναι αντάξιοι των καθηκόντων τους, και όπου συζητούν για τις προμήθειες σε σιτηρά και για την άμυνα της πόλης, και την ίδια μέρα όσοι θέλουν μπορούν να υποβάλουν μηνύσεις, να αναγνώσουν τις απογραφές των δημευμένων περιουσιών και τις διεκδικήσεις που αφορούν κληρονομιές ή περιουσίες επίκληρων, ώστε κανείς να μην αγνοεί τίποτα σχετικό.

Κατά την έκτη πρυτανεία, εκτός από όλα τα παραπάνω οι πρυτάνεις ψηφίζουν και για τον οστρακισμό, αν νομίζουν ότι πρέπει να γίνει ή όχι, και επιβάλλουν ποινές στους συκοφάντες, μέχρι τρεις σε Αθηναίους και άλλες τόσες σε μετοίκους, όπως και σε όποιον υποσχέθηκε στο λαό κάτι που δεν το τήρησε. Στη δεύτερη συνεδρίαση συζητούνται οι αιτή­σεις- όποιος θέλει μπορεί να υποβάλει αίτηση για οτιδήποτε θέλει, είτε ιδιωτικό θέμα είτε δημόσιο, και να μιλήσει γι’ αυτό στο λαό. Στις άλλες δύο συνελεύσεις συζητούνται διάφορα θέματα, και οι νόμοι καθορίζουν ότι πρέπει να συζητηθούν τρία θέματα για τα ιερά, τρία για τους κήρυ­κες και τις πρεσβείες και τρία για τα όσια."

                                                                            ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ. Αθηναίων Πολιτεία, XLΙΙΙ, 2 – XLIV

Οι υπόλοιπες τρεις συνελεύσεις είχαν πιο συγκεκριμένο και πιο περιορι­σμένο πρόγραμμα. Η μία από αυτές αφιερωνόταν στις ικετηρίες, δηλαδή τις αιτήσεις χάριτος: κάθε πολίτης που επιθυμούσε να απευθυνθεί στο λαό για λόγους προσωπικούς ή που αφορούσαν την πόλη έπρεπε προηγουμένως να καταθέσει στο βωμό έναν ικετευτικό κλώνο. Οι άλλες δύο συνελεύσεις ήταν αφιερωμένες στις τρέχουσες υποθέσεις και η ημερήσια διάταξη απαιτούσε ίσο καταμερισμό των ιερών υποθέσεων, των υποθέσεων που αφορούσαν την εσωτερική ζωή της πόλης, και των θεμάτων της εξωτερικής πολιτικής, όπως ήταν η ακρόαση ξένων πρεσβευτών (πρβλ. Αισχίνης, Κατά Τιμάρχου, 22). Πάντως ήταν δυνατόν, σε περίπτωση ανάγκης, να τροποποιηθεί η ημερήσια διάταξη, αν χρειαζόταν να λάβει η συνέλευση κάποια επείγουσα απόφαση. Σε περίπτωση μεγάλου κινδύνου, όπως ύστερα από την κατάληψη της Ελά­τειας από τον Φίλιππο, ηχούσαν σάλπιγγες που συγκαλούσαν το λαό σε συνέλευση.

Oι συνελεύσεις της Εκκλησίας γίνονταν στο λόφο της Πνύκας, όπου είχε διαμορφωθεί ένα επίμηκες ημικύκλιο που στηριζόταν με έναν τοίχο αντιστήριξης και είχε διάμετρο περίπου εκατόν είκοσι μέτρα. Μια εξέδρα σκαλι­σμένη στο βράχο και περιστοιχισμένη από κιγκλιδώματα αποτελούσε το βήμα, που στήριζε ένα βωμό του Αγοραίου Διός. Από εκεί μιλούσαν οι ρήτο­ρες στο κοινό, που καθόταν σε κερκίδες. Εκεί κάθονταν επίσης τα μέλη του προεδρείου και ο πρόεδρος της συνέλευσης. Τον 5ο αιώνα πρόεδρος ήταν ο επιστάτης των πρυτάνεων, πρόεδρος δηλαδή των πενήντα βουλευτών οι οποίοι για ένα δέκατο του έτους αποτελούσαν το διαρκές τμήμα της Βουλής- ο πρόεδρος κληρωνόταν κάθε μέρα. Τον 4ο αιώνα όμως, την εποχή που ο Αριστοτέλης συγγράφει την Αθηναίων Πολιτεία, στη συνέλευση προήδρευε ο επιστάτης των προέδρων, δηλαδή των εννέα ατόμων που είχαν κληρωθεί για να επανδρώσουν το προεδρείο της Βουλής και προέρχονταν από τις φυλές που δεν ασκούσαν τότε την πρυτανεία. Πλάι στον πρόεδρο βρισκόταν ένας κήρυκας και ένας γραμματέας.

