Από την φιλοσοφία ξεκίνησαν οι περισσότεροι επιστημονικοί κλάδοι. Ο Αριστοτέλης μπορεί να θεωρηθεί ότι ήταν αστρονόμος, φυσικός, βιολόγος, ψυχολόγος και πολιτικός επιστήμονας. Καθώς διάφορες φιλοσοφικές παραφυάδες επέλεξαν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα με πειραματικές μεθόδους, σταδιακά χώρισαν τον δρόμο τους από τη φιλοσοφία, η οποία συνέχισε να λειτουργεί όχι στην βάση ελεγχόμενων πειραμάτων, αλλά με την κοινή λογική και την διανόηση.
Ωστόσο τα τελευταία χρόνια, οι επιστήμες - ιδιαίτερα η ψυχολογία και οι κοινωνικές επιστήμες - έχουν αρχίσει να επιστρέφουν στις ρίζες τους, συνδυάζοντας τα δεδομένα και τις παραδοχές με τις εννοιολογικές προσεγγίσεις που είναι ουσιαστικά φιλοσοφικές. Ένα εξαιρετικό παράδειγμα αυτής της επιστροφής είναι η νέα ψυχολογική επιστήμη της ευτυχίας, βασισμένη στο θεμελιώδες έργο του Edward Diener.
Η εμπειρική θεμελίωση αυτού του κλάδου προκύπτει από μία τεράστια ποσότητα δεδομένων που καταδεικνύει την συσχέτιση (ή την έλλειψη αυτής) μεταξύ ευτυχίας και διάφορων γενετικών, κοινωνικών, οικονομικών, και προσωπικών παραγόντων.
Μερικά από τα ερευνητικά αποτελέσματα αποτελούν παλιά νέα: ο πλούτος και η ομορφιά έχουν μικρή επίδραση στην ευτυχία. Αλλά υπάρχουν και κάποιες εκπλήξεις: μια σοβαρή ασθένεια συνήθως δεν μας κάνει πολύ λιγότερο ευτυχισμένους, ο γάμος - σε μακροπρόθεσμη βάση- δεν είναι μια σημαντική πηγή ευτυχίας ή δυστυχίας.
Η νέα έρευνα έχει δημιουργήσει ελπίδες αλλά προκαλεί και σκεπτικισμό. Ψυχολόγοι έχουν δημοσιεύσει ένα νέο είδος βιβλίων αυτοβοήθειας, που υποτίθεται ότι αντικαθιστούν τις συμβουλές των παραδοσιακών συμβούλων με επιστημονικά προγράμματα που κάνουν ευτυχισμένους τους ανθρώπους. Παράλληλα, υπάρχουν σοβαρές μεθοδολογικές προκλήσεις που αμφισβητούν για παράδειγμα τη χρήση των λεγομένων μας για το πόσο ευτυχισμένοι είμαστε, καθώς και την προσπάθεια να αντικειμενοποιηθεί και να ποσοτικοποιηθεί κάτι τόσο υποκειμενικό όπως η ευτυχία.
Αλλά η πιο μεγάλη πρόκληση αφορά το νόημα και την αξία της ευτυχίας. Οι ερευνητές τονίζουν ότι, όταν ρωτούμε τους ανθρώπους αν είναι ευτυχισμένοι, οι απαντήσεις τους δεν έχουν καμία σημασία αν δεν ξέρουμε τι εννοούν με τον όρο "ευτυχία". Για κάποιον μπορεί να σημαίνει, «Δεν αισθάνομαι σήμερα κανένα σοβαρό πόνο". Για άλλον, "Η ζωή μου είναι φρικτή, αλλά έχω συμφιλιωθεί με την ιδέα". Για άλλον, "Αισθάνομαι πολύ καλύτερα από ό, τι αισθανόμουν χθες".
Η έρευνα για την ευτυχία απαιτεί την σαφή κατανόηση των πιθανών ερμηνειών του όρου. Για παράδειγμα, οι περισσότεροι ερευνητές διακρίνουν την ευτυχία ως μια ψυχολογική κατάσταση (όπως το να αισθάνεσαι συνολικά περισσότερη ευχαρίστηση παρά πόνο) και την ευτυχία ως μια θετική αξιολόγηση της ζωής μας (ακόμα κι αν αισθανόμαστε περισσότερο πόνο παρά ευχαρίστηση. Πάνω απ 'όλα, υπάρχει το θεμελιώδες ερώτημα: Υπό ποια έννοια αποτελεί η ευτυχία τον στόχο της κάθε ανθρώπινης ζωής;
Τα ζητήματα αυτά αναπόφευκτα οδηγούν σε φιλοσοφικό προβληματισμό. Πειραματικές έρευνες μπορούν να μας προσφέρουν μια λίστα με τις διαφορετικές απόψεις που έχουν οι άνθρωποι για την ευτυχία τους. Αλλά η έρευνα έχει δείξει ότι όταν οι άνθρωποι πετύχουν αυτά που θεωρούν απαραίτητα για την ευτυχία (γάμος, παιδιά, πλούτος, φήμη), τις περισσότερες φορές δεν είναι πάλι ευτυχείς. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιστεύουμε ότι οι απόψεις για την ευτυχία που παίρνουμε από εμπειρικές έρευνες, είναι επαρκώς τεκμηριωμένες για να μας οδηγήσουν στην έννοια της πραγματικής ευτυχίας. Για πολύ καλύτερη αντίληψη της ευτυχίας, θα πρέπει να στραφούμε σε φιλοσόφους, οι οποίοι, από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, τον Χιούμ και τον Μιλ, τον Χέγκελ και τον Νίτσε, μας έδωσαν κάποιες από τις βαθύτερες απόψεις σχετικά με την πιθανή σημασία της ευτυχίας.
