Sunday 23 March 2014

Η αρχαία τέχνη της μνήμης (Μέρος 1ο)

Η αρχαία τέχνη της μνήμης
«Οι ασκήσεις της Μνήμης αποτελούν ενδυνάμωση της Ψυχής.»
Οι "υπεράνθρωπες" εγκεφαλικές ικανότητες και το σύστημα γνώσης των αρχαίων Ελλήνων

Ξεφυλλίζοντας τις σύγχρονες ανατυπώσεις κειμένων των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, τα λιγοστά και αποσπασματικά "απομεινάρια" ενός ολόκληρου κόσμου και ενός σώματος γνώσης -που μας πληγώνει να σκεφτόμαστε ότι κάποτε ήταν ενιαίο- δεν είναι λίγες οι φορές που νιώθουμε τη σκέψη μας να "μουδιάζει"... Αν αποτολμούσαμε να εξετάσουμε συνολικά τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό, η κυρίαρχη διαπίστωση στην οποία θα καταλήγαμε, θα ήταν ότι πρόκειται για ένα δημιούργημα πνευματικά ανώτερο, την αντανάκλαση της συλλογικής σκέψης πολ λών ξεχωριστών διανοιών, οι οποίες για κάποιο "άγνωστο" λόγο, συνυπήρξαν στον συγκε κριμένο χώρο και χρόνο.


Τότε, όμως, θα οδηγούμασταν σε ένα άλλο, εξίσου αφοπλιστικό ερώτημα, ποιοι δηλαδή ήταν οι ιδιαίτεροι εκείνοι παράγοντες, οι οποίοι συνέτειναν στη σχεδόν ταυτόχρονη, ενσάρκωση, όλων αυτών των ανώτερων διανοιών στον ελληνικό χώρο; Κάποιοι εικάζουν ότι ήταν η γλώσσα. (Ή και το καθεστώς δημοκρατίας που επικρατούσε) Ίσως πάλι όχι. Ή τουλάχιστον όχι μόνο.

Γιατί υπάρχουν πργματικά πολλές ενδείξεις ότι οι εκπληκτικές -σχεδόν υπεράνθρωπες- αυτές εγκεφαλικές ικανότητες των δημιουργών του ελληνικού πολιτισμού, καλλιεργούνταν κατά τη μακρινή αρχαιότητα, και μάλιστα σύμ φωνα με μία πολύ συγκεκριμένη μέθοδο, η οποία μεταγενέστερα επικράτησε να αναφέρεται ως Μνημονική Τέχνη. Δεν αποκλείεται, επίσης, και η ίδια η μαθηματικά δομημένη, "μνημονική" ελληνική γλώσσα, να αποτελεί, όπως θα δούμε και στη συνέχεια, απλή προέκταση των ανώτερων διανοητικών ικανοτήτων που καλλιεργούνταν μέσω της μακροχρόνιας και επίμονης εξάσκησης του νου, στο προαιώνιο αυτό σύστημα γνώσης.

Την Τέχνη της Μνήμης, της οποίας τα ίχνη χάνονται στις "σκοτεινές" εποχές πολύ πριν από τα ομηρικά χρόνια, τη συναντάμε σε συχνές αναφορές σε ολόκληρη την κλασική και ελληνιστική αρχαιότητα, ενώ αργότερα την παρακολουθούμε να διαδίδεται και στο λατινικό χώρο, όπου και προσωρινά ατονεί ιδίως μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού και τη γενικότερη πνευματική "παρακμή" της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας), για να αναβιώσει αρκετούς αιώνες αργότερα, την εποχή του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης.