Ο ρόλος των προέδρων τον 4ο αιώνα
"Αφού εκλεχτήκαμε μέλη της πρεσβείας που θα πήγαινε να λάβει τους όρκους του Φίλιππου, δεν είχαμε ακόμη ξεκινήσει και έγινε συνέλευ­ση του λαού, της οποίας ορίστηκε πρόεδρος ο Δημοσθένης, αυτός που τώρα με κατηγορεί. Σιη συνέλευση αυτή πήρε το λόγο ο Κριτόβουλος από τη Λάμψακο και είπε ότι τον έστελνε ο Κερσοβλέπτης και ζητούσε να δώσει κι αυτός όρκους στους πρεσβευτές του Φίλιππου και να εγγραφεί και ο Κερσοβλέπτης στον κατάλογο των συμμάχων σας. Αφού ο Κριτόβουλος είπε αυτά, ο Αλεξίμαχος ο Πήληξ κατέθεσε στους προ­έδρους ψήφισμα προς ανάγνωση, με το οποίο πρότεινε να δώσει και ο απεσταλμένος του Κερσοβλέπτη όρκους στον Φίλιππο μαζί με τους άλλους συμμάχους μας. Αφού διαβάστηκε το ψήφισμα, και νομίζω ότι όλοι σας ία θυμάστε αυτά, σηκώθηκε ο Δημοσθένης και είπε ότι δεν θα το θέσει σε ψηφοφορία, ούτε θα λύσει ιη συνθήκη ειρήνης με τον Φίλιππο, και ότι δεν αναγνωρίζει ως συμμάχους εκείνους που συμπε­ριφέρονται όπως αυτοί που παρευρίσκονται σε θυσίες και θέλουν μερί­διο από τα σφάγια· για το θέμα αυτό είχε οριστεί άλλη συνέλευση. Εσείς όμως φωνάζατε και καλούσατε τους προέδρους να ανέβουν στο βήμα, και έτσι τέθηκε η πρόταση σε ψηφοφορία παρά τη θέληση του Δημοσθένη. Για να αποδειχτεί ότι λέω την αλήθεια, παρακαλώ να κλη­θεί ο Αλεξίμαχος, που πρότεινε το ψήφισμα, και όσοι προήδρευαν μαζί με τον Δημοσθένη, και να διαβαστεί η μαρτυρία τους."

                                                                                            ΑΙΣΧΙΝΗΣ, Περί της παραπρεσβείας, 82-85

Ο πρόεδρος τελούσε τη Θυσία που άνοιγε τη συνεδρίαση (εναρκτήρια). Στη συνέχεια γινόταν ανάγνωση του προβουλεύματος, δηλαδή της έκθεσης της Βουλής για το πρόγραμμα της ημερήσιας διάταξης. Έπειτα ψήφιζαν για να αποφασιστεί αν το πρόγραμμα γινόταν δεκτό χωρίς συζήτηση ή έπρεπε να συζητηθεί. Στη δεύτερη περίπτωση, που ήταν και η συχνότερη, άρχιζε τότε η σύσκεψη, στην οποία κάθε Αθηναίος είχε το δικαίωμα να λάβει μέρος προ­σωπικά. με την προϋπόθεση ότι δεν αντιμετώπιζε κάποια δίωξη. Τον 5ο αιώνα ήταν αδύνατον να τεθεί στη σύσκεψη κάποιο θέμα που δεν είχε τεθεί από τη Βουλή και δεν είχε προηγουμένως υποβληθεί σε ψηφοφορία. Όμως τον 4ο αιώνα, λέει ο Αριστοτέλης, τύχαινε τα θέματα της σύσκεψης να είναι ελεύθερα, χωρίς προηγούμενη ψήφο. Αυτό ανταποκρίνεται πιθανότατα στη μείωση των εξουσιών της Βουλής, που δείχνει να είναι χαρακτηριστικό της ανάπτυξης των δημοκρατικών θεσμών τον 4ο αιώνα.

Κάθε Αθηναίος μπορούσε ουσιαστικά να θέσει κάποια πρόταση στην Εκκλη­σία. Το όνομά του καταγραφόταν στο ψήφισμα εάν η πρότασή του γινόταν δεκτή, αφού περνούσε από τη Βουλή και τη συζητούσαν στην Εκκλησία. Κάθε Αθηναίος μπορούσε επίσης παρεμβαίνοντας στη συζήτηση να προτεί­νει κάποιο τροπολογία του προβουλεύματος και σε αυτή την περίπτωση στη σύνταξη του ψηφίσματος αναφερόταν η τροπολογία και κατονομαζόταν εκεί­νος που την κατέθεσε.