Ακόμη και αν η εμπειρική διερεύνηση θα μπορούσε να ανακαλύψει το πλήρες φάσμα των πιθανών ερμηνειών της ευτυχίας, θα εξακολουθεί να υπάρχει το ερώτημα με ποιο τρόπο οφείλουμε να προσπαθήσουμε να την πετύχουμε. Εδώ τίθεται ζήτημα αξιών, και η εμπειρική έρευνα από μόνη της δεν είναι σε θέση να αποφασίσει, χωρίς την προσφυγή στην φιλοσοφική σκέψη.
Αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούμε απλά να απευθυνθούμε στους γκουρού της φιλοσοφίας για να μας πουν πώς πρέπει να ζούμε. Θα πρέπει όλοι μας να απαντήσουμε αυτό το ερώτημα για τους εαυτούς μας. Αλλά αν η φιλοσοφία δεν έχει τις απαντήσεις, εντούτοις παρέχει τα αναγκαία εργαλεία για να καταλήξουμε σε απαντήσεις. Αν, για παράδειγμα, πιστεύουμε ότι η ευχαρίστηση είναι το κλειδί για την ευτυχία, ο Τζον Στιούαρτ Μιλ, μας δείχνει πώς να κάνουμε την διάκριση μεταξύ της περισσότερο αισθητήριας και της πιο πνευματικής ευχαρίστησης. Ο Ρόμπερτ Νόζικ μας προτρέπει να αναρωτηθούμε κατά πόσον θα επιλέγαμε να συνδεθούμε σε μια συσκευή που θα μπορούσε να παράγει μια συνεχή κατάσταση έντονης ευχαρίστησης, ακόμη και αν δεν βιώναμε τίποτα άλλο στη ζωή μας εκτός από αυτή την ευχαρίστηση.
Σε μία άλλη προσέγγιση, ο Ιμμάνουελ Καντ αναρωτιέται αν η ευτυχία πρέπει να είναι ο στόχος μιας 'καλής' ανθρώπινης ζωής, η οποία όπως ισχυρίζεται θα έπρεπε μάλλον να κατευθύνεται προς το να επιλέγουμε να κάνουμε το σωστό, ακόμη και αν αυτό καταστρέφει την ευτυχία μας. Ο Νίτσε και ο Σαρτρ μας βοηθούν να εξετάσουμε κατά πόσον ακόμη και η ίδια ηθική είναι ένας αξιόλογος στόχος της ανθρώπινης ύπαρξης. Αυτά τα ουσιαστικά ερωτήματα δεν μπορούν να απαντηθούν πειραματικά.
Παρόλα αυτά, είναι κατανοητό ότι οι ψυχολόγοι θέλουν να αντιμετωπίσουν τέτοια ζητήματα, και τα επιστημονικά δεδομένα τους μπορούν να έχουν σημαντική συμβολή στη συζήτηση. Αλλά στο βαθμό που η ψυχολογία εμπλέκεται με ερωτήσεις για τις βασικές ανθρώπινες αξίες, θα πρέπει να συνδυαστεί με τη φιλοσοφία και άλλες επιστήμες - ιστορία, τέχνη, λογοτεχνία, ακόμη και τη θεολογία - που είναι απαραίτητες για να αντιμετωπίσουν το ζήτημα της ευτυχίας. Οι ψυχολόγοι θα πρέπει να το αναγνωρίσουν αυτό και να αποδεχτούν ότι οι εμπειρικές έρευνες δεν μπορούν από μόνες τους να απαντήσουν στα μεγάλα ερωτήματα σχετικά με την ευτυχία. Οι φιλόσοφοι και άλλοι επιστήμονες, θα πρέπει με τη σειρά τους να καλωσορίσουν στον κόσμο τους και τους ψυχολόγους .
Συγγραφέας: Gary Gutting, καθηγητής φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο του Notre Dame
Πηγή: antikleidi.com