Η παρατήρηση ότι όλες οι αναφορές της αρχαίας ελληνικής γραμματείας στην Τέχνη της Μνήμης είναι σχετικά σύντομες, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η εξάσκηση της στα αρχαία χρόνια ήταν σε τέτοιο βαθμό διαδεδομένη, ώστε να θεωρείται "περιττή" μια πιο λεπτομερειακή αναφορά σε αυτήν (σε αντίθεση π.χ. με τα μαθηματικά). Το γεγονός δε ότι η εξάσκηση της δεν ανακόπηκε μετά τη διάδοση της γραφής (ούτε καν μετά την ανακάλυψη της τυπογραφίας, κατά τα πρώι μα χρόνια της Αναγέννησης), μας κάνει να "υποψιαζόμαστε" ότι πρόκειται για πολλά παραπάνω από ό,τι η ονομασία "Μνημονική Τέχνη" αφήνει να εννοηθεί...

Πρόκειται για μια μέθοδο "εσωτερικής γραφής" -"αποτύπωσης", όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Αριστοτέλης "των εννοιών με τη μορφή εικόνων στις κέρινες πλά κες της ψυχης"(!)- η οποία επι τρέπει στον ασκούμενο την ανάκληση κάθε είδους πληροφορίας, σαν να ξεφυλλίζει τις σελίδες ενός βιβλίου.

Αυτή η σχολαστική οργάνωση και ταξινό μηση των ιδεών, των εννοιών και των πληρο φοριών στον ανθρώπινο νου με την, μη δεσμευτική για τη σκέψη, μορφή των εικό νων, επιτρέπει την αλληλεπίδραση και το συσχετισμό τους σε ένα επίπεδο κατά πολύ βαθύτερο από αυτό της συνηθισμένης σκέψης.

Με αυτόν τον τρόπο, διευκολύνεται η παραγωγή πρωτότυπων ιδεών, οι οποίες φαίνονται να προέρχονται από "έμπνευση", καθώς το λογικό μέρος του νου (που λειτουργεί με το λόγο), δεν παρεμβάλλεται στη νοητική διαδικασία, επιτρέποντας ενδεχομένως στην ανθρώπινη διάνοια να συντονιστεί σε κάποιες συχνότητες, κατά τις οποίες γίνεται εφικτή η αλληλεπίδραση της με κάποιο είδος "μορφογενετικού πεδίου" συμπαντικής γνώσης!


Η ξεχασμένη τέχνη της ελληνικής αρχαιότητας

Άρρηκτα δεμένη με κάθε ρητορική μάθηση αλλά και με την (προφορική) διάδοση της Μυθολογίας και της Ιστορίας (πολλές φορές έμμετρα!), μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η καλλιέργεια της μνημοτεχνικής γνώρισε ευρύτατη διάδοση σε ολόκληρο τον ελλαδικό (καθώς και τον αιγυπτιακό) χώρο, πολλούς αιώνες πριν την ανακάλυψη οποιουδή ποτε είδους γραφής! Μνήμες από τις μακρινές εκείνες εποχές της αρχαιότητας μας μεταφέρει ο Πλάτωνας στο διάλογο "Φαιδρός", όπου με έκπληξη παρατηρούμε τον θρυλικό για τη σοφία του βασιλέα των αιγυ πτιακών Θηβών, Θαμού - Άμμωνα, να επι-πλήττει το θεό Θεού για την ανακάλυψη της γραφής, λέγοντας του τα εξής: «Και τώρα εσύ, που είσαι ο πατέρας των γραμμάτων, οδηγήθηκες από την συμπάθεια σον (προς τους ανθρώπους) να τους αποδώσεις μια ικανότητα αντίθετη από εκείνη την οποία πραγματικά κατέχουν. Γιατί αυτή η εφεύρεση (η γραφή) θα προκαλέσει τη λήθη στα μυαλά όσων μάθουν να την εξα σκούν, επειδή δεν θα καλλιεργούν πλέον τη μνήμη τους! Η εμπιστοσύνη τους στη γραφή -η οποία θα προέρχεται πλέον από εξω τερικούς χαρακτήρες, που δεν αποτελούν μέρος των εαυτών τους (δεν θα αποτελεί δηλαδή μέρος της ψυχής τους, κατά τον Πλάτωνα)- θα αποθαρρύνει τη χρήση της ίδιας της μνήμης τους μέσα τους. Ανακάλυψες το φάρμακο όχι της μνήμης, αλλά της υπενθύμισης. Και προσφέρεις στους μαθητές σου την επίφαση της σοφίας, όχι την αληθινή σοφία, γιατί θα διαβάζουν πολλά πράγματα χωρίς στοτέλη στην Τέχνη της Μνήμης, γίνεται σαφής διάκριση μεταξύ μνήμης, υπενθύμισης και ανάμνησης, με την ανάκληση των πληροφοριών να αποτελεί τη συνειδητή προσπάθεια κάποιου να "βρει το δρόμο του ανάμεσα στα περιεχόμενα της μνήμης του". Αυτό καθίσταται δυνατό με τη βοή θεια δύο βασικών -συμπληρωματικών μετα ξύ τους- νοητικών αρχών, του συνειρμού (χτίζουμε τις νέες γνώσεις πάνω στις παλιές) και της ακολουθίας (της αλληλένδετης δηλαδή σειράς κατά την οποία αποτυπώνο νται οι εικόνες στη νόηση).