Η ψηφοφορία γενικά γινόταν με ανάταση του χεριού: αυτή είναι η χειροτοvία. Ορισμένες ψηφοφορίες ωστόσο ήταν μυστικές, με ψηφοδέλτιο, όταν επρό­κειτο γιο σοβαρά μέτρα, όπως, για παράδειγμα, οι ψηφοφορίες που αφορούσαν οστρακισμό. Ο μεγάλος αριθμός οστράκων, κομματιών δηλαδή από σπασμένα αγγεία, που έχουν βρεθεί, στα οποία είναι γραμμένα τα ονόματα εκείνων που επρόκειτο να εκδιωχθούν για ένα χρονικό διάστημα από την πόλη, είναι χαρακτηριστική μαρτυρία για την πραγματικότητα της αθηναϊκής πολιτικής ζωής, όπως και η «μηχανή ψηφοφορίας» που βρήκαν αμερικανοί αρχαιολόγοι στην αγορά της Αθήνας, όπου συγκαλούνταν έκτακτες συνελεύσεις σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, αν και κατά την κλασική εποχή ο τόπος των τακτικών συνελεύσεων της Εκκλησίαςήταν η Πνύκα, οι συνελεύσεις αυτές μπορούσαν να γίνουν και αλλού, σε περιπτώσεις σοβαρού κινδύνου ή σε περιστάσεις που απαιτούσαν την άμεση λήψη απόφασης.

Στη διάρκεια των γεγονότων που συνηθίζουμε να αποκαλούμε επανάσταση του 411, η Εκκλησία που κατέλυσε το δημοκρατικό πολίτευμα συγκλήθηκε στον Κολωνό, μέσα στη ζώνη του ιερού του Ποσειδώνα (Θουκυδίδης, VIII, 67,2), και, κατά τους λίγους μήνες που κράτησε η επανάσταση, η Πνύκα εγκαταλείφθηκε. Όταν οι Αθηναίοι έμαθαν για τις μυστικές διαπραγματεύσεις μεταξύ των Τετρακοσίων και των Σπαρτιατών, όσοι υπηρετούσαν ως οπλίτες στον Πειραιά ξεσηκώθηκαν και συγκάλεσαν Εκκλησία στο θέατρο του Διονύσου, κοντά στη Μουνυχία (VIII, 93). Τον ίδιο καιρό οι Αθηναίοι που βρίσκονταν στη Σάμο και είχαν αρνηθεί να αναγνωρίσουν την κίνηση των ολιγαρχικών, συγκεντρώθηκαν και αυτοί σε συνέλευση για να καθαιρέσουν τους στρατηγούς και τους τριη­ράρχους τους οποίους υποπτεύονταν ότι συμπαθούσαν τους ολιγαρχικούς, και για να εκλέξουν άλλους (VIII, 76, I). Ουσιαστικά ο αθηναϊκός λαός. όντας κυρίαρχος, μπορούσε να συγκεντρωθεί σε Εκκλησία οπουδήποτε και αν βρι­σκόταν. Εκεί ήταν ακριβώς το θεμέλιο της αθηναϊκής δημοκρατίας.

Αν προσπαθήσουμε να προσδιορίσουμε τη φύση των εξουσιών της Εκκλησίας, βλέπουμε ότι, θεωρητικά τουλάχιστον, ήταν περιορισμένες. Πρώτα απ’ όλα η Εκκλησία αναλάμβανε τη διαδικασία επιλογής των διάφο­ρων αρχόντων, που εκλέγονταν ή κληρώνονταν μπροστά στο λαό. 0 λαός τους εξουσιοδοτούσε, τους έδινε την υπέρτατη αρχή για ένα έτος, και στο λαό ήταν υπόλογοι για τους χειρισμούς τους. Σε κάθε πρυτανεία, όπως είδαμε, έπρεπε να επιβεβαιωθεί, με ψηφοφορία με ανάταση του χεριού, ότι όντως ο λαός τους εμπιστευόταν εξουσίες. Αυτό συνήθως ήταν μια απλή τυπική διαδικασία, μερικές φορές όμως μπορούσε να φτάσει μέχρι και σε κατηγορία και καταδίκη αρχόντων που, στα μάτια του λαού, δεν είχαν εκπληρώσει τα καθήκοντα τους. Η θλιβερή υπόθεση των στρατηγών στις Αργινούσες είναι ένα σχετικό παράδειγμα της παντοδυναμίας της Εκκλησίας.

Κείμενο: Claude Mossé
Πηγή: antikleidi.com

Κοινωνικά Δίκτυα

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...