Ο Τζίντου Κρισναμούρτι γεννήθηκε στις 11 Μαΐου 1895 στο Μαντάναπαλι, ένα μικρό χωριό της νότιας Ινδίας. Η μητέρα του πέθανε όταν εκείνος ήταν ακόμα παιδί και πολύ σύντομα, αυτόν και τον αδελφό του, τους υιοθέτησε η δρ Annie Besant, πρόεδρος τότε της Θεοσοφικής Εταιρείας, όπου εργαζόταν ο πατέρας των δύο αγοριών. Η Annie Besant και άλλα ηγετικά στελέχη της εταιρείας διακήρυξαν ότι ο Κρισναμούρτι επρόκειτο να γίνει ο Παγκόσμιος Διδάσκαλος, του οποίου τον ερχομό οι Θεοσοφιστές τον είχαν προφητεύσει και τον περίμεναν χρόνια πριν. Για να προετοιμάσουν το έδαφος, δημιούργησαν έναν παγκόσμιο οργανισμό που τον ονόμασαν «Το Τάγμα του Άστρου της Ανατολής» και όρισαν τον Κρισναμούρτι επικεφαλής. Εκείνος όμως, μερικά χρόνια αργότερα, το 1929, απαρνήθηκε το ρόλο που περίμεναν να παίξει οι Θεοσοφιστές, διέλυσε το τάγμα με τον τεράστιο αριθμό οπαδών και τους επέστρεψε όλα τα χρήματα και τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία είχαν δωρίσει στον οργανισμό. Η ομιλία που έκανε την ημέρα της διάλυσης του τάγματος άρχισε με την πρόταση: «Πιστεύω ότι η αλήθεια είναι μια χώρα χωρίς κανένα μονοπάτι προς αυτήν και ότι δεν μπορεί να πλησιαστεί μέσα από κανένα δρόμο, καμιά θρησκεία, καμιά οργάνωση». Από τότε και για εξήντα σχεδόν χρόνια, μέχρι το θάνατό του στις 17 Φεβρουαρίου 1986, ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο, μίλησε σε μεγάλα ακροατήρια αλλά και σε προσωπικές συναντήσεις, τονίζοντας πάντα την ανάγκη για μια ριζική αλλαγή της ανθρωπότητας.
Ο Κρισναμούρτι θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους στοχαστές και πνευματικούς δασκάλους όλων των εποχών. Δεν ανέπτυξε καμία φιλοσοφική θεωρία ή θρησκεία, αλλά μίλησε, κυρίως, για πράγματα που αφορούν όλους μας, για τα προβλήματα της ζωής μας στις σύγχρονες κοινωνίες όπου επικρατούν η βιαιότητα και η διαφθορά, για την αναζήτηση της ασφάλειας και της ευτυχίας, αλλά και για την ανάγκη του ανθρώπου να ελευθερωθεί από τα εσωτερικά εμπόδια του φόβου, του θυμού, του πόνου και της θλίψης. Εξήγησε με μεγάλη ακρίβεια τους λεπτούς μηχανισμούς του νου και τόνισε την ανάγκη για στοχασμό και πνευματικότητα στην καθημερινή μας ζωή.
Ο Κρισναμούρτι δεν ανήκε σε καμία θρησκευτική οργάνωση, δεν επιδοκίμασε καμία πολιτική ιδεολογία. Αντιθέτως, υποστήριζε ότι αυτοί ακριβώς είναι οι παράγοντες που διαιρούν τους ανθρώπους και γεννάνε συγκρούσεις και πολέμους. Υπενθύμιζε στους ακροατές του ξανά και ξανά ότι πρώτα απ’ όλα είμαστε άνθρωποι και όχι ινδουιστές, μουσουλμάνοι, βουδιστές, χριστιανοί ή κομμουνιστές, ότι δεν διαφέρουμε ψυχολογικά μεταξύ μας. Ζητούσε να μην καταστρέφουμε ο ένας τον άλλον ή το περιβάλλον, μεταδίδοντας ένα βαθύ σεβασμό για τη φύση. Η διδασκαλία του, διαχρονική και παγκόσμια, δίνει καινούργια σημασία και κατεύθυνση στην αναζήτηση της αλήθειας.
Ο Κρισναμούρτι δεν μιλούσε ως γκουρού αλλά ως φίλος, ενώ οι ομιλίες και οι συζητήσεις που έκανε δεν στηρίζονταν σε γνώση βασισμένη στην παράδοση, αλλά στη δική του αντίληψη του ανθρώπινου νου, στην αίσθηση που είχε ο ίδιος για το ιερό. Έτσι, ο λόγος του είχε πάντα φρεσκάδα και αμεσότητα, παρόλο που η ουσία όσων έλεγε παρέμενε ίδια. Όταν απευθυνόταν σε μεγάλα ακροατήρια, οι άνθρωποι ένιωθαν σαν να μιλούσε στον καθένα προσωπικά, σαν να ήξερε τα προσωπικά τους προβλήματα. Διάφοροι μελετητές θρησκειών έβρισκαν ότι τα λόγια του έριχναν καινούργιο φως σε παραδοσιακές ιδέες, ενώ σύγχρονοι επιστήμονες και ψυχολόγοι που συζήτησαν διεξοδικά μαζί του τις θεωρίες τους συχνά διέκριναν τα περιορισμένα όρια των θεωριών αυτών. Επιπλέον, για τον Κρισναμούρτι έχουν γράψει κείμενα συγγραφείς όπως ο Aldus Huxley, ο Henry Miller και η Iris Murdoch.
Ο Κρισναμούρτι άφησε ένα πολύ μεγάλο υλικό από δημόσιες ομιλίες, συζητήσεις (με δασκάλους, μαθητές, επιστήμονες, σημαντικούς εκπροσώπους διαφόρων θρησκειών, ιδιώτες), τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές συνεντεύξεις, γραπτά κείμενα και επιστολές. Ένα μεγάλο μέρος από αυτό το υλικό έχει καταγραφεί σε βιβλία, κασέτες ήχου και DVD.