Γενικά, θα λέγαμε ότι οι απόψεις του Αρι στοτέλη για τις διαδικασίες μνήμης και ανά μνησης είναι σύμφωνες με τις αρχές μάθη σης, όπως τις εκφράζει στο "περί Ψυχής". Η προερχόμενη από τις αισθήσεις αντίληψη, μετατρέπεται από τη φαντασία σε εικόνες, οι οποίες "τροφοδοτούν" τις νοητικές λειτουργίες.

Η άποψη αυτή, με τη φαντασία να παί ζει δηλαδή το ρόλο "διαμεσολαβητή" ανάμε σα στην αντίληψη και τη σκέψη, σε συνδυα σμό με το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει ο Αριστοτέλης, ότι δηλαδή «είναι αδύνατο για την ψυχή να σκεφτεί χωρίς την ύπαρξη κάποι ας νοητής εικόνας», φαίνεται να είναι απόλυ τα σύμφωνη και να αιτιολογεί την επιλογή (μνημονικών) εικόνων και τόπων κατά την εξάσκηση της μνημονικής τέχνης της αρχαι ότητας. «Μπορούμε να σκεφτούμε όποτε επιλέ ξουμε», παρατηρεί ο σοφός δάσκαλος της αρχαιότητας, «επειδή είναι δυνατό να επανα φέρουμε τα πράγματα στο μυαλό μας, ακριβώς όπως εκείνοι που ασκούν τη μνημοτεχνική, κατασκευάζουν εικόνες»...


Η πλατωνική "ανάμνηση της ψυχής"

Αν η μνήμη αποτελεί για τον Αριστοτέλη φυσική νοητική διαδικασία, για τον Πλάτω να δεν είναι παρά ανάμνηση της ψυχής από τον Κόσμο των Ιδεών. Ξεπερνώντας, ωστόσο, την "επιφανειακή" αυτή διαφορά, μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε ότι οι απόψεις του Πλάτωνα συμπληρώνουν αυτές του Αριστοτέλη, επιτρέποντας μας να ανα συνθέσουμε μια σχετικά ολοκληρωμένη εικόνα για τη μνημονική τέχνη στην ελληνι κή αρχαιότητα, της οποίας και οι δύο ήταν μέτοχοι.

Στο Θεαίτητο βρίσκουμε το Σωκράτη να χρησιμοποιεί για την ψυχή την ίδια παρομοίωση, ότι δηλαδή αυτή αποτελείται από ένα υλικό σαν κερί, στο οποίο οι ιδέες αποτυπώνονται με τη μορφή εικόνων και αποτελεί το δώρο της Μνημοσύνης, της μητέρας των Μουσών, στους ανθρώπους. Στο διάλογο Φαίδων αναπτύσσεται η θεωρία ότι, καθώς είναι αδύνατο να αντιληφθούμε κάτι το οποίο δεν έχει καμία σχέση με εμάς, αναγκαστικά κάθε μάθηση/γνώση είναι έμφυτη στην ψυχή μας. Αντιλαμβανόμαστε π.χ. το δίκαιο ή το άδικο, επειδή η ψυχή μας είναι εξοικειωμένη με την έννοια της δικαιοσύνης από την προηγούμενη ύπαρξη της στον Κόσμο των Ιδεών, πριν ενσαρκωθεί στο σώμα μας. Στον "Φαίδρο", όπου ο Πλάτων εκθέτει την άποψη ότι η ρητορική τέχνη πρέπει να υπηρετεί μόνο την αλήθεια, επικρίνοντας τους σοφιστές, γίνεται φανερό ότι θεωρεί "βλάσφημη" τη χρήση της μνημοτεχνικής (ως μέρος της διδασκαλίας της ρητορικής τέχνης), για την εξυπηρέτηση των ψευδών συμπερασμάτων των σοφιστών.

Μπορεί στο έργο του Πλάτωνα να μη βρίσκουμε κάποια συγκεκριμένη περιγραφή των αρχών της μνημονικής τέχνης, οι ιδέες του όμως φαίνονται να είναι διαποτισμένες με αυτήν, εκφράζοντας όλη την αισιοδοξία και τη βεβαιότητα ότι η σοφία βρίσκεται ήδη μέσα μας και το μόνο που έχουμε να κάνουμε, είναι να την αφουγκραστούμε προ σεκτικά. Ας μην ξεχνάμε επίσης, ότι στον Πλάτωνα χρωστάμε και την πολύτιμη διάσωση της ανάμνησης ότι η Τέχνη της Μνήμης, η "εσωτερική" δηλαδή γραφή των πληροφοριών, προϋπήρξε της κανονικής γραφής. Άλλωστε, οι πλατωνικές Ιδέες ήταν που (όπως θα δούμε και στη συνέχεια) ενέπνευσαν την "αναβίωση" της Τέχνης της Μνήμης στις περιόδους του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης.


Μία ανεκτίμητη πηγή από τη λατινική γραμματεία: τα "χαμένα" κομμάτια του παζλ

Την περίοδο 86-82 π.Χ., κάποιος άγνωστος καθηγητής της ρητορικής τέχνης στη Ρώμη, ολοκλήρωνε για τους μαθητές του μια πραγματεία, η οποία έμελλε να μείνει στην Ιστορία με το όνομα του προσώπου στο οποίο αφιερωνόταν, κάποιον (επίσης άγνωστο) Ερέννιο (Ad Herennium). Η αξία του συγκεκριμένου έργου, είναι για τους σύγχρονους ερευνητές της Τέχνης της Μνήμης πραγματικά ανεκτίμητη, καθώς πρόκειται ουσιαστικά για τη μοναδική σχετικά ολοκληρωμένη πηγή, αναφορικά με το προαιώνιο αυτό σύστημα γνώσης, η οποία ευτυχήσαμε να φτάσει ακέραιη ως τις μέρες μας από τον αρχαίο κόσμο.

«Υπάρχουν δύο είδη μνήμης», αναφέρει ο ανώνυμος συγγραφέας σε αυστηρά ακαδημαϊκό ύφος και ύστερα από εκτενή ανάλυση των μερών της ρητορικής τέχνης, «η φυσική και η τεχνητή. Η φυσική μνήμη, είναι εκείνη η οποία χαράσσεται στο νου μας ταυτόχρονα με τη σκέψη. Η τεχνητή μνήμη ενδυναμώνεται και στερεοποιείται με την εκπαίδευση». Στη συνέχεια, ο ανώνυμος συγγραφέας παραθέτει πλήθος παντελώς άγνωστων στην εποχή μας ελληνικών πηγών για τη διδασκαλία της μνημοτεχνικής, προτού επανέλθει στην περιγραφή της τεχνητής μνήμης, αναφέροντας, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Η τεχνητή μνήμη απαρτίζεται από τόπους και εικόνες. Ως (μνημονικός) τόπος (locus), θεωρείται ένα μέρος (όπως π.χ. ένα κτίριο), το οποίο μπορεί εύκολα να αποτυπωθεί στη μνήμη, ενώ οι (μνημονικές) εικόνες (imagines) απαρτίζονται από μορφές, σύμβολα ή αγάλματα των εννοιών που θέλουμε να απομνημονεύσουμε»! Παρατηρού με ότι σήμερα θα μπορούσαμε να αντιστοιχίσουμε αυτούς τους τόπους με τους «virtual τόπους» ή τις τοποθεσίες/φακέλλους ενός κυβερνοχώρου.

Η Τέχνη της Μνήμης παρουσιάζεται και εδώ ως μια μέθοδος εσωτερικής γραφής, της οποίας οι ασκητές "καταγράφουν" νοητικά ό,τι τους υπαγορεύεται και είναι ανά πάσα στιγμή έτοιμοι να το "διαβάσουν" από τη μνήμη τους. «Γιατί οι "τόποι" είναι σαν τις κέρινες πλάκες ή τους παπύρους, οι εικόνες είναι σαν τα γράμματα, η οργάνωση και η διάταξη των εικόνων είναι σαν το κείμενο και η παράδοση (του κειμένου) είναι σαν την ανά γνωση» !

Οι μαθητευόμενοι στην Τέχνη της Μνήμης καλούνται να δείξουν ιδιαίτερη προσοχή στην επιλογή των "τόπων". Πρέπει να εφοδιάσουν τη μνήμη τους με μεγάλο αριθμό τέτοιων τόπων, έτσι ώστε να μπορούν να συγκρατούν μεγάλο όγκο πληροφοριών. Οι τόποι αυτοί (οι οποίοι μπορούν να είναι και φανταστικοί, δηλαδή, να μην είναι αναπαρα στάσεις υπαρκτών χώρων) πρέπει να αποτυπωθούν στη σκέψη των ασκούμενων με κάθε λεπτομέρεια, να είναι επαρκώς φωτισμένοι (ώστε όλες οι εικόνες να είναι "ευανάγνωστες"), να είναι ευρύχωροι αλλά σαφώς οριοθετημένοι (ώστε να μπορούν να τοποθετηθούν σε αυτούς πλήθος μνημονικών αντικειμένων) και φυσικά να είναι συνδεδεμένοι μεταξύ τους, αποτελώντας ένα ενιαίο σύνολο (ώστε οι μαθητευόμενοι της μνημονικής τέχνης να μπορούν να μετακινηθούν άνετα σε αυτούς προς όποια κατεύθυνση επιθυμούν).


Πόσο παλαιά είναι η Τέχνη της Μνήμης; Μερικές σκέψεις για τη χρονολόγηση της μεθόδου

Το "πολύτιμο" κείμενο Ad Herennium φαίνεται να βάζει τα πράγματα σε μια σειρά, όσον αφορά την αναζήτηση των αρχών της "χαμένης" Τέχνης της Μνήμης. Όμως οι "εκπλήξεις" από το "Ad Herennium" δεν σταματούν στα όσα ήδη αναφέραμε. Στη συνοπτική του αναφορά στη "μνήμη των λέξεων", ο ανώνυμος ρητοροδιδάσκαλος,προβαίνει στο ακόλουθο σχόλιο:

«Γνωρίζω ότι οι περισσότεροι από τους Έλληνες, οι οποίοι έχουν γράψει αναφορικά με τη Μνήμη, ακολούθησαν την οδό της παράθεσης εικόνων που ανταποκρίνονται σε πολλές λέξεις (έννοιες-verba), έτσι ώστε όσοι θα επιθυμούσαν να απομνημονεύσουν αυτές τις εικόνες, θα τις είχαν έτοιμες χωρίς να κοπιάζουν στην αναζήτηση τους».

Θα ήταν αδύνατο να αφήσουμε την απίστευτη αυτή παρατήρηση ασχολίαστη. Κάπως έτσι, ή μάλλον, ακριβώς έτσι, δεν ήταν και οι πρώτες μορφές γραφής; Συγκεκριμένες εικονομορφικές συμβολικές αναπαραστάσεις (π.χ. ιερογλυφικά), οι οποίες χρησιμοποιούνταν για να αποδώσουν πολλαπλά παρεμφερή νοήμα τα; Μήπως το συγκεκριμένο απόσπασμα επιβεβαιώνει τον "μύθο" του Πλάτωνα για την προΰπαρξη μιας "εσωτερικής", μνημονικής γραφής στην ψυχή των ανθρώπων, την οποία διαδέ χτηκε η γραφή που όλοι γνωρίζουμε;

Ας ξαναδιαβάσουμε το απόσπασμα... Χωρίς αμφιβολία, οι εικόνες στις οποίες αναφέρεται εδώ ο συγγραφέας φαίνονται να είναι οι ίδιες αναπαραστάσεις που βρίσκουμε διάσπαρτες στον αρχαίο κόσμο (π.χ. στον αινιγματικό "δίσκο της Φαιστού" ή στις "ιερογλυφικές γραφές της Αιγύπτου, κ.α.), εξέλιξη των οποίων αποτέλεσαν και τα πρώτα είδη γραφής.

Είναι πολύ πιθανό στο συγκεκριμένο απόσπασμα να βρίσκεται η ατράνταχτη απόδειξη ότι η γραφή προήλθε από παραφθορά των συμβόλων που χρησιμοποιούνταν κατά την εξάσκηση της Τέχνης της Μνήμης, για την οποία, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε με βεβαιότητα ότι διδασκόταν συστηματικά επί χιλιετίες πριν την ύπαρξη γραφής!

Στο τεύχος 130 (Φεβρ. 2005) το ΤΜ δημοσίευσε άρθρο, βασισμένο στις έρευνες των Φλόρενς και Κένεθ Γουντ, το οποίο απο δείκνυε ότι ο Όμηρος περιγράφοντας τα γεγονότα του Τρωικού πολέμου, ουσιαστικά περιέγραφε τις κινήσεις των αστερισμών του ουρανού όπως φαίνεται από την Ελλάδα. Αυτό που έδειξαν οι έρευνες των Γουντ ήταν ότι οι αστρονομικές πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο ομηρικό έπος αρχίζουν από το 8900 π.Χ., αν όχι πολύ παλαιότερα. Ήταν η εποχή κατά την οποία η εξαιρε τικά αργή περιστροφική κίνηση του άξονα της Γης (wobbling), η οποία ευθύνεται για την εναλλαγή των "ζωδιακών εποχών", επανέφερε το άστρο του Σείριου στον ελληνικό ουρανό, μετά από απουσία 7.000 περίπου ετών.

Αν έχουν δίκιο οι Γουντ, αν δηλαδή η επιστροφή του Σείριου αποδίδεται συμβολικά στο έπος με την επιστροφή του "λαμπρότερου άστρου" -δηλαδή του Αχιλλέα- στη μάχη, τότε μια "μετριοπαθής" χρονολόγηση για την Τέχνη της Μνήμης (καθώς και για το ίδιο το ομηρικό έπος, το οποίο άλλωστε διασώθηκε μέσω αυτής), θα μας έδινε ως αφετηρία των ιστορικών πληρο φοριών που περιλαμβάνονται στο έπος, περίπου το έτος 8900 π.Χ.!

Όμως, η Ιλιάδα δεν αρχίζει με την επιστροφή του Αχιλλέα στη μάχη αλλά με τη "μήνιν" αυτού και την "αποχώρηση" του, η οποία, αν ακολουθήσουμε τη λογική, τις αποδείξεις και τα συμπεράσματα των Γουντ, πρέπει να συνέβη περίπου 7.000 χρόνια νωρίτερα, όταν το άστρο του Σείριου "αποχώρησε" και χάθηκε από το ελληνικό στερέωμα.



Είναι, λοιπόν, δυνατό η πρώτη αναφορά στην Τέχνη της Μνήμης, να ανάγεται στο 15900 περίπου π.Χ.; Αυτό δεν θα σήμαινε ότι η εσωτερική γραφή προϋπήρξε της εξωτερικής κατά τουλάχιστον 10.000 έτη; Και η συγκεκριμένη εκτίμηση, γίνεται σύμφωνα με τη χρονολόγηση της πινακίδας του Δισπηλιού της Καστοριάς (με τη μέθοδο του άνθρακα C14, η οποία ανήγαγε την έναρξη της γραφής στον ελληνικό χώρο στα 5260 π.Χ.), διαφορετικά, στον αριθμό αυτό θα χρειαστεί να προσθέσουμε και μερικές ακόμα χιλιάδες χρόνια...

Γιατί όχι; Εξάλλου, όπως φαίνεται και από το παραπάνω απόσπασμα, η "εσωτερική γραφή" αποτελεί επίσης μορφή γραφής, και μάλιστα πολύ πιο εξελιγμένης, καθώς η καλλιέργεια της απαιτεί από τον ασκούμενο την ανάπτυξη απίστευτων εγκεφαλικών ικανοτήτων διαλογισμού, οραματισμού, και φυσικά, μνήμης. Επίσης, δεν λείπει ούτε η βιβλιογραφία, ούτε οι αποδείξεις για την ύπαρξη της εν λόγω τέχνης...

Σκεφτείτε το λίγο... Σταματήστε για λίγα λεπτά την ανάγνωση αυτού του κειμένου και αναλογιστείτε τις ατέλειωτες ώρες δια λογισμού και συστηματοποιημένης μνημοτεχνικής εξάσκησης που θα απαιτούνταν για να σχηματίσει κάποιος τους μνημονικούς τόπους και τις νοητές εκείνες εικόνες, ώστε να είναι σε θέση να απαγγείλει και τις 24 ραψωδίες της Ιλιάδας... Μάλιστα, πολύ περισσότερο αν οι Γουντ κάνουν λάθος, οπότε στην προ σπάθεια του αυτή ραψωδός δεν χρησιμοποιεί τα άστρα ως μνημονικά βοηθήματα... Αναλογιστείτε τώρα το σύνολο της ελληνικής μυθολογίας, το οποίο διαμορφώθηκε πριν από την ύπαρξη γραφής καθώς και τον πλούτο της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, η οποία αναγκαστικά, επίσης προϋπήρξε της γραπτής της αναπαράστασης μέσω συμβόλων...

Αναμφίβολα, οι διάνοιες οι οποίες ανέπτυξαν και διατήρησαν τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας, Μυθολογίας και Ιστορίας επί χιλιετίες χωρίς την ύπαρξη γραφής, όφειλαν να είναι εξασκημένες σε ένα μνημονικό σύστημα, αν όχι το ίδιο, τότε πολύ πιο εξελιγμένο, σύνθετο και απαιτητικό (όσον αφορά τη χρήση των διανοητικών τους ικανοτήτων) από αυτά της κλασικής και ρωμαϊκής περιόδου, που παρουσιάσαμε. Μήπως ένα σύστημα, το οποίο θα προϋπέθετε τη χρήση των 45.000 περίπου ορατών από τη Γη άστρων, ως μνημονικούς "τόπους";

Στο σημείο αυτό, αξίζει να παραθέσουμε μια μικρή λεπτομέρεια, την οποία ελάχιστοι φαίνεται ότι γνωρίζουν: τα 45 (μνημοτεχνικά;) σύμβολα που "διακοσμούν" το δίσκο της Φαιστού (περ.1600 π.Χ.) δεν είναι εγχάρακτα, αλλά έχουν "αποτυπωθεί" σε πηλό με λίθινες σφραγίδες! Η ίδια αυτή τεχνική σήμερα, δεν αποκαλείται (όχι απλά γραφή, αλλά) "τυπογραφία";

Γίνεται πλέον ξεκάθαρο, ότι ο μοναδικός λόγος για τον οποίο οι μακρινοί μας πρόγονοι δεν ανέπτυξαν νωρίτερα "εξωτερική" γραφή, είναι ότι, απλούστατα, δεν την είχαν ανάγκη... Δεν αποκλείεται μάλιστα, αν ποτέ καταφέρουμε να αποκρυπτογραφήσουμε τον δίσκο της Φαιστού, να αποκαλυφθεί ότι το "μυστηριώδες" περιεχόμενο του, το οποίο τόσο πολύ έχει προβληματίσει τους επιστήμονες, δεν ήταν τίποτε άλλο από ένα απλό παιδικό τραγουδάκι ή ποίημα, για τους νεαρούς μαθητευόμενους της μνημονικής, "εσωτερικής" γραφής. Άλλωστε, οι Έλληνες (και συγκεκριμένα οι Αθηναίοι) δεν ήταν που νίκησαν τους υπερανεπτυγμένους τεχνολογικά, αλλά διεφθαρμένους και αλαζόνες Άτλαντες, σύμφωνα με τον πλατωνικό "μύθο" στον "Κριτία";

Προσπαθήστε τώρα να θυμηθείτε την -αποδεκτή ως μόνη "ορθή" από την παγκόσμια ακαδημαϊκή κοινότητα- θεωρία περί ινδοευρωπαϊκής φυλής και γλώσσας, που διδαχθήκαμε όλοι στα σχολεία και τα πανεπιστήμια (και η οποία εξακολουθεί να διδά σκεται, σχεδόν αυθαίρετα), και αποφασίστε ποια σας φαίνεται πιο πειστική...

Ο άγνωστος εκείνος δάσκαλος της ρητορικής και της μνήμης προτείνει επίσης να εφο διάσουμε νοητά κάθε πέμπτο τόπο με ένα χαρακτηριστικό αντικείμενο (π.χ. ένα χρυσό χέρι) και κάθε δέκατο (decimus) με τη μορφή ενός οικείου μας προσώπου, προκειμέ νου να μην κάνουμε λάθος στη σειρά σύνδε σης τους. Οι τόποι αυτοί δεν πρέπει να μοιά ζουν μεταξύ τους, καθώς ενδέχεται να τους μπερδέψουμε στη σκέψη μας.

Όσον αφορά τις εικόνες, ο συγγραφέας του "Ad Herennium", τις διακρίνει σε δύο κατηγορίες, μία για τα πράγματα (res) και μία άλλη για τις λέξεις-έννοιες (verba). Η απομνημόνευση των πραγμάτων (memoria rerum) είναι σχετικά απλή και ο ασκούμενος μπορεί να την τελειοποιήσει σύντομα και χωρίς μεγάλη δυσκολία. Αντίθετα, η απομνη μόνευση των λέξεων-εννοιών (memoria verborum), η ικανότητα δηλαδή να ανακα λούμε στη μνήμη μας (όπως οι ποιητές της αρχαιότητας) ολόκληρα κείμενα, είναι πολύ πιο σύνθετη και απαιτεί μακροχρόνια εξά σκηση, καθώς και έναν τεράστιο αριθμό μνη μονικών τόπων. Στο σημείο αυτό αξίζει να σταθούμε, καθώς η τελευταία παρατήρηση πιθανότατα εξηγεί γιατί ο Όμηρος (όπως βέβαια και οι γενιές των προκατόχων του), επέλεξε να "τοποθετήσει" μνημοτεχνικά ολό κληρο το έπος της Ιλιάδας στον τεράστιο αριθμό των αστεριών, των πλανητών και των αστερισμών του στερεώματος... (βλ. ΤΜ, τεύχ. 130)

Ολοκληρώνοντας την αναφορά μας στην ενότητα της μνήμης του "Ad Herennium", o συγγραφέας προτείνει, σε ό,τι αφορά στις εικόνες, να επιλέγονται μορφές υπερφυσι κές, αστείες ή γκροτέσκες, καθώς το μυαλό μας έχει την τάση να ξεχνά ο,τιδήποτε το συνηθισμένο.





Συγγραφέας: Χρήστος Βαγενάς
Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Τρίτο Μάτι»
Πηγή: ramnousia.com 

Κοινωνικά Δίκτυα

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...